Διεθνή

Τι κρύβεται πίσω από την ραγδαία άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη

Τι κρύβεται πίσω από την ραγδαία άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη
Τα ποιοτικά στοιχεία των μετρήσεων που διεξάγονται τους τελευταίους μήνες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο οδηγούν στο συμπέρασμα πως τα ακροδεξιά κόμματα θα καταγράψουν υψηλά ποσοστά στις επερχόμενες ευρωεκλογές του Ιουνίου.

Αν και οι πολιτικές δυνάμεις που ανήκουν παραδοσιακά στο λεγόμενο δημοκρατικό τόξο επιχειρούν να αντιπαρατεθούν με επιχειρήματα και να αντικρούσουν πολιτικά τα άκρα και το λαϊκισμό, εντούτοις με τα σημερινά δεδομένα η αύξηση των ποσοστών των "αντισυμβατικών" παρατάξεων είναι αναπόφευκτη, με ότι αυτή η εξέλιξη μπορεί να σημαίνει για την επόμενη μέρα στην Ευρώπη.

Γεγονός είναι ότι η Ε.Ε δεν φαίνεται να έλαβε τα πρώτα μηνύματα των ευρωεκλογών του 2019 και τρέχει τώρα, εκ των υστέρων, να αντιπαρατεθεί με τον ευρωσκεπτικισμό και τους πάσης φύσεως δημαγωγούς.

Η αλήθεια είναι ότι το πολιτικό αυτό φαινόμενο δεν αντιμετωπίζεται με γενικόλογους αφορισμούς και με βολικά τσιτάτα, αλλά μέσα από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με συγκεκριμένη ιδεολογικοπολιτική κατεύθυνση και απαντήσεις στα προβλήματα και τις αγωνίες των τοπικών κοινωνιών σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή επικράτεια.

Τα αίτια που οδήγησαν στις σημερινές πολιτικές συνθήκες είναι πολλά. Και η δημιουργία αναχωμάτων απέναντι στους ακραίους δεν επιτυγχάνεται με ελιτίστικες προσεγγίσεις και θεωρητικές διακηρύξεις για την Ευρώπη του αύριο, αλλά επιβάλλεται να μιλήσουν περισσότερο οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και τα κόμματα στους πολίτες και να τους εξηγήσουν με σαφήνεια και καθαρό λόγο ποια είναι η πορεία που έχει επιλεγεί και ποιες είναι οι προτεραιότητες που ακουμπούν τον ίδιο τον πολίτη;

Για πολλά χρόνια το ευρωπαϊκό εγχείρημα ακολούθησε μια ακραία τεχνοκρατική των πραγμάτων προσέγγιση, με αποτέλεσμα η αμφισβήτηση να αυξηθεί και η ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα να αποδυναμωθεί σε πολλά κράτη-μέλη. Για παράδειγμα, στις χώρες που εφαρμόστηκαν προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής και μέτρα λιτότητας, οι σχέσεις εμπιστοσύνης δοκιμάστηκαν, ενώ ένα μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης αμφισβήτησε την ευρωπαϊκή πολιτική στις βασικές της κατευθύνσεις.

Επιπλέον, κατά την τεράστια μεταναστευτική κρίση του 2015, οι αρρυθμίες και η απουσία ενός ολιστικού σχεδίου για τη διαχείριση της αύξησε τους δείκτες ανασφάλειας σε πολλές χώρες, με αποτέλεσμα ένα μέρος της κοινωνίας να στραφεί προς τα άκρα και να επιλέξει τις «εύκολες λύσεις»,.

Την ίδια ώρα, τα τεράστια οικονομικά, κοινωνικά και άλλα προβλήματα που προκάλεσαν οι συνεχείς κρίσεις από την περίοδο της πανδημίας και έπειτα έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης από λαϊκίστικες πολιτικές παρατάξεις, οι οποίες έστρεψαν τα πυρά τους στα ανώτερα κλιμάκια των Βρυξελλών.

Όμως όποιος εμπλέκεται ενεργά στην πολιτική διαδικασία δεν πρέπει να ρίχνει το ανάθεμα μόνο στους απέναντι, αλλά οφείλει να αναλαμβάνει και τις ευθύνες που του αναλογούν. Πρέπει να χτίζει σχέσεις εμπιστοσύνης με τους πολίτες, να προωθεί πολιτικές με κοινωνικό πρόσημο, να σέβεται τις διαχρονικές αρχές και τις αξίες της Ευρώπης, να βάζει στο κέντρο των επιλογών του τις πραγματικές ανάγκες του σύγχρονου Ευρωπαίου.

Ας προχωρήσουν επιτέλους οι διαμορφωτές της ευρωπαϊκής πολιτικής μια ρεαλιστική αποτύπωση της πραγματικότητας, ας δουν το δάσος και όχι το δέντρο. Η ευθύνη που έχουν είναι ιστορική. Η επιστροφή σε μέρες και καταστάσεις που η ευρωπαϊκή οικογένεια χρειάστηκε δεκαετίες για να ξεπεράσει θα ήταν καταστροφική, θα έβαζε ταφόπλακα σε ένα τόσο σπουδαίο πολιτικό εγχείρημα σαν την Ε.Ε