Μπορεί ΗΠΑ και ΕΕ να παραμένουν σε τροχιά κυρώσεων κατά της Μόσχας, ωστόσο δυτικές τράπεζες - οι οποίοι παραμένουν ενεργές στη Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία - πέρυσι κατέβαλαν στο Κρεμλίνο πάνω από 800 εκατ. ευρώ σε φόρους, όπως αποκαλύπτουν οι Financial Times. Η αποκάλυψη έρχεται στον απόηχο της συζήτησης που γίνεται στη Δύση για κατάσχεση των «παγωμένων» ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, με τη Μόσχα να προειδοποιεί με «σκληρή απάντηση».
Ανάλυση των Financial Times δείχνει ότι οι επτά κορυφαίες ευρωπαϊκές τράπεζες, με βάση το ενεργητικό τους στη χώρα, κατέβαλαν πέρυσι στο Κρεμλίνο φόρους ύψους άνω των 800 εκατ. ευρώ, ποσό τετραπλάσιο σε σχέση με τα προπολεμικά επίπεδα, παρά τις υποσχέσεις να ελαχιστοποιήσουν τη έκθεσή του στη Ρωσία μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Ο τριπλασιασμός των κερδών εκτόξευσε τους φόρους
Οι τράπεζες αυτές - Raiffeisen Bank International, UniCredit, ING, Commerzbank, Deutsche Bank, Intesa Sanpaolo και OTP - ανέφεραν συνδυασμένα κέρδη άνω των 3 δισ. ευρώ το 2023. Τα κέρδη αυτά ήταν τριπλάσια από του 2021 και δημιουργήθηκαν εν μέρει από κεφάλαια που οι τράπεζες δεν μπορούσαν να αποσύρουν από τη χώρα, κάτι που αύξησε κατακόρυφα και τις πληρωμές φόρων.
Οι φόροι που κατέβαλαν οι ευρωπαϊκές τράπεζες αντιστοιχούν περίπου στο 0,4% των μη ενεργειακών εσόδων που προβλέπει ο προϋπολογισμός της Ρωσίας για το 2024. Οπως σχολιάζουν οι FT, οι τράπεζες αυτές είναι ένα παράδειγμα για το πώς οι ξένες εταιρείες που παραμένουν στη Ρωσία βοηθούν το Κρεμλίνο να διατηρήσει την οικονομική σταθερότητα της χώρας, παρά τις δυτικές κυρώσεις.
Το «πάγωμα» ρωσικών περιουσιακών στοιχείων και οι συζητήσεις περί κατάσχεσή τους
Υπενθυμίζεται ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της απαγόρευσαν τις συναλλαγές με την κεντρική τράπεζα και το υπουργείο Οικονομικών της Ρωσίας και μπλόκαραν ρωσικά περιουσιακά στοιχεία ύψους περίπου 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη Δύση, τα περισσότερα εκ των οποίων βρίσκονται σε ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και όχι σε αμερικανικά.
Η Ρωσία δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτό το αποθεματικό ξένων περιουσιακών στοιχείων για να διαθέσει κεφάλαια στις τράπεζές της και, ως εκ τούτου, να περιορίσει τις επιπτώσεις άλλων κυρώσεων
Κορυφαίοι αξιωματούχοι στις ΗΠΑ θέλουν να κατάσχουν τα περιουσιακά στοιχεία και να τα χρησιμοποιήσουν για να υποστηριχθεί η Ουκρανία, αν και μερικοί τραπεζίτες και ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκφράζουν ανησυχίες ότι θα δημιουργηθεί έτσι ένα επικίνδυνο προηγούμενο.
Το Κρεμλίνο έχει επανειλημμένα δηλώσει πως οποιαδήποτε κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του θα αντέβαινε σε όλες τις αρχές της ελεύθερης αγοράς που διακηρύσσει η Δύση και θα υπονόμευε την εμπιστοσύνη στο αμερικανικό δολάριο και το ευρώ, ενώ θα απέτρεπε τις παγκόσμιες επενδύσεις και θα υπονόμευε την εμπιστοσύνη στις δυτικές κεντρικές τράπεζες.
Η Ρωσία έχει επίσης δηλώσει πως θα προσφύγει στα δικαστήρια εναντίον οποιασδήποτε κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων της.
Η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα δήλωσε ότι η Ρωσία δεν πρόκειται ποτέ να παραχωρήσει εδάφη που κατέσχεσε από την Ουκρανία με αντάλλαγμα την επιστροφή των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων που έχουν κατασχεθεί.
«Η πατρίδα μας δεν πωλείται», έγραψε η Ζαχάροβα στο Telegram. «Όποια ρωσικά περιουσιακά στοιχεία πρέπει να παραμείνουν άθικτα, διαφορετικά θα υπάρξει σκληρή απάντηση στη δυτική κλοπή. Πολλοί στη Δύση το έχουν ήδη καταλάβει. Δυστυχώς όχι όλοι», σχολίασε.