Οικονομία

Προσπάθεια να δικαιολογήσουν την... αδικαιολόγητη κατάργηση του ΕΚΑΣ

Προσπάθεια να δικαιολογήσουν την... αδικαιολόγητη κατάργηση του ΕΚΑΣ Προσπάθεια να δικαιολογήσουν την... αδικαιολόγητη κατάργηση του ΕΚΑΣ
Του Βασίλη Αγγελόπουλου Προσπάθεια να δικαιολογήσει τα... αδικαιολόγητα σχετικά τη σημερινή έναρξη των περικοπών στο ΕΚΑΣ, που είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν ή να μειωθεί το συγκεκριμένο βοήθημα σε πάνω από 140.000 χαμηλοσυνταξιούχους, επιχειρεί το υπουργείο Εργασίας.

Γίνεται λόγος για ένα επίδομα ενίσχυσης που είχε συνδεθεί με εισοδηματικά κριτήρια για την απονομή του και όχι με τα κριτήρια των κοινών διατάξεων συνταξιοδότησης. Για το λόγο αυτό, το υπουργείο Εργασίας θεωρεί ότι το ΕΚΑΣ προκαλούσε «στρεβλώσεις σε βάρος της αρχής της ανταποδοτικότητας και της αναλογικότητας. Ο μη ανταποδοτικός χαρακτήρας είχε ως αποτέλεσμα να προκύπτουν πολλές αδικίες και δυσανάλογες διαφορές εισοδήματος μετά την καταβολή των συντάξεων και του ΕΚΑΣ, τόσο σε σχέση με το χρόνο ασφάλισης των συνταξιούχων όσο και με τις καταβληθείσες εισφορές και να πλήττεται έτσι η ανταποδοτικότητα και η αναλογικότητα των εισφορών και παροχών.» Το υπουργείο Εργασίας ισχυρίζεται ότι το «ΕΚΑΣ λειτούργησε και ως αντικίνητρο ασφάλισης, αφού με 15 έτη ασφάλισης μπορούσε κάποιος να λαμβάνει μαζί με το ΕΚΑΣ το ίδιο ποσό με εκείνον που συμπληρώνει 25 έτη ασφάλισης. Για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος που συνταξιοδοτούνταν με 15 έτη εργασίας και συντάξιμες αποδοχές 700 ευρώ, δικαιούταν οργανικό ποσό σύνταξης ύψους 301 ευρώ. Ο ασφαλισμένος αυτός έπαιρνε τελικά 487 ευρώ ως κατώτατη σύνταξη και 230 ευρώ ως το ανώτατο ποσό ΕΚΑΣ. Συνολικά λάμβανε 717 ευρώ, ποσό το οποίο ελάμβανε άλλος με τα ίδια έτη ασφάλισης, αλλά με συντάξιμες αποδοχές 2.100 ευρώ.»

Σε κάθε περίπτωση το υπουργείο Εργασίας παραδέχεται ότι η Η σταδιακή κατάργηση του ΕΚΑΣ έως το 2019 θεσμοθετήθηκε από τον Αύγουστο 2015 με το Ν.4336/2015. Προσθέτει όμως ότι «αποτελεί δέσμευση την οποία αξίωναν να αναλάβει η χώρα τα περισσότερα κόμματα της σημερινής αντιπολίτευσης». Πάντως, θεωρεί ότι ως αποτέλεσμα του νέου νόμου θα μετριαστούν σταδιακά οι επιπτώσεις της κατάργησης του ΕΚΑΣ. Αιτία, τα υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης του αθροίσματος εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης που θα εφαρμοστούν βάσει του Ν. 4387/2016, (έως και 120% για τις χαμηλές συντάξιμες αποδοχές). Μάλιστα, το υπουργείο Εργασίας παραθέτει τα ακόλουθα παραδείγματα για να κάνει πιο σαφές το επιχείρημα των «ευεργετικών επιδράσεων» του νέου νόμου. Με το παλαιό τρόπο υπολογισμού των συντάξεων ένας συνταξιούχος με συντάξιμες αποδοχές 900 ευρώ και 20 έτη ασφάλισης θα λάμβανε 487 ευρώ σύνταξη, την κατώτατη προβλεπόμενη σύνταξη, ενώ με το νέο σύστημα για τις ίδιες συντάξιμες αποδοχές θα λαμβάνει 527 ευρώ. Επίσης, ένας συνταξιούχος με συντάξιμες αποδοχές 1.000 ευρώ και 20 έτη ασφάλισης θα λάμβανε και πάλι 487 ευρώ σύνταξη, την κατώτατη σύνταξη του ΙΚΑ, ενώ με το νέο σύστημα θα λαμβάνει 543 ευρώ.

Επιπλέον, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου θεωρεί ότι από το 2019 και μετά «οπότε και θα εκκινήσει η αναπροσαρμογή των ήδη καταβαλλομένων συντάξεων βάσει των ρυθμών ανάπτυξης, θα υπάρξει σταδιακά σημαντική βελτίωση του εισοδήματος για την πλειοψηφία των δικαιούχων του ΕΚΑΣ που θα το απολέσουν». Βέβαια, έως τότε θα έχει χαθεί από τη συντριπτική πλειονότητα των δικαιούχων, το συγκεκριμένο βοήθημα, για χρονικό διάστημα έως και δυόμιση έτη...

Το υπουργείο Εργασίας δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην αύξηση που θα προκύψει για συντάξεις με συντάξιμες αποδοχές άνω των 1.000 ευρώ και 30 έτη ασφάλισης, που έτσι και αλλιώς δεν λάμβαναν την προσθήκη του ΕΚΑΣ. Παραθέτει για του λόγου το αληθές, το παράδειγμα ότι, ενώ με το παλαιό σύστημα υπολογισμού για 1.000 ευρώ συντάξιμες αποδοχές και 30 έτη ασφάλισης, ένας συνταξιούχος θα λάμβανε μόνο 620 ευρώ σύνταξη και θα υπολείπονταν 44 ευρώ από το εισοδηματικό όριο του ΕΚΑΣ, με το νέο σύστημα και τον επανυπολογισμό θα λαμβάνει 664 ευρώ σύνταξη και δεν θα έχει την ανάγκη υποστήριξης από το ΕΚΑΣ.