Πρόκειται για διάταξη που θεσπίστηκε το μακρινό 2000 και υπό προϋποθέσεις, έδινε το δικαίωμα σε εργοδότες, που έχουν προσλάβει μισθωτούς με τα κατώτερα μισθολογικά όρια της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), να μην καταβάλλουν στο ΙΚΑ την εργατική εισφορά που τους αναλογεί. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόστηκε ποτέ, αλλά μεταφερόταν χρόνο με τον χρόνο έως σήμερα. Μόνο που τώρα πια, οι υπηρεσίες του ΙΚΑ, διαπίστωσαν το ανέφικτο της διαδικασίας και προτείνουν την κατάργησή της.
Ο λόγος είναι ότι σε μια αγορά εργασίας, όπου οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης «κάνουν θραύση» είναι πρακτικά ανέφικτο να εντοπιστούν οι εργαζόμενοι εκείνοι που αμείβονται με τα κατώτατα όρια της ΕΓΣΣΕ (586 ευρώ μικτά και ειδικά για νέους έως 25 ετών, 511 μικτές αποδοχές), έτσι ώστε να μπορέσουν να προχωρήσουν στην συγκεκριμένη περικοπή. Ακόμα όμως και αν κάτι τέτοιο μπορούσε να καταστεί εφικτό, δεν μπορεί να πιεστεί ο εργοδότης να καταβάλλει το ποσά αυτά που θα κερδίσει από μη καταβολή του μη μισθολογικού κόστους, στους εργαζόμενους. Έτσι, επί της ουσίας, οι εργαζόμενοι δεν κερδίζουν το παραμικρό, αλλά και το ΙΚΑ, θα καταγράψει απώλειες εσόδων, δίχως αντίκρυσμα.