Η κ. Τζάκη επισήμανε ότι το επόμενο σχολικό έτος ο αριθμός των παιδιών που θα πρέπει να εμβολιαστούν θα ανέλθει στις 85.000 εκ των οποίων τα 5.000 θα είναι αυτά που δεν εμβολιάστηκαν πέρσι, τα 40.000 αυτά που δεν εμβολιάστηκαν φέτος και οι υπόλοιπες 40.000 αυτά που θα πρέπει να εμβολιαστούν την επόμενη χρονιά.
“Από τον περασμένο Ιούνιο αναδείξαμε το θέμα της έλλειψης εμβολίων κατά της φυματίωσης και το επαναλάβαμε τον Σεπτέμβριο. Εκείνο που με ανησυχεί είναι ότι έχουμε φτάσει στον Μάρτιο και δεν έχει ακόμη εκδοθεί η εγκύκλιος για το πως πρέπει να γίνεται ο εμβολιασμός” επισήμανε η κ. Τζάκη. Παράλληλα διευκρίνισε ότι δεν έχει δηλωθεί κάποιο κρούσμα φυματίωσης σε παιδιά.
Η φυματίωση είναι μια μεταδοτική ασθένεια που αποτελεί την υπ΄ αριθμόν ένα λοιμώδη αιτία θανάτου στον κόσμο. Πλήττει κυρίως τους νέους ενήλικες στην πιο παραγωγική ηλικία αλλά και γενικότερα όλες τις ηλικιακές ομάδες. Ωστόσο είναι ιάσιμη αρκεί ο ασθενής να ολοκληρώνει τον κύκλο θεραπείας χωρίς διακοπή κάτω από στενή ιατρική παρακολούθηση για να μην αναπτυχθεί η ανθεκτική μορφή της νόσου που θεραπεύεται δυσκολότερα. Στον τομέα της πρόληψης υπάρχει το εμβόλιο BCG κατά της φυματίωσης το οποίο στην Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στον Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών και γίνεται στην ηλικία των 6 ετών. Το εμβόλιο προστατεύει από τη φυματίωση το περίπου 50% των εμβολιαζόμενων αλλά προστατεύει σε πολύ υψηλότερο βαθμό από τις βαριές μορφές της νόσου.
Προβληματική η αντιμετώπιση της ανθεκτικής φυματίωσης στη Β. Ελλάδα. Στη Βόρεια Ελλάδα δεν υπάρχει υποδομή για την αντιμετώπιση της ανθεκτικής φυματίωσης, ανάφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής Πνευμονολογίας στο ΑΠΘ Κωνσταντίνος Ζαρογουλίδης. “Στην Πανεπιστημιακή Πνευμονολογική Κλινική στο νοσοκομείο Παπανικολάου χρειαζόμαστε τέσσερις θαλάμους γι αυτά τα περιστατικά. Οι ασθενείς αυτοί θα πρέπει να είναι απομονωμένοι γιατί ο καθένας τούς μπορεί να έχει διαφορετικό είδος ανθεκτικής φυματίωσης.
Πέρσι είχαμε δύο περιστατικά πολυανθεκτικής φυματίωσης που νοσηλεύτηκαν σε ειδικό θάλαμο, ο ένας μάλιστα για 16 μήνες και είχαμε τέσσερα κρούσματα σε νοσηλευτές και γιατρούς που βρέθηκαν θετικοί στο τεστ φυματινοαντίδρασης και χρειάστηκε να πάρουν φαρμακευτική αγωγή για τρεις μήνες” ανέφερε ο κ . Ζαρογουλίδης.
Παράλληλα επισήμανε πως ένα μεγάλο πρόβλημα είναι το ότι τα δείγματα σάλιου των ασθενών για τους οποίους υπάρχει υποψία ανθεκτικής φυματίωσης αποστέλλονται στην Αθήνα και μέχρι να βρουν τα αποτελέσματα αυτοί μπορεί να διασπείρουν τη νόσο .
Σύμφωνα με τον κ. Ζαρογουλίδη το ποσοστό της φυματίωσης στη χώρα μας πριν δύο χρόνια ήταν 3,8% ενώ στην Ευρώπη ήταν 1%. “Είμαστε σε χειρότερη κατάσταση από ότι ήμασταν στη δεκαετία του ΄80 που τότε είχαμε υποδομές. Τώρα δεν έχουμε ούτε υποδομές. Παλιά λέγανε ότι σε κάθε σπίτι υπάρχει ένας φυματικός, μετά άρχισαν να λένε ότι σε κάθε σπίτι υπάρχει ένας καρκινοπαθής και στην επόμενη δεκαετία θα λέμε πάλι ότι σε κάθε σπίτι υπάρχει ένας φυματικός” πρόσθεσε ο κ Ζαρογουλίδης.