Opinions

Γιάννης Καρούζος: Χαμηλά η υλική ευημερία των νοικοκυριών στην Ελλάδα

Γιάννης Καρούζος Γιάννης Καρούζος
Γιάννης Καρούζος: Χαμηλά η υλική ευημερία των νοικοκυριών στην Ελλάδα
Η πραγματική ιδιωτική κατά κεφαλήν κατανάλωση των Ελλήνων το 2023 ήταν αντίστοιχη με αυτή πολιτών σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ…

Πριν από λίγες μέρες η Eurostat δημοσίευσε στοιχεία για τον δείκτη της πραγματικής κατά κεφαλήν κατανάλωσης των νοικοκυριών στην Ευρώπη. Ένας δείκτης που περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καταναλώνουν τα νοικοκυριά. «Μπορεί να θεωρηθεί ως ένας δείκτης υλικής ευημερίας των νοικοκυριών», αναφέρει η Eurostat στην περιγραφή του συγκεκριμένου δείκτη.

Κι εκεί όμως η χώρα μας βγαίνει… μετεξεταστέα καθώς η πραγματική ιδιωτική κατά κεφαλήν κατανάλωση το 2023 ήταν στην Ελλάδα στο 79% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή πολύ χαμηλά και σε κάθε περίπτωση στην ίδια κατηγορία με χώρες όπως η Κροατία (78%), η Εσθονία (77%), η Λετονία (75%), η Σλοβακία (75%), η Βουλγαρία (73%) και η Ουγγαρία (70%).

Δηλαδή η πραγματική ιδιωτική κατά κεφαλήν κατανάλωση των Ελλήνων το 2023 ήταν αντίστοιχη με αυτή πολιτών σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ… Την υψηλότερη πραγματική ιδιωτική κατά κεφαλήν κατανάλωση είχαν οι Λουξεμβούργιοι (138%), οι Νορβηγοί (126%), Οι Ισλανδοί (121%), οι Ελβετοί (118%), οι Ολλανδοί (117%).

Είναι προφανές πως στον δείκτη υλικής ευημερίας των νοικοκυριών δεν τα πήγαμε πολύ καλά. Και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό – όπως εντοπίζουν πλέον πλείστες έρευνες – στην αργοπορία αύξησης των μισθών.

Τελευταία το είπε και η έκθεση του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ για την οικονομία. Προσθέτοντας ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο:

-«Ενώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας το πραγματικό μέσο εισόδημα από εργασία αυξήθηκε στην Ελλάδα εν αντιθέσει με την ΕΕ-27, από τις αρχές του 2021 μειώνεται συστηματικά».

Προφανώς το πραγματικό μέσο εισόδημα από εργασία στην Ελλάδα κατά την διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκε λόγω των μέτρων που εφαρμόστηκαν εκείνη την περίοδο (αναστολές συμβάσεων εργασίας, επίδομα 534 ευρώ κλπ). Δέσμη μέτρων που έχει αναγνωριστεί ως ένα από τα καλύτερα πλέγματα προστασίας που ενεργοποιήθηκε πανευρωπαϊκά στην COVID-19. Διατήρησε την συνοχή της αγοράς εργασίας (και μάλιστα μιας τόσο ευάλωτης αγοράς που στηρίζεται στον τουρισμό ο οποίος επλήγη βάναυσα από την πανδημία) και «πέρασε» χιλιάδες εργαζόμενους στην αντίπερα όχθη της μεταπανδημικής περιόδου.

Εκεί ωστόσο φαίνεται πως έγινε το «λάθος», αφού πέσαμε στην… παγίδα των προσεκτικών βημάτων για να μην διαταραχτεί περαιτέρω μια αγορά εργασίας και μια επιχειρηματική κοινότητα που είχε περάσει ήδη από τα 40 κύματα της υπερδεκαετούς κρίσης, της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης.

Έτσι το 2021 δεν έγινε καμία αύξηση του κατώτατου μισθού και στις αρχές του 2022 έγινε μια αύξηση 2% για να ακολουθήσει μια μεγαλύτερη 7,7% (σύνολο 9,7% το 2022). Στο μεταξύ όμως ο πληθωρισμός έτρεχε με ιλιγγιώδη ταχύτητα και – όπως αποδείχτηκε – αξιοθαύμαστη αντοχή.

Έτσι, σύμφωνα πάντα με την έκθεση του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ για την οικονομία:

-Η συνεχής πτώση του μεριδίου των μισθών στο ΑΕΠ ειδικά μετά την πανδημία, υποδηλώνει ότι η αύξηση των ονομαστικών μισθών υστερεί σε σχέση με τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.

-Το τελευταίο τρίμηνο του 2023 έκλεισε με το πραγματικό μέσο εισόδημα από εργασία στην Ελλάδα μόλις στο 90% της αγοραστικής του δύναμης σε σχέση με το 2019 έναντι 96,9% στην ΕΕ-27.

-την περίοδο 2019-2023, η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα αυξήθηκε γρηγορότερα απ’ ό,τι στην ΕΕ-27.

-Επομένως, η πτώση των πραγματικών μισθών στην Ελλάδα δεν οφείλεται στη διαχρονικά ασθενή δυναμική της παραγωγικότητας της εργασίας.

-Η πτώση του οφείλεται αποκλειστικά στην ταχύτερη αύξηση των τιμών καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών σε σχέση με τους ονομαστικούς μισθούς.

Ο ονομαστικός μέσος μισθός μπορούσε να αυξηθεί 10,9% το 2022 και 4,5% το 2023 χωρίς να μεταβάλει τη διανομή του εισοδήματος. Ωστόσο, το 2022 αυξήθηκε μόλις κατά 1,4% και το 2023 κατά 4,5%. Το χάσμα μεταξύ των ονομαστικών αυξήσεων του μέσου μισθού και της αύξησης που θα απαιτούνταν προκειμένου να μείνει σταθερό το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ είναι μεγάλο.

Κάπως έτσι, η Ελλάδα προκύπτει να έχει την δεύτερη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη στην Ευρώπη, μετά τους Βούλγαρους, αφού βρέθηκε το 2023 δεύτερη από το τέλος σε ό,τι αφορά στον δείκτη του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), εκφρασμένου σε μονάδες αγοραστικής δύναμης.

Η Βουλγαρία από όλες τις χώρες της ΕΕ (μέσος όρος 100) κατείχε την τελευταία θέση στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με 64 μονάδες, και η Ελλάδα ακολούθησε με 67 μονάδες.

Ας σημειωθεί ότι το 2022 ο δείκτης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ των Ελλήνων, εκφρασμένου σε μονάδες αγοραστικής δύναμης ήταν πάλι στο 67% του μέσου κατά κεφαλήν ΑΕΠ της ΕΕ, που σημαίνει ότι δεν σημειώθηκε κάποια σύγκλιση,

Αντίθετα, η Βουλγαρία συνέκλινε καθώς ο σχετικός δείκτης αυξήθηκε στο 64% από 62% το 2022. Το ίδιο συνέβη και με τη Σλοβακία, όπου αυξήθηκε στο 73% από 71%...

(Ο Γιάννης Καρούζος είναι δικηγόρος-εργατολόγος)