Opinions

Η Δημοκρατία σε κρίση - Με αφορμή το βιβλίο του Γ. Σιακαντάρη

Θόδωρος Μαργαρίτης Θόδωρος Μαργαρίτης
Η Δημοκρατία σε κρίση - Με αφορμή το βιβλίο του Γ. Σιακαντάρη
Τι Δημοκρατίες θα υπάρχουν το 2050; Μεταδημοκρατία, μεταπολιτική, μετακόμματα, εκδόσεις «Αλεξάνδρεια».

Το βιβλίο του Γιώργου Σιακαντάρη απαντά σχεδόν σε όλα τα μεγάλα θεωρητικά και πολιτικά ζητήματα που απασχολούν τις συζητήσεις μεταξύ ανθρώπων του ευρύτερου προοδευτικού χώρου. Όπως γράφει στις τελευταίες λέξεις του βιβλίου του αυτή η διανοητική εργασία κατατίθεται ακριβώς ένα χρόνο πριν τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. Στην πιθανότητα δηλαδή να προστεθεί στο παραδοσιακό κέντρο του κόσμου ο Τραμπικός λαϊκισμός, η alt-right, η νέα ριζοσπαστική Δεξιά.

Γι΄αυτό ο συγγραφέας αναζητά με ένταση απαντήσεις στο γιατί ενισχύεται ο λαϊκισμός, η δυσφορία για την ποιότητα της Δημοκρατίας και γιατί συρρικνώνονται τα δημοκρατικά παραδείγματα.

Στο επίκεντρο βρίσκεται ο συλλογισμός ότι οι outsiders της παγκοσμιοποίησης, οι χαμένοι των τεράστιων ανακατατάξεων, οι ανυπεράσπιστες λαϊκές τάξεις και τα υπό πίεση μεσαία στρώματα χάνουν την εμπιστοσύνη τους στον κοινοβουλευτισμό και στις μορφές διακυβέρνησης που επικρατούν. Στρέφονται μάλιστα ενάντια στους παραδοσιακούς πόλους της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς και αναζητούν εκφράσεις διαμαρτυρίας.

siaka383_46e1d.jpg

Η καθοδική κοινωνική κινητικότητα, η ανασφάλεια αλλά ακόμα και οι περίπλοκες συζητήσεις περί ατομικών και συλλογικών ταυτοτήτων οδηγούν στην ενίσχυση των λαϊκισμών και στην ακροδεξιά επένδυση σε αυτούς. Ο λαϊκισμός αυτός, με άλλα λόγια, αποτελεί μια έμπρακτη αμφισβήτηση στα κυρίαρχα δόγματα της παγκοσμιοποίησης. Την ζημιά την πληρώνουν οι μέχρι σήμερα ισχυρές ιδεολογικές αντιλήψεις και οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί της Δημοκρατίας. Κόμματα και συνδικάτα πέφτουν στην ανυποληψία.

Στο σκηνικό αυτό πρέπει να προσθέσουμε τις ελιτίστικες αντιδράσεις για τις λαϊκές διαμαρτυρίες. Την χοντροκομμένη αδιαφορία για την έξαρση των ανισοτήτων. Την απομάγευση της πολιτικής. Οι προσεγγίσεις περί «κεντροποίησης», τα περί Κέντρου δηλαδή ως μοναδικής δύναμης ισορροπίας των πολιτικών συστημάτων αποτελούν μια ταύτιση των βασικών ιδεολογικών ρευμάτων και την ακύρωση της διάκρισης Αριστεράς -Δεξιάς με αποτέλεσμα η μονή κριτική θέση να εκπορεύεται από τον δεξιό και ακροδεξιό λαϊκισμό. Και όπως σωστά τονίζει ο συγγραφέας οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι ένας απλός κόσμος δεν έγινε αυτόματα εχθρός της Δημοκρατίας. Ότι στην σημερινή κατάσταση των αποκλεισμών αρκετοί απλοί άνθρωποι αισθάνονται στην «απέξω».

Ότι οι ισχυροί δεν σέβονται την αξιοπρέπεια τους και δεν καταλαβαίνουν τις αγωνίες τους επειδή δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τις απαιτήσεις των αγορών. Η εικόνα αυτή χειροτερεύει όσο τα κόμματα χάνουν τα ιδεολογικά και ταξικά τους χαρακτηριστικά. Όταν και με τον τρόπο εκλογής των αρχηγών γίνονται αρχηγικά και απολίτικα. Κάτι σαν καταναλωτικά προϊόντα σε σούπερ μάρκετ. Χωρίς πραγματική συμμετοχή των μελών, χωρίς λειτουργία τάσεων, χωρίς διανοητική προσπάθεια.

Έρμαια των επικοινωνιακών προτεραιοτήτων και του πολιτικού χρήματος. Οργανωμένα για προσφορές σε πελατειακά δίκτυα, κοινοβουλευτικές καριέρες με κούφιες υποσχέσεις. Είναι το πεδίο που χάνει το κύρος της η Δημοκρατία και εμφανίζονται οι πονηροί λαοπλάνοι. Είναι το πεδίο που αναζητούνται δήθεν ισχυροί ηγέτες που θα βάλουν τάξη και -όπως σημειώνω και εγώ- ανοίγει ο «εκλογικός δρόμος προς τον αυταρχισμό». Οι πραγματικοί κίνδυνοι για την Δημοκρατία είναι πια μπροστά μας.

Περιθωριοποίηση των κοινοβουλευτικών θεσμών και των κομμάτων, τεχνοκρατικοποίηση των πολιτικών αποφάσεων, υποκατάσταση των αντιπροσωπευτικών θεσμών από φορείς της λεγόμενης δημοκρατίας της συνηγορίας (ΜΚΟ κλπ), διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και αποστέωση της πολιτικής από τον δημόσιο χαρακτήρα. Ιδού πως βυθίζεται το κοινοβουλευτικό σύστημα.

Σημαντικές ευθύνες για την ενίσχυση των άκρων έχει Σοσιαλδημοκρατία. Κρίσιμη στιγμή ήταν το 1999 όταν- επί Κλίντον -άνοιξε ο δρόμος για τους φορολογικούς παράδεισους και ενισχύθηκε η μανιέρα των υπεράκτιων εταιρειών. Όταν παράλληλα προχώρησε η μετατροπή των καταθετικών τραπεζών σε επενδυτικές. Εκεί χάθηκαν οι μείζονες ιδεολογικές διαφορές. Ηττήθηκαν οι ιδέες της προοδευτικής φορολογίας. Η Σοσιαλδημοκρατία προσχώρησε στην θέση που θέλει η παγκόσμια αλληλεξάρτηση, το εμπόριο και οι χρηματοπιστωτικές κινήσεις να μεγαλώνουν την προς αναδιανομή πίτα περισσότερο από την ίδια την παραγωγή. Όμως η πίτα μπορεί να μεγάλωσε -αμφιλεγόμενο και αυτό- αλλά δεν μοιράστηκε.

Εδώ ακριβώς βρίσκονται οι αγωνιώδεις παρεμβάσεις του Πικετί για την έκρηξη των ανισοτήτων. Ακόμα και μέσα στην πανδημία. Όσο για την οικονομική κρίση του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού που ξεκίνησε το 2008 ο Σιακαντάρης εύστοχα σημειώνει ότι χρησιμοποιήθηκαν Κενσιανές πολιτικές για την σωτηρία των τραπεζικών ομίλων και νεοφιλελεύθερες επιλογές για τους εργαζόμενους. Από αυτή την σκοπιά ενώ ο ίδιος αναγνωρίζει ενδιαφέρουσες πλευρές για την εκδοχή του λεγόμενου Τρίτου δρόμου (Μπλερ-Σρέντερ) παραδέχεται στην συνέχεια ότι η άμβλυνση των ιδεολογικών διακρίσεων και η συζήτηση περί Κέντρου τραυμάτισε την αξία του Σοσιαλδημοκρατικού παραδείγματος.

Αυτού του παραδείγματος που από το 1950 έως το 1980 ήταν το καλύτερο εφαρμοσμένο μοντέλο κοινωνικού συστήματος ισότητας και δικαιωμάτων. Με αφορμή τον «τρίτο δρόμο» προσθέτω εγώ τραυματίστηκε σοβαρά το κράτος πρόνοιας και η ανοδική κοινωνική κινητικότητα. Εδώ νομίζω ότι μπορούμε να δούμε και τα προβλήματα της διαδρομής του ΠΑΣΟΚ, την απομάκρυνση του από την ισχυρή βάση του στις λαϊκές τάξεις και στα μεσαία στρώματα. Την βασική δεξαμενή που του εξασφάλιζε μεγάλες πλειοψηφίες.

Ο Σιακαντάρης επιμένει στην Σοσιαλδημοκρατία. Η λύση είναι στην ενότητα του ρεπουμπλικανισμού με τον δημοκρατικό φιλελευθερισμό στο πλαίσιο μιας Σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής που ασκείται στα κέντρα των κοινωνιών. Εκεί δηλαδή το ενδιαφέρον για την παραγωγή συναντάται με το κράτος πρόνοιας και τις αναδιανεμητικές πολιτικές . Ταυτόχρονα συμπληρώνει ότι σήμερα προστίθεται ένα νέο ζήτημα.

Η μεταπολιτική. Μία αντίληψη δηλαδή που θεωρεί πως για να είναι σήμερα η πολιτική αποτελεσματική πρέπει να απογυμνωθεί από τα παλαιά χαρακτηριστικά της που είναι το κράτος, οι τάξεις, τα συνδικάτα, τα πολιτικά αφηγήματα και οι ιδεολογίες. Γι αυτό δηλώνει πως πέρα από τις αναγκαίες συναινέσεις αξία έχει να τεθούν στο προσκήνιο και οι συγκρούσεις. Ό,τι δηλαδή αφορούν τα επίδικα από τις ιδεολογικές, τις κοινωνικές αντιπαραθέσεις. Εδώ συμφωνώ 100%.

Ο Σιακαντάρης έχει γράψει ένα βιβλίο με ισχυρή θεωρητική ραχοκοκαλιά. Προσωπικά –του το είπα- πιστεύω ότι προχωρά σε μια αναθεωρητική οπτική με βάση το προηγούμενο βιβλίο του «Το πρωτείο της Δημοκρατίας». Μού θυμίζει την αναθεωρητική επαναπροσέγγιση του Άντονι Γκίντενς για τον «τρίτο δρόμο» με βάση τις μεταγενέστερες αναλύσεις του. Αυτή βέβαια είναι η αξία των ανοιχτών, αντιδογματικών διανοητικών αναζητήσεων.

Το βιβλίο επίσης έχει ένα μοναδικό χάρισμα. Παράλληλα με τις θέσεις του συγγραφέα παρουσιάζεται ένα φοβερό μωσαϊκό από προβληματισμούς πολλών διανοουμένων, προτάσεις για βιβλία, παραπομπές, περιγραφή απόψεων, πληροφορίες. Πρόκειται για ένα καλειδοσκόπιο ιδεών. Ένα είδος εγκυκλοπαίδειας φιλοσοφικών και πολιτικών στοχασμών. Διαβάζοντας το βιβλίο κερδίζεις σε γνώσεις και μαθαίνεις για την κίνηση των ιδεών. Ομολογώ πως κάτι τέτοιο είναι ένα σημαντικό ηθικό πλεονέκτημα και για την μελέτη και για τον συγγραφέα.

(Ο Θόδωρος Μαργαρίτης είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, γραμματέας της πολιτικής κίνησης Ανανεωτική Αριστερά- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Το Βήμα" της Κυριακής)