Opinions

Ένα βιβλίο για το «μετά του τώρα» και το κοντινό αύριο της δημοκρατίας

Ηλίας Καραβόλιας Ηλίας Καραβόλιας
Ένα βιβλίο για το «μετά του τώρα» και το κοντινό αύριο της δημοκρατίας
«Τι Δημοκρατίες θα υπάρχουν το 2050» του Γιώργου Σιακαντάρη, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια.

«Γίνεται πράγματι να νοσταλγούμε το μέλλον ;» αναρωτιέται σε ένα πρόσφατο βιβλίο του ο σπουδαίος ψυχαναλυτής Massimo Recalcati. Υπάρχουν όμως κάποιοι στοχαστές που μέσα στον καταιγισμό της ιντερνετικής πληροφορίας και της συμπιεσμένης καθημερινότητας, μέσα στην αλλοτρίωση της επιτάχυνσης των πολλαπλών συμβάντων, επιμένουν να βλέπουν μακριά.
Επιμένουν να τοποθετούν την εστίαση της σκέψης τους στο μέλλον, στο αύριο, στο διαρκές ζητούμενο για το «μετά».

Ο Γιώργος Σιακαντάρης, διακεκριμένος κοινωνιολόγος, γνωστός αρθρογράφος και συγγραφέας με μια μονίμως διαφωτιστική επιστημονική οπτική στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα, με το τελευταίο του βιβλίο («Τι Δημοκρατίες θα υπάρχουν το 2050» εκδόσεις Αλεξάνδρεια) δεν προσθέτει απλά ένα ακόμη έργο στον γνωστό πλέον παγκόσμιο διάλογο για την μετά-πολιτική.
Με τον υπότιτλο που επιλέγει ( μεταδημοκρατία, μετάπολιτική, μετάκόμματα) ιεραρχεί τους προβληματισμούς του και τοποθετεί το σημαίνον «δημοκρατία» πριν από τα υπόλοιπα, αναρωτώμενος για το διαρκώς μεταλλασσόμενο είδος των δημοκρατιών στις κοινωνίες, με ορίζοντα το μέσο του αιώνα μας.

dimokraties_vivlio_2cda7.jpg

Ο υποψιασμένος αναγνώστης όμως ( ειδικά ένας μακροοικονομολόγος) δεν μπορεί να μην επηρεαστεί - βλέποντας κιόλας τα περιεχόμενα του βιβλίου - από τον επίλογο : «Παγκοσμιοποίηση : δώρο, κατάρα ή πρόκληση ;». Αν όμως υποκύψει κανείς στον πειρασμό και ξεκινήσει να διαβάσει πρώτα τον επίλογο, ουσιαστικά χάνει το γιατί ο συγγραφέας καταλήγει να πραγματεύεται στο τέλος του έργου του αυτό το «συστημικό» ερώτημα( που φυσικά παραπέμπει σε διαρκές ενδοκαπιταλιστικό ζητούμενο).

Σε όλη την πορεία του βιβλίου ο αναγνώστης καθοδηγείται ( εξαντλητικά πολλές φορές αλλά πάντως κατατοπιστικά και με διεισδυτικά επιχειρήματα) στο να σκεφτεί τις βαθύτερες αιτίες και την σύγχρονη δομική συσχέτιση δημοκρατίας - πολιτικής - οικονομίας- κοινωνίας στον υπερσυνδεδεμένο κόσμο μας.

Ο Σιακαντάρης όμως δεν συσχετίζει τόσο «εύκολα» τα προαναφερθέντα πεδία ανάλυσης του αλλά προσπαθεί να τα προβάλλει ταυτόχρονα τόσο ως αλληλένδετα και αλληλεπιδραστικά όσο και ως αυτόνομους χώρους, όπου το περίφημο «μετά» διαμορφώνει ζητούμενα και σημαίνοντα.

Και το επιτυγχάνει ξεφεύγοντας από το απλοϊκό ερώτημα τι τελικά εστί αυτό το «μετά» σήμερα, εποχή επιφανειακής αμεσοδημοκρατίας, εποχή αναγκαίας επιστροφής στις θεμελιώδεις έννοιες και στα μακραίωνα ζητούμενα του βίου και των κοινωνικο-πολιτικών συστημάτων.

Τον απασχολεί - αυτό είναι άλλωστε εμφανές για έναν χρόνιο αναγνώστη του - το σχετικό όριο της φιλελεύθερης δημοκρατίας όπως αυτό μετατοπίζεται διαρκώς από τις θεσμικές ανισορροπίες αλλά και τις συσχετίσεις μεταξύ κομμάτων και μεταβαλλόμενων τύπων εξουσιών. Και συγκριτικά με άλλους συγγραφείς δεν αρέσκεται σε βολικούς ορισμούς παραδοσιακών εννοιών που οδηγούν την κοινωνία των πολιτών και τα μεμονωμένα υποκείμενα σε υπεραπλουστεύσεις και διπολικά σχήματα ερμηνείας.

Με πυρήνα της ανάλυσης του κυρίως, αλλά όχι μόνο, τις μορφές των κομμάτων και των ιδεολογιών που συνεχώς μετασχηματίζονται, εξηγεί με κατανοητό τρόπο κάτι ιδιαίτερα σημαντικό που συστηματικά θέλει να απωθεί η νεοελληνική (τουλάχιστον) πολιτική και κοινωνιολογική σκέψη : πως πήρε διαζύγιο η πολιτική από την «δημόσια» πολιτική.

Εκεί ακριβώς εδράζεται και ο συνεχής προβληματισμός του συγγραφέα για τις συνέπειες και τις επιδράσεις του τεχνοκρατικού κυρίαρχου σκηνικού τόσο σε κόμματα όσο και σε υπερεθνικούς θεσμούς, όσο και μέσα στις ίδιες τις κοινωνίες πλέον, παράλληλα με τις επισημάνσεις του για τα σύγχρονα φαινόμενα ώσμωσης οικονομίας και πολιτικής.

Επισημαίνει την επικίνδυνη ροπή του επικοινωνιακού πολιτικού παίγνιου με τον μανδύα του ελιτίστικου λαϊκισμού ( όπου παραθέτει παραδείγματα από τον τραμπισμό μέχρι φαινόμενα όπως το ακραίο κέντρο).
Θίγονται δε επαρκώς στο βιβλίο στρεβλώσεις και παραδοσιακά ανελαστικά φαινόμενα των σύγχρονων δημοκρατιών και των κρατικών εξουσιών που τις περιτυλίγουν (αρχηγοκεντρικά κόμματα, πρωθυπουργοκεντρικές κυβερνήσεις, θεσμική περιθωριοποίηση, κ.α).

Ο κοινωνιολόγος Σιακαντάρης δεν αμελεί φυσικά - όπως σε πολλά άρθρα και βιβλία του - να προσομοιώσει στις ανησυχίες του το «κοινωνικό» και την πολιτισμική συγκυρία που τελικά το περιβάλλει. Αν όμως ο αναγνώστης επιχειρήσει να ιδεολογικοποιήσει τα επιχειρήματα του βιβλίου για την προσέγγιση σε φαινόμενα της εποχής όπως ο άκρατος δικαιωματισμός, ο ανερχόμενος νεοεθνικισμός ή ακόμη και η νέα διάσταση του θρησκευτικού μέσα στο μεταπολιτικό και μεταδημοκρατικό διακύβευμα, τότε ίσως δυσκολευτεί να ερμηνεύσει την οπτική του συγγραφέα για τα πορίσματα και τις προτάσεις του, τις θέσεις και τις απόψεις του.

Και τέτοιες υπάρχουν πολλές και είναι μάλλον επίκαιρες σχετικά με αρκετές θεσμικές μετασχηματιστικές λύσεις σε φλέγοντα θέματα ή σε μελλούμενα που μάλλον θα χρειαστούν οι κοινωνίες και τα κόμματα να αντιμετωπίσουν λίαν συντόμως.

Άλλωστε τόσο στη αρθρογραφία όσο και στην βιβλιογραφία του ο Σιακαντάρης διακρίνεται για τον «ανησυχητικό» και προνοητικό του λόγο, και όχι απλά για την βολική περιγραφή με βάση τα γνωστά πολιτικά και κοινωνιολογικά πρότυπα και τις παραδοσιακές θεωρητικές συνθήκες ιδεολογικής μόνο ανάλυσης και παρέμβασης στο δημόσιο λόγο…

(Ο Ηλίας Καραβόλιας είναι δημοσιογράφος)