Πολιτική

Νικητής το… ΠΑΣΟΚ στον εμφύλιο του ΣΥΡΙΖΑ

Νικητής το… ΠΑΣΟΚ στον εμφύλιο του ΣΥΡΙΖΑ
To ΠΑΣΟΚ κέρδισε... γιατί η σύγκριση της συζήτησης γίνεται με την αντίστοιχη του ΣΥΡΙΖΑ.

Για το ντιμπέιτ του ΠΑΣΟΚ έγραψαν πολλοί και πολλά. Όπως είναι φυσικό, οι εκτιμήσεις διαφέρουν. Αλλά αν καταφέρει κανείς να διαπεράσει την επικοινωνιακή ομίχλη, μπορεί να διαπιστώσει ότι η πλειονότητα των αναλύσεων συμμερίζεται μία εκτίμηση: Ανεξάρτητα από τις επιμέρους επιδόσεις των υποψηφίων, από το ντιμπέιτ βγήκε κερδισμένο το ΠΑΣΟΚ ως όλο.

Η σύγκριση

Το (φαινομενικά) οξύμωρο είναι ότι αρκετοί από όσους θεωρούν ότι το ΠΑΣΟΚ κέρδισε από το ντιμπέιτ, δεν το βρήκαν ιδιαίτερα ενδιαφέρον τόσο πολιτικά όσο και τηλεοπτικά.

Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει οξύμωρο. Οι δύο παρατηρήσεις είναι αληθείς χωρίς να είναι αντιφατικές. Το ΠΑΣΟΚ όντως κέρδισε από ένα μάλλον βαρετό ντιμπέιτ. Και κέρδισε γιατί η σύγκριση της συζήτησης του ΠΑΣΟΚ γίνεται με την αντίστοιχη του ΣΥΡΙΖΑ. Για την ακρίβεια, συγκρίνεται μια κανονική πολιτική συζήτηση (χωρίς ιδιαίτερο βάθος και έμπνευση) με μια τοξική ανταλλαγή απαξιωτικών χαρακτηρισμών, ύβρεων και απειλών.

Πολιτικό γεγονός

Είναι χαρακτηριστικά όσα είπε στο Dnews o διακεκριμένος σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας Ηλίας Τσαουσάκης:

«Οι τηλεμαχίες δύσκολα αλλάζουν ριζικά τη γνώμη ενός ψηφοφόρου, ακόμα και στη σημερινή εποχή, όπου κυριαρχούν η εικόνα και το εφήμερο. Μόνο σε εξαιρετικές συνθήκες και με σοβαρά λάθη από πλευράς υποψηφίων μπορεί ένα debate να λειτουργήσει καταλυτικά υπέρ ή κατά κάποιου. Συνήθως, οι ήδη διαμορφωμένες απόψεις και αμφιβολίες απλώς ενισχύονται».

Ο κ. Τσαουσάκης προσέθεσε: «Η χθεσινή τηλεμαχία δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Οι υποψήφιοι προσπάθησαν να εδραιώσουν τις θέσεις τους ή να κλονίσουν τις βεβαιότητες του κοινού. Σε μεγάλο βαθμό αυτό επιτεύχθηκε, ιδιαίτερα στο κομμάτι των αμφιβολιών. Η τρίωρη συζήτηση διεξήχθη μέσα σε ένα σφιχτό τηλεοπτικό πλαίσιο, που μπορεί να περιόρισε τον ελεύθερο διάλογο, αλλά παράλληλα έδωσε σε όλους τους υποψήφιους την ευκαιρία να εφαρμόσουν τη στρατηγική τους»

Καταλήγοντας, ο Ηλίας Τσαουσάκης υπογραμμίζει: «Σοφότεροι πολιτικά δεν γίναμε, παρακολουθήσαμε όμως ένα πολιτικό γεγονός, σε αντίθεση με ένα διαρκές reality που εκτυλίσσεται στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό και το βασικό πολιτικό συμπέρασμα της βραδιάς δεν αφορά τόσο τα πρόσωπα, όσο την εικόνα ενός ΠΑΣΟΚ που προσπαθεί να διεκδικήσει και πάλι τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να είναι παγιδευμένος σε μια παρατεταμένη εσωστρέφεια. Ένα debate όμως προφανώς και δεν μπορεί να φέρει την άνοιξη για το ΠΑΣΟΚ. Οι προκλήσεις για τη νέα του ηγεσία είναι τεράστιες και θα έχουν να κάνουν κυρίως με την ανασύνθεση ενός εναλλακτικού κυβερνητικού πόλου».

Οι εκστρατείες

Το ντιμπέιτ ακολούθησε το δρόμο που έχουν χαράξει στις εκστρατείες τους οι υποψήφιοι αρχηγοί του ΠΑΣΟΚ. Οι εκστρατείες αυτές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν συντηρητικές γιατί βασικό μέλημά τους είναι η αποφυγή του λάθους και όχι η αναζήτηση της προωθητικής ιδέας που θα αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού. Είναι φανερή επίσης η προχειρότητα στις προγραμματικές επεξεργασίες ενώ δεν έχει καταστεί καθαρό ποιες ακριβώς είναι οι διαφορές στα πολιτικά σχέδια των υποψηφίων αρχηγών.

Ωστόσο, οι υποψήφιοι μέχρι τώρα δεν έχουν υπερβεί τα εσκαμμένα της εσωκομματικής δεοντολογίας. Οι αιχμές και οι αντιπαραθέσεις δεν λείπουν βέβαια, αλλά ποτέ δεν ξεπερνούν το όριο εκείνο πέρα από το οποίο αρχίζει να απειλείται η συνοχή του κόμματος.

Γι ‘αυτό άλλωστε οι εσωκομματικές εκλογές παρά την αναπόφευκτη εσωστρέφεια που φέρνουν, δεν προκαλούν ζημιά στον ΠΑΣΟΚ.

Ο εμφύλιος

Αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μπει σε μια δίνη αυτοκαταστροφής. Η καθαίρεση Κασσελάκη δεν λύτρωσε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η διαδικασία για την εκλογή νέου αρχηγού που άνοιξε μετά την καθαίρεση, γίνεται κάθε μέρα πιο τοξική με τα πολιτικά επιχειρήματα να απουσιάζουν. Η πλευρά Κασσελάκη κάνει καμπάνια εκτοξεύοντας κατηγορίες ακόμα και για τη χρηστή διαχείριση των οικονομικών του κόμματος, με αποκορύφωμα τη συκοφαντική αθλιότητα κατά του Κώστα Ζαχαριάδη.

Έχουμε γράψει πολλές φορές ότι οι υβριστικές εκφράσεις που χρησιμοποιούνται εντός του ΣΥΡΙΖΑ, σπανίως χρησιμοποιούνται ακόμα και από πολιτικούς αντίπαλων κομμάτων.

Πλέον έχει ξεπεραστεί και αυτό το όριο. Γιατί στα 50 χρόνια της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας δεν είχαν ακουστεί οι χαρακτηρισμοί «χούντα» και «πραξικοπηματίες», τους οποίους εκτοξεύουν οι κασσελίστας εναντίον των «87».

Στον ΣΥΡΙΖΑ διεξάγεται ένας ανοιχτός εσωκομματικός εμφύλιος, πρωτοφανούς βιαιότητας.

Η επικείμενη διάσπαση

Το ερώτημα είναι πώς μπορούν οι δύο πλευρές να συνυπάρξουν μετά τις εκλογές, με όλα αυτά τα απίστευτα που ακούγονται. Η προφανής απάντηση είναι ότι δεν θα συνυπάρξουν. Ο εσωκομματικός εμφύλιος οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε μια νέα διάσπαση που θα γκρεμίσει τον ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αφού θα αποχωρήσουν οι βουλευτές της πλευράς που θα χάσει στις εκλογές. Μόλις 4 έδρες χωρίζουν σήμερα τον ΣΥΡΙΖΑ από το ΠΑΣΟΚ.

Η προοπτική της νέας διάσπασης και της έκπτωσης από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα έπρεπε αν προκαλεί έντονη ανησυχία. Φευ! Ο βουλευτής Πέτρος Παππάς που ανήκει στο επιτελείο των κασσελίστας, δήλωσε ότι «δεν έχει και τόση σημασία αυτό (ΣτΣ το να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ αξιωματική αντιπολίτευση). Καλύτερα να έχουμε ένα κόμμα που να σέβεται τον πρόεδρό του». Πρόκειται για πρωτοφανή δήλωση που δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατευθύνεται με σπασμένα τα φρένα προς τη διάσπαση.

Όλοι χαμένοι

Από τον εσωκομματικό εμφύλιο δεν θα βγει επί της ουσίας κερδισμένη καμία πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, συμπεριλαμβανομένης εκείνης που θα υπερισχύσει στις εσωκομματικές εκλογές. Κι αυτό για δύο λόγους:

1. Ο όποιος ΣΥΡΙΖΑ προκύψει, θα είναι ακόμα μικρότερος από το σημερινό κόμμα που έχει χάσει το 40% της δύναμης του στις ευρωεκλογές.

2. Το τσουνάμι της τοξικότητας δεν αφήνει απρόσβλητο κανένα στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα κι εκείνα που είναι πιο συγκρατημένα. Η τοξικότητα οδηγεί έναν ολόκληρο χώρο στην απαξίωση.

Όπως φάνηκε στο ντιμπέιτ και τις δημοσκοπήσεις, από τον εμφύλιο του ΣΥΡΙΖΑ βγαίνει νικητής το… ΠΑΣΟΚ. Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να μην ενθουσιάζει και να μην πείθει ως κυβερνητική εναλλακτική λύση, αλλά διαθέτει μια στοιχειώδη λειτουργία κόμματος. Κατά συνέπεια, παγιώνεται ως η κυρίαρχη δύναμη στο χώρο της Κεντροαριστεράς.
Κανονικά θα έπρεπε να το σκεφτούν αυτό τα στελέχη και του ΣΥΡΙΖΑ πριν ολοκληρώσουν την πορεία της αυτοκαταστροφής. Δεν μοιάζει όμως πιθανό να το κάνουν.