Πολιτική

Οι τακτικισμοί Μαξίμου για τον εκλογικό νόμο και τα πραγματικά προβλήματα

Οι τακτικισμοί Μαξίμου για τον εκλογικό νόμο και τα πραγματικά προβλήματα
Οι αντιδράσεις από τη δήλωση Γεωργιάδη για τον εκλογικό νόμο και η αδυναμία της κυβέρνησης να αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα.

Τα κυβερνητικά πολιτικά παιχνίδια με τον εκλογικό νόμο συνεχίζονται, εγείροντας θέμα αξιοπιστίας και για τον ίδιο τον πρωθυπουργό ο οποίος έχει αποφύγει να ξεκαθαρίσει με απόλυτα κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν πρόκειται να αναλάβει η κυβέρνηση πρωτοβουλία αλλαγής στην κατεύθυνση διευκόλυνσης της αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος.

Μπροστά στο κύμα πολιτικών αντιδράσεων που πυροδότησε η θέση που διατύπωσε ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης στο Dnews περί αλλαγής του εκλογικού νόμου, το Μέγαρο Μαξίμου επέλεξε να πάρει αποστάσεις δια του κυβερνητικού εκπροσώπου. Ο κ. Μαρινάκης «ξεκαθάρισε» ότι «δεν υπάρχει συζήτηση για αλλαγή του εκλογικού νόμου», η τοποθέτηση αυτή απέχει όμως από μία κατηγορηματική διάψευση. Κάτι που δεν σηματοδοτεί ούτε το σχόλιο που έκανε η γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ, Μαρία Συρεγγέλα λέγοντας «νομίζω ότι αυτή η συζήτηση δεν είναι της παρούσης».

Η ουσία είναι ότι οι, σκόπιμα μη κατηγορηματικές, απαντήσεις του ίδιου του πρωθυπουργού από την στιγμή που η υποχώρηση της ΝΔ από το 41% στο 28% άρχισε να αποκτά...μόνιμα χαρακτηριστικά, είναι εκείνες που δημιουργούν το υπόβαθρο για να επανέρχονται διαρκώς στο προσκήνιο σενάρια περί αλλαγής του εκλογικού νόμου. Κάτι που δεν γίνεται φυσικά εν κενώ καθώς υφίστανται και ως εισηγήσεις από συνεργάτες του πρωθυπουργού.

Δεύτερες σκέψεις

Οι δεύτερες σκέψεις που υπάρχουν στο Μέγαρο Μαξίμου για το ζήτημα αυτό, ως αποτέλεσμα της διαφοροποίησης του πολιτικού κλίματος μετά τις ευρωεκλογές, γίνονται αντιληπτές και από την εξέλιξη των δημόσιων δηλώσεων του κ. Μητσοτάκη πριν και μετά την εκλογική ψυχρολουσία του Ιουνίου.

Κατά την συνέντευξη τύπου στην ΔΕΘ του 2023- τρεις μήνες μετά την διπλή εκλογική νίκη της ΝΔ- ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάριζε ότι «ως προς τις εθνικές εκλογές, δεν είναι στις προθέσεις μου να κάνω καμία αλλαγή στον εκλογικό νόμο».

Σε τηλεοπτική του συνέντευξη τον Ιούλιο 2024, δήλωνε ότι «δεν θα αλλάζουν οι κανόνες του παιχνιδιού» ως προς τον εκλογικό νόμο, προσθέτοντας χαρακτηριστικά ότι «αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού και με αυτούς θα πάμε».

Αναγνώριζε μάλιστα τότε ότι «όσο μιλάμε για το ζήτημα αυτό, τόσο δίνουμε την εντύπωση στους πολίτες ότι μας ενδιαφέρουν οι τακτικισμοί και η διαιώνιση της θητείας μας και όχι τα πραγματικά προβλήματα».

Στην ΔΕΘ του 2024, που πραγματοποιήθηκε όχι μόνο στον απόηχο του αρνητικού για τη ΝΔ εκλογικού αποτελέσματος, αλλά και εν μέσω αδυναμίας του κυβερνώντος κόμματος να δημιουργήσει προϋποθέσεις ανάκαμψης με τις μετεκλογικές πρωτοβουλίες του (ανασχηματισμός κ.λ.π), ο πρωθυπουργός δήλωσε μεν αισιόδοξος ότι η ΝΔ μπορεί να επαναλάβει το 2027 το προηγούμενο του 2023 που πήρε στις κάλπες υψηλότερο ποσοστό απ’ ότι έδειχναν οι δημοσκοπήσεις, δεν έκλεισε ωστόσο, την φορά αυτή, τα σενάρια για αλλαγή του εκλογικού νόμου.

Περιορίστηκε να συστήσει σε όσους «προβλέπουν ότι η αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές με τον υφιστάμενο εκλογικό νόμο είναι άπιαστο όνειρο, λίγη υπομονή και ίσως κάποιες χρήσιμες ιστορικές αναφορές στο τι έγινε την προηγούμενη τετραετία».

Αδυναμία αναστροφής του κλίματος

Η συντήρηση της σχετικής συζήτησης μέσα από το ίδιο το κυβερνητικό στρατόπεδο, αναδεικνύει την ανησυχία μπροστά στην συνεχιζόμενη αδυναμία αναστροφής του αρνητικού κλίματος, αλλά και στο ενδεχόμενο να βρεθεί η ΝΔ στις επόμενες εκλογές σε θέση να χρειάζεται να συνομιλήσει με πολιτικές δυνάμεις εκ δεξιών της για το ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας.

Το γεγονός ότι στην συνέντευξη τύπου στην ΔΕΘ ο κ. Μητσοτάκης έσπευσε να αποσυνδέσει κάποιες από αυτές τις πολιτικές δυνάμεις από την ακροδεξιά- κάτι που είχε κάνει νωρίτερα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αποσυνδέοντας την Τζόρτζια Μελόνι κατά την συζήτηση περί πιθανών συμμαχιών για την εκλογή της Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν – ενισχύει την αίσθηση ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο αρχίζει πλέον να συνυπολογίζεται στον πολιτικό σχεδιασμό της γαλάζιας ηγεσίας, η οποία είναι σαφές ότι δεν διαθέτει άλλους δυνητικούς κυβερνητικούς συμμάχους.

Με δεδομένο πάντως ότι η κυβέρνηση της ΝΔ έχει εισέλθει στον δεύτερο χρόνο της θητείας της, η μη αποσαφήνιση των προθέσεών της στο ζήτημα του εκλογικού νόμου αρχίζει να έρχεται σε αντίθεση και με την πάγια θέση του κ. Μητσοτάκη- την οποία εξέφραζε από τότε που ήταν στην αξιωματική αντιπολίτευση και δεσμευόταν για κατάργηση της απλής αναλογικής- ότι οι αλλαγές στους κανόνες του παιχνιδιού πρέπει να γίνονται στην αρχή της θητείας και σε ουδέτερο πολιτικό χρόνο.

Η αλλαγή του εκλογικού νόμου είχε προωθηθεί λίγους μήνες μετά την εκλογική νίκη του Ιουνίου 2019, με τον τότε αρμόδιο υπουργό Τάκη Θεοδωρικάκο να μιλά για πράξη πολιτικής αξιοπιστίας τονίζοντας ότι η κατάθεση του εκλογικού νόμου από τώρα, 3,5 χρόνια πριν από τη λήξη της 4ετίας, καθαρίζει το πολιτικό τοπίο και ξεκαθαρίζουν και οι όροι του εκλογικού ανταγωνισμού.

Δεκαπέντε μήνες μετά τις εθνικές εκλογές του 2023 και οδεύοντας πλέον προς το μέσο της δεύτερης κυβερνητικής θητείας της ΝΔ, ο χρόνος δύσκολα μπορεί να χαρακτηρίζεται για πολύ ακόμα «ουδέτερος», πολύ περισσότερο όταν συμπίπτει με διαρκή υποχώρηση της αίσθησης πολιτικής κυριαρχίας της ΝΔ.

Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση οφείλει να σταματήσει την συζήτηση ξεκαθαρίζοντας με τρόπο πειστικό ότι δεν θα υπάρξει καμία αλλαγή του εκλογικού νόμου.

Σε διαφορετική περίπτωση κινδυνεύει να επιβεβαιώνει αυτό που ξόρκιζε ο ίδιος ο πρωθυπουργός: Την ενδιαφέρουν οι τακτικισμοί και η διαιώνιση της θητείας της και όχι τα πραγματικά προβλήματα.

NETWORK