Διεθνή

Πόσο «νεκρή» είναι πραγματικά η TTIP;

Πόσο «νεκρή» είναι πραγματικά η TTIP;
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου Μυστικά και ψέματα γύρω από την όψιμη αντίθεση των γερμανών σοσιαλδημοκρατών και της γαλλικής κυβέρνησης στη Διατλαντική Εταιρική Σχέση Επενδύσεων και Εμπορίου

Ένας πραγματικός πόλεμος δηλώσεων και αντι-δηλώσεων βρίσκεται σε εξέλιξη από την Κυριακή για την τύχη της διαβόητης Διατλαντικής Εταιρικής Σχέσης Εμπορίου και Επενδύσεων, της γνωστής με τα αρχικά TTIP.

Πρώτος άνοιξε πυρ εναντίον της ο αρχηγός του SPD και αντικαγκελάριος της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, δηλώνοντας ότι οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία έχουν πρακτικά αποτύχει εξαιτίας των σκληρών θέσεων που κρατούν οι Aμερικανοί διαπραγματευτές. Υπέρ της θέσης του πλειοδότησε ο ομογάλακτος ιδεολογικά, σοσιαλιστής Γάλλος υπουργός Εμπορίου Ματίας Φέκλ, που δήλωσε ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να σταματήσουν και να ξεκινήσουν νέες, και προανήγγειλε ότι αυτό θα προτείνει στους ομολόγους του, στο συμβούλιο υπουργών Εμπορίου, στις 22 Σεπτεμβρίου στη Μπρατισλάβα.

Σε διάψευση του Γκάμπριελ έσπευσαν τόσο η αμερικανική πλευρά, όσο και η Κομισιόν, που έχει αναλάβει την εν κρυπτώ διαπραγμάτευση της συμφωνίας. Ο εκπρόσωπος του αμερικανού Εμπορικού Αντιπροσώπου στην ΕΕ Μάικλ Φόρμα δήλωσε ότι υπάρχει σταθερή πρόοδος στις διαπραγματεύσεις, ενώ ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς είπε ότι «οι συνομιλίες πράγματι βρίσκονται σε κρίσιμο στάδιο. Αλλά δεδομένου ότι οι συνθήκες είναι οι σωστές, η Κομισιόν είναι έτοιμη να κλείσει την συμφωνία μέχρι το τέλος του χρόνου».

Φυσικά, ακόμη κι αν δεν ισχύει ο ισχυρισμός του Γκάμπριελ ότι η συμφωνία TTIP είναι «κλινικά νεκρή», ουδείς μπορεί να συμμεριστεί την αισιοδοξία της Κομισιόν ότι είναι δυνατή η κατάληξή της μέχρι το τέλος του χρόνου.

Το colpo grosso των πολυεθνικών
Τι πραγματικά, λοιπόν, συμβαίνει με την TTIP; Η αλήθεια είναι ότι η ευρωπαϊκή ηγεσία ξεκίνησε αυτή την περίπλοκη διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ πριν από τρία χρόνια σε συνθήκες εξοργιστικής μυστικότητας και αδιαφάνειας, ελπίζοντας ότι θα κυλίσει σαν υγιεινός, διπλωματικός περίπατος. Δεν είχε διανοηθεί το εύρος των αντιδράσεων που θα προκαλούσε στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, και μάλιστα, στις κεντρικές χώρες, με πρώτη τη Γερμανία.

Όσο αποκαλυπτόταν το περιεχόμενο της μυστικής διαπραγμάτευσης, τόσο περισσότερο εμπεδωνόταν η πεποίθηση ότι η συμφωνία είναι ένα colpo grosso των αμερικανικών και ευρωπαϊκών πολυεθνικών που θα ισοπεδώσει πλήθος εργασιακών, περιβαλλοντικών, καταναλωτικών, δημοκρατικών, ακόμη και κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών, χάρη στον μηχανισμό ISDS, τη διαιτησία επίλυσης διαφορών κράτους-επενδυτή, που δίνει στον δεύτερο τη δυνατότητα να στρέφεται εναντίον οποιασδήποτε κρατικής απόφασης κρίνει ότι θίγει τα συμφέροντά του.

Η αποκάλυψη του χαρακτήρα της TTIP, όπως και των παρόμοιων εμπορικών συμφωνιών (της CETA μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, της TiSA για τις υπηρεσίες, της TPP που δεσμεύει ήδη 12 κράτη του Ειρηνικού), προκάλεσε αντιδράσεις που αιφνιδίασαν τις πολιτικές ηγεσίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον περασμένο Οκτώβριο παραδόθηκαν στην Κομισιόν πάνω από 3,2 εκατ. υπογραφές κατά της TTIP, στο πλαίσιο της διαδικασίας Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας Πολιτών, ενώ τον Σεπτέμβριο προγραμματίζονται διαδηλώσεις σε 10 γερμανικές πόλεις, καθώς και σε Βρυξέλλες και Μπρατισλάβα.

Οι εκλογές φέρνουν την αναδίπλωση
Ωστόσο, το πραγματικά καινούργιο στοιχείο είναι η ηχηρή συνολική διαφοροποίηση της γαλλικής κυβέρνησης και μέρους της γερμανικής. Τι συνέβη και μέσα σε λίγους μήνες τα δυο μεγαλύτερα σοσιαλιστικά κόμματα της Ευρώπης που βρίσκονται στις αντίστοιχες κυβερνήσεις έκαναν στροφή 180 μοιρών;

Οι εκλογικές αναμετρήσεις που έχουν μπροστά τους είναι η πιο πρόσφορη εξήγηση. Οι Σοσιαλιστές του Ολάντ αντιμετωπίζουν αληθινά υπαρξιακή πρόκληση τον Απρίλη, στις προεδρικές εκλογές, απέναντι στη Λεπέν που έχει εγκαίρως εντάξει την αποκήρυξη της TTIP και των άλλων πολυμερών συμφωνιών στην ατζέντα της. Το όραμα της ανάκτησης του «αυτοκρατορικού μεγαλείου» της Γαλλίας που προβάλλει δεν είναι συμβατό με την ΕΕ, πόσο μάλλον με μια Διατλαντική συμφωνία που δεν θα της επέτρεπε να προστατεύσει τους «εθνικούς πρωταθλητές» της γαλλικής οικονομίας. Όπως συμβαίνει και με το προσφυγικό, οι Γάλλοι σοσιαλιστές απαντούν προσχωρώντας διακριτικά στις θέσεις του ακροδεξιού «Εθνικού Μετώπου».

Για παρόμοιους λόγους, ο Γκάμπριελ και το SPD προσπαθούν να «τραφούν» εκλογικά με ό,τι χάνουν οι Χριστιανοδημοκράτες εταίροι τους κυρίως εκ δεξιών, λόγω προσφυγικού, αλλά και ευρύτερα για ό,τι θεωρείται απειλητικό της γερμανικής «ευημερίας». Ο Γκάμπριελ επιχείρησε να κάνει την «κηδεία» της TTIP λίγες μέρες πριν τις εκλογές στο ομόσπονδο κρατίδιο Μεκλεμβούργου - Πομερανίας (την Κυριακή, 4/9) και στο Βερολίνο (18/9). Και υπάρχει κι ένα «σερί» αναμετρήσεων μέχρι τις ομοσπονδιακές εκλογές το φθινόπωρο του 2017 στις οποίες το προσφυγικό, το Brexit και το θέμα της TTIP προσφέρονται ως μοχλοί πίεσης στους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ, τόσο από το εθνικιστικό AfD, όσο και από τους Σοσιαλδημοκράτες κυβερνητικούς εταίρους της.

Διόλου τυχαία, η διαφοροποίηση του Γκάμπριελ ξεκίνησε τον Ιούλιο, όταν η Μέρκελ, μετά τη συνάντησή της με τον Ομπάμα, έσπευσε να δηλώσει την αισιοδοξία της για ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για την TTIP μέχρι το τέλος του έτους.

Το Plan B: CETA + NAFTA = TTIP
Ωστόσο, η αντίθεση του SPD, όπως και της γαλλικής κυβέρνησης, στις διαπραγματεύσεις είναι όψιμη και τυχοδιωκτική. Αφενός επιχειρεί να αλιεύσει εκλογικά από τις απρόσμενες αντιδράσεις της γερμανικής κοινής γνώμης, αφετέρου υπερασπίζεται την έτοιμη για επικύρωση και πανομοιότυπη συμφωνία της ΕΕ με τον Καναδά, τη CETA. Εντός του SPDεπικρατεί ένα ταχυδακτυλουργικός διαχωρισμός μεταξύ της «τοξικής TTIP» και της «καλής CETA», παρότι ρυθμίζουν τα ίδια πεδία και με παρόμοιο, υπέρ των πολυεθνικών, τρόπο.

Μάλιστα, τα λόμπι των αμερικανικών και ευρωπαϊκών πολυεθνικών αντιμετωπίζουν ήδη τη CETA ως Plan B για την ευρωατλαντική ολοκλήρωση, σε περίπτωση που η TTIP δεν τελεσφορήσει, πολλώ μάλλον που και ο ρεπουμπλικανός υποψήφιος Ντόναλντ Τραμπ την απορρίπτει. Και το Plan B συνίσταται στο απλό γεγονός ότι και χωρίς την TTIP οι πολυεθνικές ΗΠΑ και ΕΕ μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους μεταφέροντας τις έδρες τους στον Καναδά, που είναι μέλος της NAFTA, της Βορειοαμερικανικής Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου.

Μια συνδυαστική «χρήση» CETAκαι NAFTA μπορεί να αποδώσει μια σχεδόν πλήρη TTIP.Φυσικά, το ίδιο μπορεί να συμβεί στον τομέα των υπηρεσιών (τράπεζες, υγεία, μεταφορές κλπ) μέσω της πολύ πιο προχωρημένης TiSA στην οποία συμμετέχουν ΗΠΑ και Ε.Ε.

Προφανώς, υπάρχει παιχνίδι υποκρισίας στη στάση των Γερμανών και άλλων Ευρωπαίων σοσιαλδημοκρατών απέναντι στην TTIP. Πιο ειλικρινείς οι Χριστιανοδημοκράτες, που επιχειρώντας να απαντήσουν στους κυβερνητικούς εταίρους τους, αποκαλύπτουν τη γεωπολιτική διάσταση αυτών των συμφωνιών που συνδέουν πάνω από 60 χώρες, ενώ εξαιρούν και κατά κάποιο τρόπο «περικυκλώνουν» την Κίνα και τη Ρωσία. Ο υπεύθυνος εξωτερικών υποθέσεων του CDU δήλωνε χαρακτηριστικά πριν από ενάμιση μήνα: «Επί της ουσίας, το θέμα αφορά στην επικράτηση δυτικών ή κινεζικών κανόνων στην παγκοσμιοποίηση. To να κηρύξεις νεκρή την TTIP, δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά την πολιτική συνθηκολόγηση στο θέμα της διαμόρφωσης της παγκοσμιοποίησης με δυτικά πρότυπα».