Διεθνή

Πανεπιστήμια ιδιωτικά ή δημόσια; Ελλάδα και ευρωπαϊκή πραγματικότητα

Πανεπιστήμια ιδιωτικά ή δημόσια; Ελλάδα και ευρωπαϊκή πραγματικότητα Φωτογραφία: pexels Pixabay
Μία χιλιοπαιγμένη κασέτα, για την ίδρυση ή όχι μη κρατικών πανεπιστημίων κυριαρχεί το τελευταίο διάστημα στη δημόσια συζήτηση.

Η Ελλάδα έχει χωριστεί στα δύο: από τη μία πλευρά, η Κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της μεταρρύθμισης, που μιλούν για την αναγκαιότητα της, ενώ από την άλλη φοιτητές και κόμματα της αντιπολίτευσης που αντιστέκονται σθεναρά και κορυφώνουν τις αντιδράσεις τους για να μην περάσουν οι σχετικές ρυθμίσεις.

Το ερώτημα είναι το εξής: αν δεν χρειαζόταν αλλαγή του άρθρου 16 γιατί καθυστερούν να προχωρήσουν αυτές οι αλλαγές;

Η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων δεν αποτελεί αρνητική εξέλιξη, ούτε φυσικά μπορεί να θεωρηθεί πανάκεια για την αναβάθμιση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, σε μία χώρα που σχεδόν πάντα τρέχει πίσω από τις εξελίξεις. Θα μπορούσαν τα δημόσια πανεπιστήμια να επεκτείνουν τις συνεργασίες τους με άλλα ευρωπαϊκά, και να αυξήσουν τους δείκτες εξωστρέφειας, σε μία περίοδο έντονου ανταγωνισμού.

Εξάλλου, ο νόμος που ψήφισε η αείμνηστη Μαριέττα Γιαννάκου για τη συνεργασία σε επίπεδο μεταπτυχιακών σπουδών έδωσε την ευκαιρία για τα πρώτα δειλά μεν, σοβαρά δε βήματα προς μια νέα προσέγγιση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Επικοινωνίας, μιας ακαδημαϊκής συνεργασίας, με τη συμμετοχή δημόσιων ακαδημαϊκών και επιστημονικών φορέων από την Ελλάδα και την Αυστρία, το οποίο προφέρει μεταπτυχιακά προγράμματα υψηλού κύρους, αλλά δυνατότητες έρευνας πάνω σε επιστημονικά ζητήματα αιχμής.

Ωστόσο, η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει το επόμενο διάστημα ένα σημαντικό ρόλο στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση ως κόμβος σε ολόκληρη την νοτιοανατολική Ευρώπη.

Γι’ αυτό το λόγο, η εισαγωγή νέων σχολών με διεθνές αποτύπωμα και η έλευση ιδιωτικών ξένων πανεπιστημίων μπορεί να βοηθήσει σ’ αυτήν την κατεύθυνση, αλλά και να αυξήσει τους δείκτες του υγιούς ανταγωνισμού.

Σε κάθε περίπτωση χρειάζονται ασφαλιστικές δικλείδες τόσο για την ποιότητα των σπουδών, όσο και για την ίση μεταχείριση των φοιτητών που προέρχονται από τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, η κανονικότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει αποκατασταθεί εδώ και χρόνια με ή χωρίς τη συμβολή των ιδιωτικών ιδρυμάτων.

Η Ολλανδία έχει κάνει σοβαρά βήματα προς τα εμπρός, παρέχοντας ακόμα και προπτυχιακά προγράμματα στην αγγλική γλώσσα, σε μία συντονισμένη προσπάθεια να καλύψει το κενό που άφησε πίσω του το Brexit και η αύξηση του κόστους φοίτησης στα βρετανικά πανεπιστήμια.

Το ίδιο κάνει, αλλά με πιο δειλά βέβαια βήματα, και η Αυστρία, η οποία έχει επενδύσει περισσότερο στην αναβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου, χωρίς αυτό να αποκλείει συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα.

Ακόμα και η Ουγγαρία έχει ανοίξει τις πύλες της στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση του γερμανόφωνου Andrassy Universität Budapest, το οποίο λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, αλλά υποστηρίζεται από την γερμανική και την αυστριακή Κυβέρνηση. Το συγκεκριμένο πανεπιστήμιο παρέχει προγράμματα ακόμα και σε επίπεδο διδακτορικών σπουδών σε συνεργασία με άλλα ιδρύματα από Αυστρία και Γερμανία.

Έχοντας την ευκαιρία να σπουδάσω επί οκτώ χρόνια σε ιδιωτικά και δημόσια πανεπιστήμια σε τέσσερις διαφορετικές χώρες, καταλήγω στο συμπέρασμα πως σημασία έχει να στηριχθούν τα δημόσια πανεπιστήμια, αλλά και να δοθεί η δυνατότητα και στα ιδιωτικά να συμβάλλουν από κοινού στη διαμόρφωση ενός νέου ακαδημαϊκού περιβάλλοντος, που επιτάσσει η νέα εποχή. Τα πράγματα είναι ίσως πολύ πιο απλά, από ότι φαίνονται.