Οικονομία

«Στροφή» στις ενεργειακές καλλιέργειες και τα οπωροκηπευτικά

«Στροφή» στις ενεργειακές καλλιέργειες και τα οπωροκηπευτικά «Στροφή» στις ενεργειακές καλλιέργειες και τα οπωροκηπευτικά
«Η Θεσσαλία είναι μια γεωργική περιοχή με χαρακτηριστικά που μπορούν να δώσουν σημαντική αύξηση των εισοδημάτων από τον πρωτογενή τομέα όσο και από τη μεταποίηση των γεωργικών προϊόντων».

«Έχουμε το 50% των εκτάσεων αρδευόμενα που με καλή διαχείριση μπορούμε να τα διατηρήσουμε. Έχουμε πολλά μικροκλίματα που μπορούν να δώσουν προϊόντα υψηλής ποιότητας και αξίας. Έχουμε ένα ανθρώπινο δυναμικό εξοικειωμένο με την εκμηχανισμένη καλλιέργεια. Έχουμε εύκολη πρόσβαση στις αγορές χάρη στους δρόμους που έχουν γίνει. Θεωρώ ότι η Θεσσαλία θα μπορούσε να μεταφέρει ένα εκατομμύριο στρέμματα από τη μεγάλη καλλιέργεια σε καλλιέργειες οπωροκηπευτικών». Αυτά δηλώνει σήμερα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ομότιμος καθηγητής στο πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Θεοφάνης Γέμτος.

Ο ίδιος, στην ερώτηση, τι πρέπει να κάνουν οι αγρότες δεν παραλείπει να τονίσει τα εξής:

«Οι αγρότες θα πρέπει να σκεφθούν τις εναλλακτικές καλλιέργειες που μπορούν να δώσουν διέξοδο, όπως τουλάχιστον συμπεραίνουν οι τελευταίες μελέτες. Οι ενεργειακές καλλιέργειες φαίνεται να είναι μια ομάδα καλλιεργειών που μπορούν να δώσουν μια λύση. Ήδη στο θεσσαλικό κάμπο υλοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας πρόγραμμα το οποίο μελέτησε όλο το κύκλωμα από την παραγωγή των ενεργειακών φυτών μέχρι την παραγωγή των τελικών προϊόντων και μελέτη της χρήσης από τους τελικούς χρήστες.

Διάφορα σενάρια αναλύθηκαν για να μελετηθούν οι επιπτώσεις στους αγρότες και στην οικονομία της περιοχής, η συμβολή στη συμμόρφωση της χώρας στις διεθνείς της υποχρέωσες και οι επιπτώσεις στο περιβάλλον της Θεσσαλίας. Για την υλοποίηση του προγράμματος έχουν καλλιεργηθεί μέχρι τώρα σε διάφορα θεσσαλικά μικροκλίματα φυτά για παραγωγή υγρών καυσίμων».

Από τις καλλιέργειες που δοκιμάστηκαν, εξηγεί, ο ηλίανθος (πρώτη ύλη για παραγωγή λαδιού και στη συνέχεια βιοντήζελ) και το γλυκό σόργο (πρώτη ύλη για παραγωγή αλκοόλης πρώτης αλλά και δεύτερης γενιάς με ζύμωση των λιγνινοκυτταρινούχων ουσιών, αλλά και τροφοδοσία μονάδων παραγωγής βιοαερίου) έδωσαν πολύ καλά αποτελέσματα, ενώ η ελαιοκράμβη αντιμετώπισε προβλήματα που πιστεύεται ότι με καλύτερη επιλογή ποικιλιών και καλύτερη γνώση ων τεχνικών της καλλιέργειας μπορούν να ξεπεραστούν. Το λάδι από καλλιέργειες όπως ο ηλίανθος, μπορούν να εξαχθούν με ψυχρή συμπίεση στο αγρόκτημα και να χρησιμοποιηθούν μετά από καθάρισμα σε μηχανές Diesel μόνο ή σε μίγματα με πετρέλαιο. Αυτό υποδεικνύει τη δυνατότητα αυτο-παραγωγής ενέργειας στο αγρόκτημα που μπορεί να το κάνει ενεργειακά αύταρκες και ο αγρότης θα επωφεληθεί όλη την αποφορολόγηση. Τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά», προσθέτει επίσης.

Απαντώντας στο ερώτημα, τι απαιτείται για να επιβιώσει η γεωργία στους δύσκολους και έντονα ανταγωνιστικούς καιρούς, ο κ. Γέμτος σημειώνει πως «κατά τη γνώμη μου χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας. Να αφήσουμε πίσω την εύκολη μεγάλη καλλιέργεια στα μεγάλα αγροκτήματα και όλοι οι μικροί καλλιεργητές κάτω των 100 στρεμμάτων να στραφούν προς τα οπωροκηπευτικά και την κτηνοτροφία που θα τους δώσει δουλειά αλλά και εισόδημα για να ζήσουν σε μια χώρα που δεν προβλέπεται να επιστρέψει στην ευδαιμονία των δανεικών ποτέ».

Τέλος ο κ. Γέμπτος τονίζει τα εξής: «Το σημερινό πρότυπο του μικροκαλλιεργητή με τις μικροποσότητες που παράγει και προσπαθεί να πωλήσει. Που προμηθεύεται τα φάρμακα και λιπάσματα που χρειάζεται μεμονωμένα. Που έχει μηχανήματα των οποίων το κόστος χρήσης είναι απαγορευτικό, δεν μπορεί να επιβιώσει στο προσεχές μέλλον με τη μείωση των επιδοτήσεων που θα συνεχιστεί. Τους συμβουλεύω να πάρουν μολύβι και χαρτί και να υπολογίσουν τι τους κοστίζει ό,τι κάνουν για να μπορέσουν να μειώσουν το κόστος παραγωγής για να επιβιώσουν».