Επιστημονικά το σύνδρομο αυτό ορίζεται η άσκηση, στο πλαίσιο των σχέσεων μεταξύ συναδέλφων ή μεταξύ ανωτέρου και κατωτέρου στην ιεραρχία, μιας συστηματικής και διαρκούς επίθεσης σε βάρος ενός προκαθορισμένου θύματος, προκειμένου να ωθηθεί να εγκαταλείψει τη θέση εργασίας του.
Όπως μας εξηγεί ο εργατολόγος - δικηγόρος Γιάννης Καρούζος ο νομοθέτης δεν ενδιαφέρεται μόνο για το Mobbing, αλλά θεσπίζει προστατευτικούς κανόνες για κάθε είδους βίαιη συμπεριφορά, αποσκοπώντας κατ’ άρθρο 2 σε «έναν χώρο εργασίας χωρίς βία και παρενόχληση».
Έτσι, ο νέος νομικός όρος, που περιλαμβάνει κάθε είδους βίαιη συμπεριφορά στην εργασία, είναι «βία και παρενόχληση».
-Τι θεωρείται «βία και παρενόχληση» ;
Ως «βία και παρενόχληση» ορίζονται οι συμπεριφορές ή πρακτικές, οι οποίες είτε:
α) αποσκοπούν στο να προκαλέσουν σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομική βλάβη , ή
β) αντικειμενικά οδηγούν σε τέτοια βλάβη
γ) ή απλώς ενδέχεται να οδηγήσουν σε τέτοια βλάβη.
Φυσικά, η τελευταία αυτή κατηγορία δεν περιλαμβάνει οτιδήποτε μπορεί να θεωρήσει ο κάθε εργαζόμενος ως βλάβη με εντελώς υποκειμενικά κριτήρια. Πρέπει η πράξη να υπερβαίνει αντικειμενικά ορισμένα όρια, τα όρια του κοινωνικά ανεκτού.
Πολύ σημαντική αλλαγή είναι, ότι πλέον δεν απαιτείται η βλαπτική συμπεριφορά να έχει κάποια ιδιαίτερη διάρκεια, συστηματικότητα ή να είναι επανειλημμένη. Αρκεί και μία, μεμονωμένη πράξη.
Επιπλέον, η προστασία του νόμου δεν περιορίζεται στον στενά εργασιακό χώρο αλλά περιλαμβάνει κάθε χώρο που σχετίζεται στοιχειωδώς με την εργασία και μπορεί και να λάβει χώρα μέσω τηλεφώνου ή άλλης ηλεκτρονικής επικοινωνίας.
-Τα δικαιώματα του εργαζόμενου
Αρχικά, ο εργαζόμενος δικαιούται να αποχωρήσει από την εργασία του για εύλογο χρόνο -χωρίς ούτε να στερηθεί τις απολαβές του ούτε να υποστεί κάποια άλλη επίπτωση- , εφόσον κατά την εύλογη πεποίθηση του υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του. Μόνη προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η γραπτή και αιτιολογημένη ενημέρωση του εργοδότη για τον υφιστάμενο κίνδυνο.
Επίσης, ο εργαζόμενος έχει αξίωση αποζημίωσης για το σύνολο της περιουσιακής του ζημίας , αλλά και αποζημίωση για ηθική βλάβη. Έτσι πλέον δεν απαιτείται η -ιδιαίτερα δύσκολη στην πράξη- ειδική απόδειξη ύπαρξης ηθικής βλάβης, αφού αυτή θεωρείται δεδομένη κάθε φορά που υπάρχει βία και παρενόχληση.
Τέλος, ο εργαζόμενος δικαιούται να προσφύγει στην Επιθεώρηση Εργασίας, η οποία μπορεί -αλλά δεν υποχρεούται- να επιβάλλει τις εξής διοικητικές κυρώσεις:
Α) Χρηματικά πρόστιμα κλιμακούμενα ανάλογα με τη συμπεριφορά του εργοδότη.
Β) Σε περίπτωση εμφάνισης κινδύνου για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλεια του εργαζόμενου, μπορεί να δοθεί στον εργοδότη εντολή λήψης προσωρινών μέτρων προστασίας, όπως απομάκρυνση του καταγγέλλοντα από την εργασία χωρίς στέρηση αποδοχών, μετάθεση ή απασχόληση με τηλεργασία.
Γ) Σε περίπτωση που έχει ήδη γίνει προσφυγή στην Επιθεώρηση και συμβεί νέο περιστατικό βίας και παρενόχλησης ( υποτροπή), τότε, επιβάλλεται και νέο πρόστιμο, και προσωρινή διακοπή λειτουργίας της επιχείρησης, έως 5 μέρες. Την εκτέλεση της κύρωσης αυτής εγγυάται η αρμόδια αστυνομική αρχή.
Οι δε εργαζόμενοι ουδόλως πλήττονται από την επιβαλλόμενη διακοπή λειτουργίας, καθώς, ο χρόνος που διαρκεί αυτή, θεωρείται κανονικά χρόνος εργασίας ως προς όλα τα εργασιακά δικαιώματα.
Ο επικουρικός ρόλος των συνδικαλιστικών οργανώσεων
Ο εργαζόμενος, είτε επιλέξει τη δικαστική οδό, είτε στραφεί στην Επιθεώρηση, μπορεί να επιτρέψει σε συνδικαλιστικές οργανώσεις ή άλλα συναφή νομικά πρόσωπα να παρέμβουν υπέρ αυτού για να τον υποστηρίξουν, αλλά ακόμα και να ασκήσουν εξαρχής τα ίδια την προσφυγή.
Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι η προστασία του νόμου δεν περιορίζεται στην εξαρτημένη εργασία, αλλά περιλαμβάνει όλους ανεξαιρέτως τους απασχολούμενους υπό οποιαδήποτε μορφή στον ιδιωτικό τομέα