Για τις τάσεις που διαμορφώνονται διεθνώς στον τομέα των μεγάλων έργων υποδομών αλλά και τις αλλαγές μίλησε ο Πέτρος Σουρέτης, Εντεταλμένος Σύμβουλος και Εκτελεστικό Μέλος Δ.Σ. της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, στο συνέδριο της Ναυτεμπορικής.
Αναφέρθηκε στις μεγάλες ανάγκες της Ελλάδας σε έργα υποδομών (αστικοί και υπεραστικοί αυτοκινητόδρομοι, γέφυρες, σήραγγες, Μετρό, Τραμ, Σιδηρόδρομοι, λιμάνια, μαρίνες, αεροδρόμια, υδραυλικά και ενεργειακά έργα κ.α.), τονίζοντας πως δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αναλογιστεί πόσες μεγάλες είναι οι ελλείψεις ή οι ανάγκες της χώρας μας σε έργα υποδομής.
«Οι συμπολίτες μας στην καθημερινότητά τους έρχονται συνεχώς αντιμέτωποι με αυτή τη σκληρή πραγματικότητα. Μη ξεχνάμε για παράδειγμα τι σήμαινε μέχρι πρότινος το ταξίδι από την Αθήνα στην Πάτρα και τι σημαίνει ακόμα και σήμερα η μετακίνηση μέσω του Βόρειου Οδικού Άξονα στην Κρήτη» είπε ο κ. Σουρέτης προσθέτοντας πως οι ανάγκες είναι πράγματι πολλές και τα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας δεν επαρκούν για να τις καλύψουν.
Ο κ. Σουρέτης αναφέρθηκε και στο θέμα της συντήρησης και της λειτουργίας των υποδομών, που χαρακτήρισε ακόμη πιο κρίσιμο από την απλή κατασκευή τους.
«Έχει πλέον γίνει κοινή συνείδηση ότι τα έργα δεν τελειώνουν με την κατασκευή τους, αλλά ότι αντιθέτως απαιτούν διαρκή συντήρηση και μέριμνα για την αποδοτική λειτουργία τους και πως – κακά τα ψέματα- το ελληνικό δημόσιο δεν φημίζεται για την ικανότητά του να συντηρεί και να λειτουργεί υποδομές» ανέφερε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας πως οι σύγχρονες απαιτήσεις για smart, green και sustainable υποδομές θέτουν ψηλά τον πήχυ για τη συντήρηση και λειτουργία των υποδομών.
Συνέχισε δε, λέγοντας πως «η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ με ιστορία πάνω από 50 χρόνια στον κατασκευαστικό κλάδο και με δραστηριοποίηση περισσότερων των δυο δεκαετιών στη διαχείριση έργων υποδομής, όπως οι αυτοκινητόδρομοι Νέα και Κεντρική Οδός, διέγνωσε εγκαίρως αυτή την ανάγκη. Τα έργα υποδομής λοιπόν που έχει εξασφαλίσει η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ αποτελούν μόλις μέρος ενός ευρύτερου στρατηγικού πλάνου που υλοποιεί αθόρυβα εδώ και χρόνια ο Όμιλος, με στόχο να μετεξελιχθεί σε έναν πλήρως καθετοποιημένο όμιλο, με το μεγαλύτερο και πιο διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο παραχωρήσεων υποδομών σε ελληνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο», είπε ο κ. Σουρέτης, δίνοντας το στίγμα για τη στόχευση του Ομίλου.
»Η συνολική επενδυτική ισχύς της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ ξεπερνάει τα 3 δισ. ευρώ ως χρήματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ίδια κεφάλαια σε επενδύσεις. Λαμβάνοντας υπόψη τη δυνατότητα μόχλευσης μέσω δανεισμού, το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται και είναι διαθέσιμο για χρηματοδότηση έργων, που είναι απολύτως απαραίτητα για τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών αλλά και για την αναβάθμιση της θέσεως της χώρας μας εν γένει», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Μιλώντας για τον κατασκευαστικό κλάδο της χώρας και τις προοπτικές και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, ο κ. Σουρέτης επεσήμανε πως «αναμφίβολα ο κατασκευαστικός κλάδος είναι από τους κατ’ εξοχήν επιδραστικούς κλάδους στην οικονομία και στην απασχόληση. Για κάθε 1 ευρώ που δαπανάται στον τομέα των κατασκευών προστίθεται 1 ευρώ στο ΑΕΠ της χώρας. Αντίστοιχα, για κάθε 1 εκατ. ευρώ αξίας που παράγουν οι κατασκευές, δημιουργούνται 33 θέσεις εργασίας στην οικονομία».
Αναγνώρισε, ωστόσο, ότι παρά τη θετική πορεία του κλάδου τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, υπάρχει υστέρηση σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ακόμα και με γειτονικές χώρες των Βαλκανίων, όπως η Ρουμανία. «Η αγορά των κατασκευών δείχνει θετικά σημάδια την τελευταία τετραετία. Τα δημοπρατούμενα έργα για το 2023 ανήλθαν στα 7 δισ. ευρώ και τα ανεκτέλεστα των κατασκευαστικών εταιρειών τριπλασιάστικαν αγγίζοντας τα 15 δισ. ευρώ. Παρόλα αυτά οι επενδύσεις σε κατασκευές ως ποσοστό του ΑΕΠ για την Ελλάδα (που παραμένει τελευταία στην ευρωζώνη) είναι 4,8%, ενώ για την Ευρώπη των 27 στο 11,5% και για τη Ρουμανία στο 16,7%», σχολίασε χαρακτηριστικά.
«Τα μεγάλα έργα υποδομών πέρα από το να διατηρούν ανταγωνιστική και σύγχρονη τη χώρα και να βελτιώνουν την καθημερινότητα και την ποιότητα της ζωής των πολιτών, έχουν σημαντικότητα εγχώρια προστιθέμενη αξία στην οικονομία και την κοινωνία» ανέφερε ο κ. Σουρέτης δίνοντας χαρακτηριστικά παραδείγματα από σχετική μελέτη που έκανε πρόσφατα ο Όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ για την επίδραση της δραστηριότητάς του στην οικονομία και την κοινωνία. «Σύμφωνα με τη μελέτη, ο Όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ συνεισφέρει στο ΑΕΠ της χώρας συνολικά 4,8 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 1,12% του συνολικού Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος για την περίοδο 2022-2023. Παράλληλα, σημαντική είναι η συνεισφορά της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και στην απασχόληση. Η μέση ετήσια συνολική (άμεση, έμμεση & επαγόμενη) επίδραση της αλυσίδας αξίας του Ομίλου εκτιμάται σε περίπου 37.500 θέσεις εργασίας, οι οποίες αντιστοιχούν περίπου στο 1% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα την περίοδο 2022-2023» είπε ο κ. Σουρέτης.
Μιλώντας για το θεσμικό πλαίσιο και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος, ο κ. Σουρέτης είπε πως υπάρχει σίγουρα σημαντικό περιθώριο βελτίωσης. Συγκεκριμένα είπε πως χρειάζεται να υπάρξει ένας Εθνικός Στρατηγικός Σχεδιασμός Υποδομών, με προτεραιότητες και εξειδίκευση πόρων χρηματοδότησης για κρίσιμα έργα υποδομής, καθώς και να επιλυθούν θεσμικά ζητήματα όπως ο Συντελεστής Αναθεώρησης για την κάλυψη αυξήσεων υλικών και κόστους έργου, να επικαιροποιηθούν οι τεχνικές προδιαγραφές και τα τιμολόγια έργων και μελετών και να ενισχυθεί η διαδικασία επίλυσης διαφορών (διαμεσολάβηση / διαιτησία). Ο κ. Σουρέτης αναφέρθηκε φυσικά και το επίμαχο ζήτημα της έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού που στις κατασκευές προσεγγίζει τις 50.000 θέσεις, ενώ σημείωσε πως συχνά οι επενδυτές καλούνται να αναλάβουν ευθύνη για θέματα που πρακτικά είναι εκτός σφαίρας ελέγχου τους, όπως π.χ. για την τήρηση του χρονοδιαγράμματος ως προς την μελέτη και την κατασκευή, όταν την ίδια στιγμή στα έργα το Δημόσιο δεν μπορεί να δεσμευτεί για ποιότητα μελετών για καθυστερήσεις από Αρχαιολογία, από Περιβαλλοντικά, από μετακινήσεις Δικτύων Κοινής Ωφελείας κλπ.
Τέλος, ο κ. Σουρέτης χαρακτήρισε «παντελώς ανεξήγητη» τη στάση της πολιτείας απέναντι στις Πρότυπες Προτάσεις. «Ένα εξαιρετικό εργαλείο, που επιταχύνει και τις μελέτες αλλά και επιτρέπει τη μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων, ένα εργαλείο που νομοθετήθηκε από την προηγούμενη πολιτική ηγεσία του ΥΠΟΜΕ επί Νέας Δημοκρατίας και το οποίο παραμένει ανενεργό μαζί με τις προτάσεις που ήδη κατέθεσαν οι κατασκευαστικοί όμιλοι και αφορούν κυρίως στη διασύνδεση του Ελληνικού με τον αστικό ιστό και στα έργα αποσυμφόρησης του λεκανοπεδίου Αττικης, εδώ και σχεδόν δυο χρόνια» κατέληξε.