Opinions

Και όμως διαφέρουν

Δημήτρης Ψαρράς Δημήτρης Ψαρράς
Και όμως διαφέρουν
Η ξεχασμένη αντίθεση Δεξιάς- Αριστεράς μετά τις γαλλικές εκλογές.

Το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών σημαδεύει μια σημαντική καμπή στις ευρωπαϊκές πολιτικές εξελίξεις. Όχι βέβαια επειδή τάχα κατατροπώθηκε η Ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν. Κανείς δεν μπορεί να κρύψει κάτω από το χαλί την πρωτιά και την εκλογική άνοδο του RN (Εθνικού Μετώπου). Ούτε επίσης επειδή διαμορφώθηκε τάχα μια νέα κυβερνητική πλειοψηφία. Είναι πολύ αμφίβολη η εξέλιξη των σχέσεων των δύο συνασπισμών που συγκέντρωσαν τις περισσότερες έδρες («Νέο Λαϊκό Μέτωπο» και «Μαζί») και των επικεφαλής τους (Μελανσόν, Μακρόν).

Όμως κάνουν λάθος όσοι είτε από τα (ακρο)δεξιά είτε από τα (ακρο)αριστερά βιάζονται να υποτιμήσουν το πολιτικό γεγονός. Αυτό που συνέβη την Κυριακή 8 Ιουλίου 2024 στη Γαλλία ήταν ότι λειτούργησε η συμφωνία αρχών μεταξύ Αριστεράς, Κεντροαριστεράς και Κέντρου που συγκροτήθηκε με μοναδικό στόχο να αποκρουστεί η απειλή της Ακροδεξιάς. Μ’ άλλα λόγια, οι γαλλικές εκλογές επανέφεραν στην επικαιρότητα τη διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς, την οποία με επιμέλεια εδώ και χρόνια επιχειρούν να εξαφανίσουν οι εκπρόσωποι ποικίλων πολιτικών ρευμάτων σε όλο τον κόσμο.

Απ’ αυτή την άποψη, οι δυο πλευρές που ηττήθηκαν σ’ αυτό το ζήτημα ήταν βέβαια η Μαρίν Λεπέν, αλλά και ο Εμανουέλ Μακρόν, εφόσον κι οι δυο έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους στη διατήρηση της διχοτομίας. Ο Μακρόν κέρδισε τις προεδρικές εκλογές του 2017 με το τεχνητό σύνθημα ότι είναι «και δεξιός και αριστερός», μόνο και μόνο για να απαντήσει στην Μαρίν Λεπέν που επέμενε ότι «δεν υπάρχει πλέον Δεξιά και Αριστερά, η πραγματική αντίθεση είναι μεταξύ πατριωτών και παγκοσμιοποιητών» (συνέντευξη στο “L’ Invité Politique”, 20.1.2017). Αλλά η επιχείρηση εξαφάνισης της διάκρισης «Δεξιά-Αριστερά» είναι πολύ παλιότερη. Και το σύνθημα «ούτε Δεξιά, ούτε Αριστερά», έχει κι αυτό μεγάλη ιστορία.

Οι όροι «Δεξιά» και «Αριστερά» γεννήθηκαν ως γνωστόν ιστορικά το 1789 στο Παρίσι κατά τη διάρκεια της Συντακτικής Συνέλευσης της Γαλλικής Επανάστασης, και απέκτησαν στη συνέχεια σημαντικές διαστάσεις σε όλο τον κόσμο. Τη σύγχρονη έκφραση αυτής της διάκρισης έχει διατυπώσει με μεγαλύτερη σαφήνεια το 1994 ο Ιταλός Νορμπέρτο Μπόμπιο (1909-2004) σε ένα μικρό βιβλιαράκι («Δεξιά και Αριστερά») που πρωτοβγήκε το 1994 και έγινε μπεστ σέλερ στη χώρα του αναδυόμενου Μπερλουσκόνι. Ο Μπόμπιο υποστηρίζει ότι η διάκριση δεν μπορεί να εξαλειφτεί, εφόσον ο «πολικός αστέρας» της Αριστεράς είναι ο στόχος της ισότητας μεταξύ των ανθρώπων. Αλλά ακριβώς αυτός είναι και ο λόγος που η Δεξιά και κυρίως η Ακροδεξιά προσπαθεί να την εξαφανίσει.

Τη θέση «ούτε Δεξιά ούτε Αριστερά» την έχει υιοθετήσει ο πατέρας Λεπέν ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, και βέβαια αυτό ήταν το παλιό σύνθημα των μεσοπολεμικών και πρώιμων φασιστικών κινημάτων του εικοστού αιώνα [βλ. Paul Hainsworth (επιμ.), «Η Ακροδεξιά. Ιδεολογία-Πολιτική-Κόμματα», Αθήνα 2004, σ. 89]. Δεν ξάφνιαζε επομένως και ο Γιώργος Καρατζαφέρης όταν επιχείρησε να αντιγράψει το κόμμα του Ζαν Μαρί Λεπέν απορρίπτοντας τη διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς. Το ενδιαφέρον είναι ότι στην ίδια κατεύθυνση εμφανίστηκε τώρα να στρατεύεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με το πρόσφατο σύνθημά του «ούτε Δεξιά, ούτε Αριστερά, ούτε Κέντρο» («Το Βήμα», 26.6.2024). Βέβαια ο κ. Μητσοτάκης επικαλείται την «Ιδρυτική Διακήρυξη της Ν.Δ.», στην οποία ο Κωνσταντίνος Καραμανλής διακήρυσσε ότι «τα αληθινά συμφέροντα του έθνους βρίσκονται πέρα και πάνω από τις παραπλανητικές ετικέτες της Δεξιάς, του Κέντρου και της Αριστεράς» (4.10.1974). Μόνο που ο Κων. Καραμανλής είχε εντελώς διαφορετικό κίνητρο. Γνώριζε ότι ο πολιτικός χαρακτηρισμός «δεξιός» είχε καταστεί απολύτως αντιδημοφιλής μετά την οδυνηρή εμπειρία της Χούντας και με την εξάλειψη της ταξινόμησης των κομμάτων θεωρούσε ότι εξυπηρετείται η δική του παράταξη. Για τον ίδιο λόγο, άλλωστε, δεν ανασυγκρότησε την προδικτατορική ΕΡΕ, αλλά ένα νέο κόμμα. Όπως έγραφε ο Παύλος Μπακογιάννης, «κανείς μετά την πτώση της δικτατορίας δεν ήθελε να λέγεται “δεξιός”. Οι μεν συντηρητικοί αισθάνονταν πλέγμα ενοχής, οι δε αριστεροί, γνωρίζοντας ότι και οι συντηρητικοί αντιτάχθηκαν στη δικτατορία, θεωρούσαν ξεπερασμένο και μέχρι ένα σημείο άδικο τον χαρακτηρισμό αυτό» (περ. «ΕΝΑ», 19.4.1984).

Ο Ευάγγελος Βενιζέλος έχει περιγράψει με σαφήνεια την επικαιρότητα της διάκρισης: «Αν η διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς θεωρείται μια διάκριση “αρχαϊκή”, πρέπει να πούμε ότι τίποτα δεν είναι πιο “αρχαϊκό”, αλλά την ίδια στιγμή επίμονο και παρόν, από το φαινόμενο της ανισότητας, της φτώχειας, της πείνας, της παιδικής θνησιμότητας, της αδικίας, της εκμετάλλευσης» («Δυο λέξεις: Αριστερά-Δεξιά στην εποχή μας», Αθήνα 2006, σελ. 23).

Αυτό λοιπόν που συνέβη στη Γαλλία ήταν ότι χάρη στην πρωτοβουλία της Αριστεράς ανανεώθηκε η διάκριση με τη Δεξιά, και δόθηκε ένα σύγχρονο νόημα στην πάλη κατά της ανισότητας των πολιτών. Ανεξάρτητα από την τελική έκβαση των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης στη Γαλλία, εκείνο που έγινε ορατό από όλους είναι το γεγονός ότι δεν είναι μονόδρομος η κατρακύλα προς την Ακροδεξιά ούτε η επικράτηση των μονοπωλιακών επιχειρήσεων και των πολεμικών βιομηχανιών.

Βέβαια ήταν φυσικό ότι δεν το κατάλαβαν εδώ στην Ελλάδα όσοι νομίζουν ότι έχει ήδη ξεπεραστεί η διάκριση Δεξιά-Αριστερά, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση τον κ. Κασσελάκη, ο οποίος από το βήμα της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ αποδοκίμασε την πολιτική σύγκλιση στη Γαλλία, αποκαλώντας την «τραγέλαφο», με το επιχείρημα ότι «δεν αντιμετώπισε αποτελεσματικά τους κινδύνους που προέχονται από την Ακροδεξιά», εφόσον «ο αριστερός συνασπισμός αφαίρεσε από τον Μακρόν κι όχι από την Λεπέν». Μπορεί την επομένη να δήλωσε τα αντίθετα, αλλά η αρχική αντίδραση τον πρόδωσε. Και έτσι διαφάνηκε μια οριστική πολιτική ρήξη με τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος είχε εξαρχής αντιληφθεί το πολιτικό μήνυμα της γαλλικής Αριστεράς, λέγοντας ότι «όταν οι προοδευτικές δυνάμεις παραμερίζουν το “εγώ”, αφήνουν τη διαίρεση και βάζουν μπροστά το “εμείς” και το “μαζί”, τότε μπορούν ανατρέψουν τα προγνωστικά και να πετύχουν μια ιστορική νίκη».

Μ’ άλλα λόγια, αυτό που συνέβη στη Γαλλία – και μπορεί να συμβεί παντού – είναι η επιλογή της αντίστασης στην ακροδεξιά κατρακύλα. Ειδικά στην Ελλάδα έχει ιδιαίτερη σημασία αυτό, επειδή η ελληνική Ακροδεξιά, από τη μετεμφυλιακή περίοδο, τη δικτατορία, αλλά και τα σύγχρονα μορφώματα του χώρου (από το ΛΑΟΣ μέχρι τη Χρυσή Αυγή και την Ελληνική Λύση) διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με το μεγάλο κεφάλαιο (βιομηχανικό και κυρίως εφοπλιστικό), ενισχύεται από αυτό και είναι έτοιμη να το υπηρετήσει όπως μπορεί. Η αντίθεση στην Ακροδεξιά στην Ελλάδα είναι κρίσιμη επιλογή για την Αριστερά. Ταυτοτική επιλογή. Κι αυτός είναι ο λόγος που δεν μπορεί να ανανεώσει την ελληνική Αριστερά ένας επιχειρηματίας που θεωρεί ότι ταυτίζονται οι αρχές της Αριστεράς με εκείνες του ΣΕΒ.

(Ο Δημήτρης Ψαρράς είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας)