Opinions

ΕΕ: Τα δύσκολα είναι μπροστά

Μαριλένα Κοππά Μαριλένα Κοππά
ΕΕ: Τα δύσκολα είναι μπροστά
Ο φόβος για την εκλογή Τραμπ που, όσο περνάει ο χρόνος, φαντάζει και πιο πιθανή, επισφραγίζει την ανάγκη για αμυντική και εξοπλιστική αυτάρκεια σε πολλές πρωτεύουσες της Ένωσης. Σημαντικές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την κοινωνία και την οικονομία θα πάνε αναγκαστικά πολύ πίσω.

Με αρκετά εμπόδια μπροστά της, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πέτυχε την Πέμπτη την επανεκλογή της στη θέση της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τις τελευταίες μέρες ήταν πλέον εμφανές ότι η υπόθεση είχε λήξει.

Με εξασθενημένο τον Πρόεδρο Μακρόν και τη Γαλλία σε εσωστρέφεια καμιά ουσιαστική αντιπρόταση δεν μπόρεσε να εμφανιστεί. Έτσι, ανάμεσα στην απερχόμενη Πρόεδρο και μια παρατεταμένη αβεβαιότητα οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις επέλεξαν την πρώτη, παρά την αρνητική κρίση που υπάρχει για την πολιτεία της.

Ευτυχώς για εκείνη το κόμμα της Μελόνι δεν προχώρησε στη στήριξή της κλείνοντας έτσι τα στόματα των επικριτών της ότι έκλεινε το μάτι στην άκρα δεξιά.

Το πρόβλημα, εκτός των άλλων, ήταν ότι η φον ντερ Λάιεν ήταν και αυτή υπεύθυνη για την «κανονικοποίηση» της ευρωπαϊκής άκρας δεξιάς, μιλώντας για καλή και κακή ακροδεξιά, όπου η Πρωθυπουργός της Ιταλίας θεωρείται ότι ανήκει -κατά την Πρόεδρο- στην πρώτη κατηγορία, με την οποία οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις μπορούν να συνομιλούν. Αυτή η «κανονικοποίηση», με προεκτάσεις και στο εσωτερικό πολλών κρατών μελών, παρουσιάζει ορισμένες ακροδεξιές δυνάμεις ως συζητήσιμες, συναινετικές και εν δυνάμει κυβερνητικούς εταίρους. Πρόκειται για μια πολύ επικίνδυνη αντίληψη που επιτρέπει στην άκρα δεξιά να εμφανίζεται ως ένα ακόμη mainstream πολιτικό κόμμα, δημιουργώντας σημαντικούς κινδύνους για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.

Ιδιαίτερα προβληματική είναι εξάλλου η επιλογή της Κάγια Κάλας για την θέση της Ύπατης Εκπρόσωπου για την εξωτερική πολιτική. Η πρώην Πρωθυπουργός της Εσθονίας είναι σαφές ότι θα επικεντρώσει όλες τις προσπάθειες της στην Ουκρανία ενώ το Παλαιστινιακό θα υποβαθμιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο έτι περαιτέρω. Αλλά και στο θέμα της Ουκρανίας δεν θα έχουμε έναν «έντιμο διαμεσολαβητή» που θα επιχειρήσει να βρει μια λύση ή να προτείνει δρόμους διαλόγου προς την ειρήνη. Προερχόμενη από την Εσθονία, η οποία ζει εδώ και χρόνια με τη Ρωσική απειλή, θα επιχειρήσει αντίθετα την ήττα της Ρωσίας, κάτι που αυτή τη στιγμή τουλάχιστον δεν φαίνεται ρεαλιστικό.

Οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις διατηρούν πάντως ακόμη το πλεονέκτημα, παρά την κρίση στην οποία έχουν εισέλθει. Και ο λόγος είναι ότι οι δυνάμεις της ακροδεξιάς παραμένουν διαιρεμένες και αυτό δεν προβλέπεται να ανατραπεί στο προσεχές μέλλον. Όχι μόνο η Μελόνι που ανήκει στην πολιτική ομάδα ECR στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν κατάφερε να βρει πεδίο συνεννόησης με την Μαρίν Λεπέν (της οποίας το Κόμμα είναι ενταγμένο στην ομάδα ID - «Ταυτότητα και Δημοκρατία») αλλά και ο Βίκτωρ Όρμπαν που αποχώρησε από το Λαϊκό Κόμμα επιχειρεί να φτιάξει μια νέα πολιτική ομάδα «Πατριώτες για την Ευρώπη» χωρίς να έχει βρει ένα modus vivendi με τις δυο προαναφερθείσες ομάδες της άκρας δεξιάς. Και αυτό είναι λογικό. Ο ευρωσκεπτικισμός, η λογική της «λιγότερης Ευρώπης» εμποδίζει συναινέσεις και κοινούς τόπους.

Ποια είναι λοιπόν η επόμενη μέρα για την Ευρωπαϊκή Ένωση;

Πολύ φοβάμαι ότι περιστοιχισμένη από δύο πολέμους, με την απόφαση για έμφαση στην αμυντική βιομηχανία και- κατά πολλούς- μετάβαση σε μια πολεμική οικονομία, τα περιθώρια για την ΕΕ στενεύουν πολύ. Ο φόβος για την εκλογή Τραμπ που, όσο περνάει ο χρόνος, φαντάζει και πιο πιθανή, επισφραγίζει την ανάγκη για αμυντική και εξοπλιστική αυτάρκεια σε πολλές πρωτεύουσες της Ένωσης. Σημαντικές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την κοινωνία και την οικονομία θα πάνε αναγκαστικά πολύ πίσω. Σε ένα περιβάλλον εχθρικό και απρόβλεπτο όπου ο κόσμος δείχνει σταδιακά να χωρίζεται σε δυο σαφή στρατόπεδα, τη Δύση και τους αντιπάλους της (Ρωσία, Κίνα , Ινδία) η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε κακές επιλογές.

Αυτό που είχε νόημα θα ήταν να αποκτήσει τη δική της φωνή και τη δική της πολιτική και να πάψει να είναι απλό παρακολούθημα των ΗΠΑ. Αυτό δεν σημαίνει να εγκαταλείψει τον ιστορικό σύμμαχό της. Αλλά σε θέματα όπου τα συμφέροντα των δυο δεν ταυτίζονται να μπορεί να έχει τη δική της θέση. Θα τα καταφέρει; Θα μπορέσει; Όσο περνάει ο χρόνος αυτό φαίνεται όλο και πιο δύσκολο.

(Η Μαριλένα Κοππά είναι Καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο)