Opinions

Η ανατροπή που είναι να γίνει...

Θανάσης Παφίλης Θανάσης Παφίλης
Η ανατροπή που είναι να γίνει...
Από το “ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο” των αρχών της δεκαετίας του ‘80, φτάσαμε στο σημερινό “Μείναμε, αλλά δεν γίναμε Ευρώπη”, δηλαδή στον πιο απροκάλυπτο εξωραϊσμό της ΕΕ των λόμπι, των μονοπωλίων και των πολέμων.

Η συμπλήρωση 50 χρόνων απ’ την πτώση της δικτατορίας είναι λογικό να έχει τροφοδοτήσει μια σειρά από αφιερώματα που έχουν στόχο την αποτίμηση αυτής της περιόδου. Είναι εμφανές, ότι την προσπάθεια εξωραϊσμού της “Μεταπολίτευσης” που υπήρχε για πολλά χρόνια έχουν διαδεχθεί πιο “κριτικές” προσεγγίσεις σαν αποτέλεσμα και της μεγάλης όξυνσης των λαϊκών προβλημάτων την τελευταία περίοδο.

Πολλοί, βέβαια, αναφέρονται στην “Μεταπολίτευση” ως εκείνη την περίοδο που, παρά τα αρνητικά της, αποτελεί την έκφραση της πιο “σταθερής και πλέριας δημοκρατίας” στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Άλλοι πάλι, προκειμένου να ασκήσουν μια -ρηχή- κριτική στα φαινόμενα κρίσης του οικονομικού και πολιτικού συστήματος, που ζούμε τα τελευταία χρόνια, κάνουν λόγο για “προδοσία των αξιών της Μεταπολίτευσης”. Ενώ άλλοι εντοπίζουν αυτά τα φαινόμενα στην “επίπλαστη ευμάρεια” της “γενιάς της Μεταπολίτευσης” που οδήγησε στη σημερινή κατάσταση.

Όλες οι παραπάνω προσεγγίσεις, όχι τυχαία, παραγνωρίζουν τόσο τις συνθήκες της “γενέθλιας πράξης” της Μεταπολίτευσης το 1974, όσο και αυτό καθεαυτό τον ταξικό αντιλαϊκό χαρακτήρα της ως αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Προσπαθούν να συγκαλύψουν τις αιτίες της γενικότερης αντιδραστικής τάσης που εξελίσσεται σε όλους τους τομείς και ιδιαίτερα στη συρρίκνωση των εργατικών - λαϊκών κατακτήσεων στην Ελλάδα, την Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο και να συσκοτίσουν τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα, τα αδιέξοδα και τις μεγάλες αντιφάσεις του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος, που αντικειμενικά συμπαρασύρουν το αστικό πολιτικό σύστημα και τους θεσμούς του, όπως αυτοί διαμορφώθηκαν μετά το 1974.

Η μετάβαση στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία ήταν προϊόν συμβιβασμού ανάμεσα στην ηγεσία της στρατιωτικής δικτατορίας, τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και αστούς πολιτικούς ηγέτες της προδικτατορικής περιόδου με προεξάρχοντα τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Στόχος ήταν η διασφάλιση μιας «ομαλής» μετάβασης στο πλαίσιο της αστικής εξουσίας, για να επιτευχθεί η αναγκαία «επανεκκίνηση» του πολιτικού συστήματος και να διαφυλαχθούν τα συνολικά συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης σε συνθήκες που μια σειρά από γεγονότα, όπως ο ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου και το έγκλημα κατά της Κύπρου, είχαν καταδικάσει τη χούντα στις λαϊκές συνειδήσεις.

Συνολικά, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις έβλεπαν την απομάκρυνση της δικτατορίας ως αποτέλεσμα μιας συμφωνίας “κορυφών” σε συνεννόηση και με πρωτοβουλίες των «διεθνών συμμάχων» και γι’ αυτό ελάχιστα ή καθόλου συμμετείχαν στην αντιδικτατορική δράση. Αντίθετα, ανησυχούσαν για την αντιδικτατορική δράση των εργατικών - λαϊκών δυνάμεων και σε ορισμένες περιπτώσεις την καταδίκασαν, όπως έγινε με τα αγωνιστικά συνθήματα του ξεσηκωμού του Πολυτεχνείου. Ανησυχούσαν ότι ο λαϊκός παράγοντας θα επέβαλε να προχωρήσουν τα πράγματα πιο πέρα και πιο ριζοσπαστικά από ό,τι θα μπορούσε να ανεχθεί η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, τα συμφέροντα των καπιταλιστών, των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ.

Το ΚΚΕ έλεγε καθαρά και απερίφραστα ότι η χούντα πρέπει να πέσει ως αποτέλεσμα όλων των μορφών της λαϊκής πάλης, ώστε με την ανατροπή της να δημιουργηθούν καλύτερες προϋποθέσεις εξέλιξης του αγώνα και του συσχετισμού δυνάμεων, στη συνέχεια. Γι’ αυτό και νωρίτερα ήταν το μοναδικό κόμμα που είχε καταδικάσει ανοιχτά τα σχέδια «φιλελευθεροποίησης» της δικτατορίας, τα οποία τελικά ματαιώθηκαν από την καταστολή του φοιτητικού και εργατικού-λαϊκού ξεσηκωμού του Πολυτεχνείου. Παρά τις αδυναμίες και τα λάθη στην στρατηγική του δεν υποτάχτηκε στα σχέδια της αστικής τάξης.

Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ αντέταξαν την πιο μαζική, οργανωμένη και σταθερή σε διάρκεια αντίσταση στη χούντα, προσφέροντας από την πρώτη στιγμή τις περισσότερες θυσίες στον αντιδικτατορικό αγώνα. Χιλιάδες κομμουνιστές και κομμουνίστριες συνελήφθησαν, δικάστηκαν, βασανίστηκαν, εξορίστηκαν. Ορισμένοι πρόσφεραν ακόμα και τη ζωή τους, δολοφονημένοι από τα όργανα της χούντας ή πεθαίνοντας από κακουχίες στις φυλακές και τις εξορίες. Η αλύγιστη στάση των κομμουνιστών κράτησε αναμμένη τη φλόγα του αντιδικτατορικού αγώνα, ενίσχυε ηθικά και ιδεολογικά το αντιδικτατορικό κίνημα, γι’ αυτό και το καθεστώς είδε από την πρώτη μέρα στο πρόσωπο του ΚΚΕ τον πιο μισητό εχθρό του.

Βεβαίως, όλα τα παραπάνω δεν ήταν δεδομένα. Η δικτατορία του 1967 βρήκε το ΚΚΕ και κατ’ επέκταση το εργατικό-λαϊκό κίνημα ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά ανέτοιμους, κυρίως λόγω της μεγάλης εσωκομματικής κρίσης που το διέτρεχε από το 1958, του θεμελιακού λάθους της διάλυσης των Κομματικών Οργανώσεων και της διάχυσης των κομματικών μελών στην ΕΔΑ. Με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας, τον Φλεβάρη του 1968, το ΚΚΕ κατάφερε να απαλλαγεί από το βάρος της οπορτουνιστικής ομάδας, που επεδίωκε τη συνέχιση της διάχυσης του Κόμματος σε διάφορα πολιτικά σχήματα. Εξασφαλίστηκε η οργανωτική συνέχεια του ΚΚΕ και ξεκίνησε η προσπάθεια εκ νέου συγκρότησης Κομματικών Οργανώσεων, ιδρύθηκε η ΚΝΕ και επανακυκλοφόρησε ο παράνομος κομματικός Τύπος. Αυτές οι αποφάσεις έδωσαν πνοή και ώθηση στην αντιδικτατορική δράση.

Επιβεβαιώθηκε η ανάγκη προετοιμασίας, επαγρύπνησης και λήψης των αντίστοιχων οργανωτικών και πολιτικών μέτρων που το Κομμουνιστικό Κόμμα οφείλει να παίρνει, προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες της ταξικής πάλης σε όλες τις συνθήκες.

Μετά το 1974 το αστικό πολιτικό σύστημα, στην προσπάθεια αναμόρφωσής του, δεν μπορούσε να αγνοήσει την υποχώρηση του αντικομμουνισμού στις εργατικές - λαϊκές δυνάμεις, στην οποία άθελά της συνέβαλε και η δικτατορία, ταυτίζοντας κάθε αμφισβήτησή της με «κομμουνιστικό δάκτυλο» καθώς και μια σειρά αιτήματα που το εργατικό - λαϊκό κίνημα είχε προβάλει αγωνιστικά πριν και στη διάρκεια της δικτατορίας και είχε ματώσει για αυτά. Το ίδιο το αστικό πολιτικό σύστημα δεν ήταν μια αντιγραφή του αντίστοιχου προδικτατορικού, που χαρακτηριζόταν από μια σειρά αντιφάσεις, όπως ο ρόλος του θρόνου και η αντίθεσή του με την εκτελεστική εξουσία, που τελικά οδήγησαν και στην επιβολή της δικτατορίας. Επίσης, υπήρξε “εκσυγχρονισμός” στο επίπεδο των αστικών κομμάτων, με τη δημιουργία κυρίως του ΠΑΣΟΚ ως ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με δυνατότητα απορρόφησης ΕΑΜογενών δυνάμεων. Το παλιό δίπολο ΕΡΕ-Ένωση Κέντρου, διαδέχτηκε το καινούριο ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, που μπορούσε καλύτερα να ενσωματώσει λαϊκές δυνάμεις σε εκείνες τις συνθήκες.

Επιβεβαιώθηκε ότι η μορφή άσκησης της αστικής εξουσίας επιλέγεται με κριτήριο τα συμφέροντα του κεφαλαίου και την πιο αποτελεσματική ενσωμάτωση – χειραγώγηση του λαού στις επιδιώξεις του. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, για να επιβληθούν αυτοί οι στόχοι η αστική δημοκρατία δείχνει το πραγματικό της πρόσωπο εντείνοντας την καταστολή, τις απαγορεύσεις, την τρομοκρατία σε βάρος του λαού και των αγώνων του. Ενώ δε διστάζει να “πετάξει στα σκουπίδια” ακόμη και την ίδια τη συνταγματική της νομιμότητα, όπως συνέβη κατά κόρον την περίοδο των μνημονίων ή πιο πρόσφατα με την παραβίαση από την κυβέρνηση της ΝΔ του άρθρου 16 του Συντάγματος με σκοπό την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων.

Επιβεβαιώθηκε, επίσης, ότι καμία “προοδευτική” διαχείριση δεν μπορεί να συμβιβάσει αυτές τις επιδιώξεις με τα συμφέροντα της εργατικής – λαϊκής πλειοψηφίας. Η εμπειρία της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και στη συνέχεια του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Οι όποιες παραχωρήσεις έγιναν τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ άρχισαν γρήγορα να “ξηλώνονται”, ενώ τα αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα που είχε “κλέψει” από το ΚΚΕ και το λαϊκό κίνημα έμειναν, ως γνωστόν, κενό γράμμα και έδωσαν τη θέση τους, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του ‘90, στην υλοποίηση των αντιλαϊκών κατευθύνσεων του κεφαλαίου και της ΕΕ, αργότερα των βάρβαρων μνημονίων. Πολύ πιο σύντομη ήταν η διάψευση των ελπίδων που είχε καλλιεργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση το 2015 υλοποιώντας το τρίτο βάρβαρο μνημόνιο και κάνοντας όλη τη “βρώμικη δουλειά”, που δεν μπορούσαν να ολοκληρώσουν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.

Άλλωστε, οι αντιλαϊκές πολιτικές που εφάρμοσαν ή και στήριξαν κόμματα της λεγόμενης “προοδευτικής παράταξης”, πολλές φορές σε συνεργασία με δεξιά και ακροδεξιά κόμματα είναι η βασική αιτία της ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής τους χρεοκοπίας. Η προσπάθεια αναστήλωσης και μεταμφίεσης αυτού του χώρου σήμερα, όσο κι αν στηρίζεται από κέντρα του κατεστημένου για να εξασφαλιστεί η -αναγκαία για το σύστημα – ύπαρξη ενός εναλλακτικού πόλου διακυβέρνησης, δεν μπορεί να ξεπεράσει τις αντιφάσεις του και κυρίως τη δυσκολία που έχει να παγιδεύσει τον λαό με “προοδευτικά”, “αριστερά” συνθήματα με την ίδια ευκολία που το έκανε στο παρελθόν.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η ίδια η γραμμή της “προόδου” μετατοπίζεται, με μεγάλη ευθύνη αυτών των δυνάμεων, σε όλο και πιο συντηρητική και αντιδραστική κατεύθυνση. Από το “ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο” των αρχών της δεκαετίας του ‘80, φτάσαμε στο σημερινό “Μείναμε, αλλά δεν γίναμε Ευρώπη”, δηλαδή στον πιο απροκάλυπτο εξωραϊσμό της ΕΕ των λόμπι, των μονοπωλίων και των πολέμων.

Επιβεβαιώνεται, όμως, και ότι ένα Κομμουνιστικό Κόμμα οφείλει να μην περιορίζει την κριτική του προς αυτά τα κόμματα αποκλειστικά στην “απόσταση λόγων και έργων” και στη διάψευση ελπίδων αλλά κυρίως να αποκαλύπτει στον λαό τον ίδιο τον ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας ως αστικής δύναμης αντιλαϊκής διαχείρισης. Δεν επιβεβαιώθηκε ούτε αυτές τις δεκαετίες η στρατηγική που αποδέχεται ότι μια κυβέρνηση «αντιμονοπωλιακών», «προοδευτικών», «αριστερών» κλπ δυνάμεων στο έδαφος του καπιταλισμού, μπορεί να βελτιώσει τη θέση του λαού, να τον βοηθήσει να βγάλει συμπεράσματα, να ανοίξει τον δρόμο για ριζικές αλλαγές. Αντίθετα, αποδείχθηκε πικρά αλλά περίτρανα, πόσο τεχνητός είναι ο διαχωρισμός των αστικών κομμάτων, από τη μια «πρόοδος - δημοκρατία», από την άλλη «συντήρηση – δεξιά». Το ΚΚΕ βγάζει συμπεράσματα από την ηρωική Ιστορία του και ξέρει πια να αποφεύγει τις παγίδες, τις οποίες στο παρελθόν πλήρωσε ακριβά όχι μόνο το ίδιο, αλλά κατ’ επέκταση και το εργατικό-λαϊκό κίνημα.

Μοναδική απάντηση στη σύγχρονη καπιταλιστική βαρβαρότητα των ιμπεριαλιστικών πολέμων και της προσφυγιάς, των καπιταλιστικών οικονομικών κρίσεων, της ανεργίας και της εξαθλίωσης είναι η διαμόρφωση της κοινωνικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τους βιοπαλαιστές αγρότες, τους αυτοαπασχολούμενους, τους νέους και τις γυναίκες από την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, που θα βάζει στο στόχαστρο την πραγματική ρίζα των προβλημάτων, τον πραγματικό τους εχθρό: Το σύστημα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Η πάλη για την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας, τη σοσιαλιστική επανάσταση, την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας, που θα αξιοποιεί τη θετική και αρνητική πείρα των χωρών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στη διάρκεια του 20ού αιώνα, αποτελεί τη μόνη διέξοδο στα σημερινά αδιέξοδα και ταυτόχρονα τον αποδοτικότερο φόρο τιμής σε όσους αγωνίστηκαν για την ανατροπή της απριλιανής δικτατορίας, σε όσους διαχρονικά θυσιάστηκαν για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

(Ο Θανάσης Παφίλης είναι Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ & κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος)