Opinions

Ελπίδα και αξιοπρέπεια για τους εργαζόμενους και τους μικρομεσαίους

Μιχάλης Κατρίνης Μιχάλης Κατρίνης
Ελπίδα και αξιοπρέπεια για τους εργαζόμενους και τους μικρομεσαίους
Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα δουλεύουν τις περισσότερες ώρες στην Ευρώπη: Συγκεκριμένα, ο μέσος όρος ωρών εργασίας είναι πάνω από 39,2, ενώ ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός δεν ξεπερνάει τις 36,2.

Η χώρα μας έγινε είδηση στα πιο μεγάλα μέσα ενημέρωσης της Ευρώπης και της Αμερικής στις αρχές του Ιουλίου, όταν η κυβέρνηση αποφάσισε να νομοθετήσει την 6ημερη εργασία για μεγάλη μερίδα εργαζομένων.

Αν και η σχετική συζήτηση επικεντρώθηκε στο ωράριο και την επιδείνωση των όρων εργασίας για τους περισσότερους εργαζόμενους, το πραγματικό ερώτημα είναι πολύ πιο βαθύ και αφορά παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και τον τρόπο που ενσωματώνει (ή όχι) τις τεχνολογικές εξελίξεις.

Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα δουλεύουν τις περισσότερες ώρες στην Ευρώπη: Συγκεκριμένα, ο μέσος όρος ωρών εργασίας είναι πάνω από 39,2, ενώ ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός δεν ξεπερνάει τις 36,2. Ακόμα και ο περιώνυμος νόμος Χατζηδάκη για την διευθέτηση του χρόνου εργασίας, δε διευκόλυνε την ευελιξία των εργαζόμενων. Αντίθετα, έδωσε τη δυνατότητα σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις να απλώνουν την εβδομάδα σε 10 ημέρες, καταργώντας στην πράξη σημαντικές εργατικές κατακτήσεις, όπως η Κυριακάτικη αργία.

Δεν είναι τυχαίο ότι στους ποιοτικούς δείκτες η Ελλάδα είναι σταθερά στις πρώτες θέσεις από το…τέλος. Έτσι, πάνω από το 63% των εργαζομένων δηλώνει ότι εργάζεται υπό καθεστώς μεγάλης πίεσης, ενώ πάνω από το 25% των εργαζομένων απασχολούνται με κάποιο τρόπο κατά την διάρκεια των διακοπών, του ελεύθερου χρόνου τους ή εκτός εργασίας. Η πολυδιαφημιζόμενη δυνατότητα «αποσύνδεσης» δεν έχει μείνει παρά κενός νόμος, καθώς ακόμα δεν έχει υπάρξει ρυθμιστικό και εφαρμοστικό πλαίσιο.

Την ίδια στιγμή, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεν καλύπτουν πάνω από το 29% των εργαζομένων -με τις πιο ευνοϊκές καταγραφές- ενώ η ευρωπαϊκή οδηγία 2022/2041, αναφέρει ρητά ότι η κάλυψη οφείλει να φτάνει το 80%! Φέτος, έχουν υπογραφεί μόνο 19 κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, ενώ το 20% όσων είναι εν ισχύ δεν προβλέπουν καμία αύξηση μισθών. Το ποσοστό αυτό αντιστρέφεται επί τα χείρω στις επιχειρησιακές συμβάσεις, όπου μόλις το 29% αυτών προβλέπουν κάποιου είδους μισθολογική αύξηση. Όπισθεν…ολοταχώς.

Η κυβέρνηση επιχαίρει για την ψηφιακή κάρτα εργασίας, ενώ ακόμα λειτουργούν δυο ρυθμιστικά πλαίσια, μέσω των οποίων δίνεται η δυνατότητα στις μεγάλες επιχειρήσεις να εκπίπτουν των ελέγχων και των προστίμων. Την ίδια στιγμή, επιχειρηματικοί όμιλοι εικάζεται ότι «χτυπούν» μαζικά τις κάρτες εργασίας, ανάλογα με το πως βολεύει την εργοδοσία και όχι βάση της πραγματικής παρουσίας των εργαζομένων.

Οι έλεγχοι, εξάλλου, είναι ή ελλιπείς ή «τυπικοί» καθώς η Επιθεώρηση Εργασίας υπολειτουργεί από την στιγμή που έγινε «ανεξάρτητη αρχή» και όχι γενική γραμματεία του Υπουργείου Εργασίας.

Παράλληλα, το ποσοστό απασχόλησης, διαμορφώθηκε στο 61,8% το 2023, κατατάσσοντας την χώρα μας στην προτελευταία θέση της ΕΕ. Η γυναικεία απασχολησιμότητα συνεχίζει να είναι ιδιαίτερα χαμηλή, με την απόκλιση μεταξύ των δύο φύλων να ξεπερνά τις 18 μονάδες, την υψηλότερη στην Ε.Ε..

Το πιο αρνητικό στοιχείο, εντούτοις, είναι η σημαντική μείωση του πραγματικού εισοδήματος από εργασία-κατά 8,3%-καθώς είναι από τα πιο υψηλά στην ΕΕ, ενώ καταδεικνύει την αύξηση της παραγωγικότητας και την σταθερή υστέρηση προσαρμογής των ονομαστικών μισθών ειδικά σε περίοδο πληθωριστικών αυξήσεων. Η δυστοπία των εργασιακών συνθηκών στην Ελλάδα ολοκληρώνεται με την ουσιαστική κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στην διαιτησία.

Η εξέλιξη των δεικτών της αγοράς εργασίας δεν μπορεί να ιδωθεί, ξεχωριστά από τις τεχνολογικές εξελίξεις, την τεχνολογική επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας και την αύξηση της χαμηλής και μεσαίας μεταποίησης. Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει εκχωρήσει με σχέδιο την ελληνική οικονομία στο real estate και τον ακριβό -χωρίς ιδιαίτερη προστιθέμενη αξία για την μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα- υπερτουρισμό.

Η πλήρης ελαστικοποίηση και απαξίωση του παράγοντα «εργασία» είναι μια κρίσιμη οικονομική επιλογή της κυβέρνησης που ολοκληρώνεται με την πολυδιαφημιζόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση. Η κοινωνία των χαμηλών προσδοκιών, έχει τις ρίζες της σε αυτά ακριβώς τα δεδομένα.

Το ΠΑΣΟΚ έχει χρέος να επαναφέρει την ελπίδα στους εργαζόμενους και του μικρούς και μικρομεσαίους επιχειρηματίες. Η αγορά εργασίας έχει ανάγκη από ένα ισχυρό σοκ ρήξης και αξιοπρέπειας, υπέρ αυτών των κοινωνικών ομάδων, που βρίσκονται στο περιθώριο από την ΝΔ. Και το στοίχημα για το ΠΑΣΟΚ, να γίνει και πάλι η αυθεντική φωνή των εργαζόμενων, είναι μεγάλο και σημαντικό.

(Ο Μιχάλης Κατρίνης είναι βουλευτής Ηλείας του ΠΑΣΟΚ- Κίνημα Αλλαγής, υποψήφιος για την ηγεσία του κόμματος)