Πολιτική

Η επόμενη ημέρα των διαπραγματεύσεων για τα Γλυπτά του Παρθενώνα μετά το «μπούμερανγκ» της απρέπειας Σούνακ

intime intime
Οι σημαντικές αντιδράσεις που καταγράφονται και στο εσωτερικό της ίδιας της Βρετανίας, καταδεικνύουν πως η πρωτοφανής απόφαση του Ρίσι Σούνακ να ακυρώσει την συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη λόγω ενόχλησης για τις δηλώσεις που έκανε ο Έλληνας πρωθυπουργός σχετικά με το ζήτημα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα στο πλαίσιο τηλεοπτικής συνέντευξης, στράφηκε τελικά πολιτικά εναντίον του Βρετανού πρωθυπουργού.

Η έντονη ενόχληση της ελληνικής πλευράς για τη στάση του Βρετανού πρωθυπουργού συμβαδίζει με αρνητικά σχόλια βρετανικών μέσων ενημέρωσης, με αυστηρή κριτική από την βρετανική αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και με σαφή προσπάθεια, την ίδια ώρα, και από την Αθήνα, η απρέπεια του κ. Σούνακ να μην επηρεάσει αρνητικά τις γενικότερες σχέσεις με την Μεγάλη Βρετανία.

Αυτό ήταν άλλωστε το μήνυμα των δύο υπουργών Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη και Ντέιβιντ Κάμερον οι οποίοι μετά την συνάντηση που είχαν με πρωτοβουλία της βρετανικής πλευράς, στο περιθώριο της συνόδου των ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ, συμφώνησαν πως οι δύο χώρες πρέπει να διαφυλάξουν τις διμερείς σχέσεις.

Το μήνυμα ότι "δεν θέλουμε να γενικεύσουμε μια ατομική συμπεριφορά" του Βρετανού πρωθυπουργού, εξέπεμψε άλλωστε και το Μέγαρο Μαξίμου υπογραμμίζοντας δια του κυβερνητικού εκπροσώπου πως δεν θεωρεί ότι η στάση αυτή εκφράζει σε καμία περίπτωση το σύνολο μιας χώρας με την οποία έχουμε τόσο ισχυρούς δεσμούς όλα αυτά τα χρόνια.

Το ζητούμενο της επόμενης ημέρας είναι εάν το πολιτικό ατόπημα Σούνακ θα έχει στην πράξη αρνητική επίδραση στις διαπραγματεύσεις με το Βρετανικό Μουσείο που εξελίσσονταν όλο το προηγούμενο διάστημα έστω και εάν η πρόοδος δεν ήταν αυτή που θα επιθυμούσε η χώρα μας.

Το Μέγαρο Μαξίμου καθιστά πάντως σαφές στον απόηχο όσων συνέβησαν στο Λονδίνο ότι θα συνεχίσει να προβάλει τα επιχειρήματα και τις πάγιες ελληνικές θέσεις.

Ο ισχυρισμός άλλωστε του Βρετανού πρωθυπουργού περί διαβεβαιώσεων που είχαν δοθεί από την Αθήνα ότι δεν θα ετίθετο το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα, διαψεύσθηκαν κατηγορηματικά από τους συνεργάτες του Έλληνα πρωθυπουργού και προκαλεί ερωτηματικά γιατί ο σημερινός πρωθυπουργός της Βρετανίας αντέδρασε με αυτό τον τρόπο σε ένα ζήτημα για το οποίο είναι γνωστή η διαφωνία των δύο χωρών, δεν είχαν ωστόσο ποτέ δυσκολία να συζητούν γι' αυτό και σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, καθώς τίθεται από κάθε Έλληνα πρωθυπουργό.

Σε ότι αφορά ειδικά την σημερινή κυβέρνηση, η προσπάθεια να προβάλει τις πάγιες θέσεις της Ελλάδας για επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα έχει ενταθεί από τον Νοέμβριο 2021 που ο κ. Μητσοτάκης, μιλώντας στην εορταστική εκδήλωση για την συμπλήρωση 75 ετών από την ίδρυση της UNESCO, είχε θέσει το ζήτημα τονίζοντας ότι "είναι απαραίτητο τα Γλυπτά του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Λονδίνο να επανενωθούν με το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής των Γλυπτών του Παρθενώνα που βρίσκεται στην Αθήνα".

Είχε ζητήσει μάλιστα από το Ηνωμένο Βασίλειο να προχωρήσει σε έναν καλόπιστο διάλογο με την Ελλάδα, ενώ λίγες ημέρες αργότερα επισκέφθηκε το Λονδίνο όπου είχε συνάντηση με τον τότε πρωθυπουργό της Βρετανίας, Μπόρις Τζόνσον. Πριν την συνάντηση είχε δώσει συνέντευξη στο δίκτυο ITV στο πλαίσιο της οποίας είχε τονίσει μεταξύ άλλων ότι τα Γλυπτά "βρίσκονται εδώ επειδή κλάπηκαν από τον λόρδο Έλγιν", καθώς και ότι "θέλουμε τα γλυπτά πίσω οριστικά, άρα δεν θα συμβιβαστούμε με τον δανεισμό τους".

Είχε επίσης αναφέρει ότι "αυτό που μπορούμε να προσφέρουμε είναι μια διευθέτηση δια της οποίας θα μπορούσαμε να προσφέρουμε στο Βρετανικό Μουσείο εκθέματα και θησαυρούς που δεν έχουν βρεθεί ποτέ εκτός Ελλάδας, ως μέρος μιας συλλογής που θα εκτίθεται εκ περιτροπής".

Στην συνάντηση που ακολούθησε με τον κ Τζόνσον, ο κ. Μητσοτάκης είχε επαναλάβει το πάγιο αίτημα της Ελλάδας σημειώνοντας - όπως ανέφεραν τότε κυβερνητικές πηγές- ότι πλέον έχει έρθει η ώρα για την ικανοποίηση του δίκαιου ελληνικού αιτήματος και την αποκατάσταση του μνημείου στην ολότητά του στο Μουσείο της Ακρόπολης.

Είχε μάλιστα ξεκαθαρίσει από την βρετανική πρωτεύουσα ότι δεν πρόκειται για "πυροτέχνημα" και ότι θα επιμείνουμε με μεθοδικότητα για να χτίσουμε τα απαραίτητα ερείσματα και στη βρετανική κοινή γνώμη για την ανάγκη επανένωσης.

Όπως είχε πει, δεν είναι κατά βάση ζήτημα μόνο νομικό, είναι πρωτίστως αξιακό και πολιτικό.

Σε συζήτηση εξάλλου με την εφημερίδα Financial Times είχε τονίσει πως "αν βρισκόμουν στη θέση του πρωθυπουργού Τζονσον και σκεφτόμουν “έξω από το κουτί” όσον αφορά την “Παγκόσμια Βρετανία” και την υποστήριξη αυτής της ιδέας, μιας Βρετανίας που διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στον κόσμο την εποχή μετά το Brexit, θα ήταν μία πολύ μεγάλη επίδειξη δημόσιας διπλωματίας εάν προσέγγιζε το ζήτημα από μία διαφορετική οπτική γωνία».

Είχε τονίσει ότι κατανοεί τη θέση του Βρετανικού Μουσείου, πως ενδεχόμενη επιστροφή των γλυπτών θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία κατάσταση όπου «άπαντες ζητούν ό,τι εκτίθεται στο Μουσείο», αλλά επέμεινε ότι τα γλυπτά του Παρθενώνα είναι μια «ειδική περίπτωση», ενώ και τότε είχε καταστήσει σαφές ότι θα συνεχίσει να επιμένει τόσο στην κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου όσο και στο Βρετανικό Μουσείο για το θέμα αυτό.

Τον Νοέμβριο του 2022 που βρέθηκε εκ νέου στο Λονδίνο είχε δηλώσει ότι "μπορεί να βρεθεί μια αμοιβαία ωφέλιμη λύση που θα έχει ως αποτέλεσμα την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη και τις ανησυχίες που μπορεί να έχει το Βρετανικό Μουσείο."
Στον απόηχο της επίσκεψης εκείνης είχαν γίνει γνωστές και επαφές του Έλληνα πρωθυπουργού Τζορτζ Όσμπορν, ενώ και τον περασμένο Δεκέμβριο ο τότε υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτη επιβεβαίωνε στον Guardian την διεξαγωγή προκαταρκτικών συζητήσεων εκτιμώντας ότι υπάρχει αμοιβαία κατανόηση αλλά έχουμε πολύ δρόμο ακόμη να διανύσουμε"

Στην Αθήνα πάντως πιστεύουν ότι ως αποτέλεσμα της συστηματικής προσπάθειας που έχει γίνει ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια έχει καταστεί δυνατό να υπάρξει μεταστροφή στην στάση της κοινής γνώμης της Βρετανίας, κάτι που διακρίνουν και στις αντιδράσεις για την απόφαση του κ. Σούνακ.

Σύμφωνα μάλιστα με τον διευθυντή του γραφείου τύπου πρωθυπουργού, Δημήτρη Τσιοδρα, έχουν σταλεί στο mail του κ. Μητσοτάκη μηνύματα από Βρετανούς πολίτες που επικρίνουν την στάση του Βρετανού πρωθυπουργού.

Για κάποιους η στάση αυτή μπορεί να συνδέεται και με την εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Βρετανία όπου οι Εργατικοί διατηρούν μεγάλο δημοσκοπικό προβάδισμα και στην προσπάθειά του να το καλύψει, ο κ. Σούνακ θέλησε να απευθυνθεί σε ένα συντηρητικό ακροατήριο.

Στην πραγματικότητα βέβαια εκείνο που κατάφερε τελικά ο Βρετανός πρωθυπουργός ήταν το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα που θα ήταν ένα από αυτά που θα συζητούνταν στη συνάντηση των δύο ηγετών, να αποτελεί κυρίαρχο θέμα και για την ίδια την βρετανική κοινή γνώμη και ο ίδιος να είναι εκτεθειμένος πολιτικά και να δέχεται έντονη κριτική και στην χώρα του.