Διεθνή

H ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα και η ελληνική πραγματικότητα

eurokinissi eurokinissi
Από τις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας και το ξέσπασμα των μεγάλων κρίσεων που προκάλεσαν αναταράξεις στο ευρωπαϊκό στερέωμα, οι πολίτες είχαν τη δυνατότητα να δουν την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης από μια άλλη οπτική γωνία.

Παρά την όποια καθυστέρηση και τα γραφειοκρατικά αναχώματα, απεδείχθη περίτρανα πως όταν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αποφασίσουν να ενεργοποιηθούν, τότε αυξάνουν την αποτελεσματικότητα τους και δημιουργούν ασφαλιστικές δικλείδες για όλα τα κράτη-μέλη, πολύ δε περισσότερο για τους ίδιους τους Ευρωπαίους πολίτες.

Συνέβη στην περίπτωση της πανδημίας με τη διαχείριση του εμβολιασμού, την έκδοση του ευρωπαϊκού πιστοποιητικού-ένα μέτρο με ελληνικό αποτύπωμα-, την ενεργειακή κρίση, το Ταμείο Ανάκαμψης το οποίο συνιστά μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την αύξηση των δεικτών ανάπτυξης στην ευρωπαϊκή περιφέρεια και τη δημιουργία νέων ευκαιριών για τη νεολαία.

Κοντολογίς, η συντριπτική πλειοψηφία αντελήφθη πως οι αποφάσεις στα ευρωπαϊκά κέντρα έχουν άμεσο αντίκτυπο στην καθημερινότητα όλων μαζί και του καθένα ξεχωριστά.

Η αύξηση της εμπιστοσύνης μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών και της κοινής γνώμης έχει ήδη αποτυπωθεί σε μετρήσεις του ευρωβαρόμετρου από τις αρχές του 2022(Φεβρουάριος), ενώ ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας ζητούσε από τότε την ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η εικόνα ήταν ακόμα πιο ενθαρρυντική τον περασμένο Ιούνιο, όταν καταγράφηκε σε αντίστοιχη έρευνα (Ευρωβαρόμετρο) η αύξηση του ενδιαφέροντος των πολιτών για τις ευρωεκλογές, σε σύγκριση με προηγούμενες αναμετρήσεις.

Εξάλλου, στην εκλογική διαδικασία του 2019 η συμμετοχή ήταν μεγαλύτερη σε σχέση με το παρελθόν.

Συνεπώς, το ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη διαδικασία αυξάνεται σταδιακά σε όλες τις χώρες της Ε.Ε, ένα στοιχείο που προκαλεί ικανοποίηση, αλλά και μεγαλύτερη ευθύνη για όλους τους εμπλεκόμενους.

Για παράδειγμα στην Ελλάδα, το ποσοστό εκείνων που στρέφουν την προσοχή τους στις εκλογικές διαδικασίες του Ιουνίου του 2024 φτάνει το 49%.

Κι εδώ τίθεται το ερώτημα:

Τι γίνεται με το υπόλοιπο 51%;

Γιατί ένα μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης τηρεί αποστάσεις από μια πολιτική μάχη που διενεργείται κάθε πέντε χρόνια και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τα δρώμενα και στο εσωτερικό της χώρας.

Οι ευρωεκλογές δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μια ευκαιρία για τους μεν κυβερνώντες να επιβεβαιώσουν την κυριαρχία τους, για τους δε στην αντιπολίτευση να καταγράψουν τις δυνάμεις τους.

Αντί για τις ανούσιες κοκορομαχίες στα τηλεοπτικά πάνελ και τις ατέρμονες συζητήσεις που δεν έχουν καμία σχέση με τη φιλοσοφία των ευρωεκλογών, οι πολίτες θα έδειχναν μεγαλύτερο ενδιαφέρον αν ο διάλογος διεξαγόταν στη βάση πολιτικών αφηγημάτων, συγκεκριμένων προτάσεων και καινοτόμων πρωτοβουλιών για το μέλλον της Ευρώπης.

Όταν θεσμοί, πολιτικά κόμματα, υπουργεία, κοινωνικοί φορείς και άλλοι αποφασίσουν να βάλουν ένα λιθαράκι για την ανάδειξη της σπουδαιότητας των Ευρωεκλογών, τότε θα έχει γίνει ένα αποφασιστικό βήμα που μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη κινητοποίηση των συμμετεχόντων.

Αποφασιστικό ρόλο διαδραματίζουν και τα media και κατ’ επέκταση η ατζέντα που προβάλλουν.

Για πολλά χρόνια, την Ευρώπη την θυμόμασταν μόνο στα δύσκολα ή όταν ήταν να αποκομίσουμε οφέλη και να διασφαλίσουμε περισσότερα κονδύλια.

Αλλά μέχρι εκεί.

Τα σπουδαία που αφορούσαν τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του σπουδαίου πολιτικού εγχειρήματος "πέρναγαν στα ψιλά" ή αγνοούνταν παντελώς.

Η σημερινή Κυβέρνηση, η οποία εκπροσωπεί μια παράταξη που αποφάσισε κόντρα στο ρεύμα της τότε εποχής να βάλει την Ελλάδα στην Ευρώπη έχει την ευθύνη και την υποχρέωση να συμβάλλει πιο αποφασιστικά στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής δημόσιας σφαίρας.

Τρόποι υπάρχουν, μέσα βρίσκονται, μόνο όταν υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση!