Παρά τις προσπάθειες που έγιναν για να αντιστραφεί η κατάσταση το 2014, με μια μικρή μείωση της ανεργίας, η προσπάθεια δεν συνεχίστηκε το 2015 και δεν μεταφράστηκε σε αυξήσεις των πραγματικών μισθών.
Αιτία, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, οι διαρθρωτικές αλλαγές που επιβλήθηκαν στην αγορά εργασίας από την εφαρμογή των προγραμμάτων προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας και οι οποίες αποδυνάμωσαν τη διαπραγματευτική ισχύ των εργαζομένων και των συνδικαλιστικών τους οργανώσεων.
Επίσης, αρνητική επίδραση στο μέσο πραγματικό μισθό είχε και η αύξηση της απασχόλησης σε κλάδους έντασης εργασίας, αλλά και η επέκταση της μερικής απασχόλησης και της απασχόλησης ανειδίκευτων ή ημιειδικευμένων εργαζομένων.
Στην ετήσια έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, το ΙΝΕ ΓΣΕΕ διαπιστώνει ότι στη διάρκεια της κρίσης μειώθηκαν τα εισοδήματα της εργασίας και του κεφαλαίου, πλην όμως σε διαφορετικό βαθμό. Πιο συγκεκριμένα, το εισόδημα της εργασίας (μισθοί και τεκμαρτή αμοιβή εργασίας αυτοαπασχολούμενων μετά την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών και πριν την καταβολή του φόρου εισοδήματος) περιορίστηκε από τα 17,2 δισ. ευρώ το τελευταίο τρίμηνο του 2009 σε 10,7 δισ. ευρώ το Γ΄ τρίμηνο του 2015. Πρόκειται για μείωση 6,5 δισ. ευρώ ή 38%.
Αντίστοιχα, το εισόδημα του κεφαλαίου (κέρδη, τόκοι και πρόσοδοι) μειώθηκε στη διάρκεια της κρίσης από 19,8 δισ. ευρώ κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2009 σε 17,2 δισ. ευρώ το Γ΄ τρίμηνο του 2015. Πρόκειται για μείωση 2,6 δισ. ευρώ ή 10,3%. Υπήρξε επομένως μεγάλων διαστάσεων αναδιανομή του εισοδήματος σε βάρος της εργασίας με σοβαρές μακροοικονομικές επιπτώσεις.
Συνεπώς, υπήρξε μεγάλων διαστάσεων αναδιανομή του εισοδήματος σε βάρος της εργασίας με σοβαρές μακροοικονομικές επιπτώσεις, καταλήγει η ανάλυση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ.