Οικονομία

Πως γίνεται η κεφαλαιοποίηση των αφορολογήτων αποθεματικών

Πως γίνεται η κεφαλαιοποίηση των αφορολογήτων αποθεματικών
Σε πολλές περιπτώσεις οι ισολογισμοί των ανωνύμων εταιρειών εμφανίζουν αφορολόγητα αποθεματικά τα οποία προέρχονται από κίνητρα επενδύσεων διαφόρων αναπτυξιακών νόμων.

Με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος δίνεται κίνητρο για την αποκλειστική κεφαλαιοποίηση (και όχι την διανομή) αυτών των αφορολογήτων αποθεματικών με ευνοϊκή φορολόγηση με συντελεστή 5% και όχι με 22%.

Ο φόρος αυτός βαρύνει την εταιρεία και αποδίδεται στο Δημόσιο με ειδικό έντυπο δήλωσης η οποία υποβάλλεται σε ένα μήνα από την καταχώρηση στο ΓΕΜΗ της απόφασης του αρμόδιου εταιρικού οργάνου που αποφάσισε την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Ο φόρος αποδίδεται σε τέσσερεις ίσες τριμηνιαίες δόσεις για τις εισηγμένες, και σε τέσσερεις ίσες εξαμηνιαίες δόσεις για τις μη εισηγμένες, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της δήλωσης. Με ρητή αναφορά του νόμου, ο φόρος αυτός εξαντλεί κάθε φορολογική υποχρέωση για φόρο εισοδήματος της εταιρείας αλλά και των μετόχων αυτής για τα αποθεματικά που κεφαλαιοποιήθηκαν.

Ειδικά το αφορολόγητο αποθεματικό επενδύσεων που μπορεί να έχουν σχηματίσει επιχειρήσεις με βάση τις διατάξεις των Ν.1828/1989 και Ν 3220/2004 δεν φορολογείται καθόλου κατά την κεφαλαιοποίηση του.

Εταιρεία που διέθετε αποθεματικά αυτής της κατηγορίας προέβη στη σχετική φορολογική δήλωση, με επιφύλαξη ότι οι διατάξεις που προέβλεπαν το καθεστώς φορολόγησης των αποθεματικών αυτών είναι αντισυνταγματικές, αφού συνιστούν ανεπίτρεπτη αναδρομική επιβολή φόρου.

Η φορολογική αρχή απέρριψε την επιφύλαξη και στη συνέχεια η εταιρεία άσκησε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου, το οποίο την έκανε δεκτή διατυπώνοντας ότι οι ρυθμίσεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για τη φορολόγηση των αποθεματικών συνιστούν αναδρομική επαχθή μεταβολή του φορολογικού καθεστώτος, αφού επιβάλλουν αμέσως και υποχρεωτικώς φόρο σε ύλη η οποία κατά τον σχηματισμό της ήταν αφορολόγητη.

Η υπόθεση έφτασε μέχρι την Ολομέλεια του ΣτΕ, η οποία επίσης έκρινε τις ανωτέρω αναφερόμενες διατάξεις αντισυνταγματικές με την αιτιολογία ότι ο προβλεπόμενος περιορισμός υφιστάμενης φορολογικής απαλλαγής νοείται ως επιβολή φόρου και μάλιστα η φορολόγηση αυτή καθίσταται υποχρεωτική αφού δεν παρέχεται στα εν λόγω νομικά πρόσωπα η δυνατότητα να διατηρήσουν τη φορολογική απαλλαγή των ως άνω αποθεματικών μέχρι τη διανομή ή κεφαλαιοποίησή τους ή τη λύση της εταιρείας.