Οικονομία

Η μεταποίηση κερδίζει έδαφος ως πυλώνας της ελληνικής οικονομίας

Η μεταποίηση κερδίζει έδαφος ως πυλώνας της ελληνικής οικονομίας
Η ισχυροποίηση της μεταποίησης προσδίδει έναν τρίτο πόλο ανάπτυξης στην ελληνική οικονομία, συμπληρώνοντας τους δύο παραδοσιακούς τομείς, τον τουρισμό και τη ναυτιλία.

Η μεταποίηση αποτελεί πλέον έναν από τους πιο ισχυρούς αναπτυξιακούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας, καταγράφοντας εντυπωσιακή άνοδο τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), η συνεισφορά του τομέα της μεταποίησης στο ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του 2024 ανήλθε στο 10,4%, σημαντικά αυξημένη σε σχέση με το αντίστοιχο 8,6% του 2009.

Η δυναμική αυτή αποδίδεται στον εξαγωγικό χαρακτήρα του κλάδου, την απορρόφηση σημαντικών επενδύσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), καθώς και τις αυξημένες δαπάνες σε έρευνα και ανάπτυξη. Παράλληλα, ο κλάδος κατάφερε να διατηρήσει και να βελτιώσει την παραγωγικότητα της εργασίας, υπερβαίνοντας πλέον τα επίπεδα που επικρατούσαν πριν από την οικονομική κρίση του 2010.

Η σημαντική αυτή ανάκαμψη της μεταποίησης δεν περιορίζεται μόνο στους δείκτες παραγωγής αλλά αποτυπώνεται και σε ευρύτερες οικονομικές παραμέτρους, όπως είναι οι υψηλότεροι μισθοί στον κλάδο σε σχέση με τον μέσο όρο της ελληνικής οικονομίας. Η θετική εξέλιξη στο μισθολογικό επίπεδο οφείλεται κυρίως στην αύξηση της παραγωγικότητας, ενώ ταυτόχρονα ο κλάδος δημιουργεί νέα μοντέλα εξωστρέφειας και καινοτομίας που μπορούν να αποτελέσουν παράδειγμα για άλλους τομείς της οικονομίας.

Η ισχυροποίηση της μεταποίησης προσδίδει έναν τρίτο πόλο ανάπτυξης στην ελληνική οικονομία, συμπληρώνοντας τους δύο παραδοσιακούς τομείς, τον τουρισμό και τη ναυτιλία. Η διαφοροποίηση αυτή είναι κρίσιμη για τη μείωση της εξάρτησης της οικονομίας από συγκεκριμένες δραστηριότητες και προσφέρει σταθερές βάσεις για μακροχρόνια ανάπτυξη και οικονομική μεγέθυνση.

Στον γενικότερο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% για το 2024, με το εύρος των προβλέψεων να κυμαίνεται από 2,1% έως 2,7%. Αυτή η πρόβλεψη είναι ελαφρώς υψηλότερη από την αντίστοιχη του προσχεδίου του προϋπολογισμού, το οποίο μετά από καθοδική αναθεώρηση είχε θέσει το ρυθμό ανάπτυξης στο 2,2%. Η ανάπτυξη αυτή αποδίδεται κυρίως στην αύξηση των επενδύσεων, των εξαγωγών και της ιδιωτικής κατανάλωσης, ενώ ο τομέας της μεταποίησης διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη συνολική οικονομική δραστηριότητα.

Η ελληνική οικονομία εμφανίζει σημαντική δυναμική, με το ΓΠΚΒ να επισημαίνει ότι η χώρα θα συνεχίσει να αναπτύσσεται ταχύτερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, συμβάλλοντας στη σύγκλιση του κατά κεφαλήν εισοδήματος με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η ενίσχυση των δημόσιων εσόδων και η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, μέσω μέτρων όπως η διασύνδεση ταμειακών μηχανών με POS και η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, είναι επίσης παράγοντες που συνεισφέρουν στην οικονομική ανάκαμψη.

Ωστόσο, η διεθνής αβεβαιότητα παραμένει ένα βασικό ζήτημα που μπορεί να επηρεάσει την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Όπως αναφέρει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή οι γεωπολιτικές εντάσεις και οι εκλογές στις ΗΠΑ δημιουργούν αστάθεια στο διεθνές περιβάλλον, ενώ οι καθυστερήσεις στη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής δυσχεραίνουν την οικονομική προσαρμογή.