Η κα Αντωνοπούλου, επισήμανε ότι «η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης προκάλεσε καίριο χτύπημα στην εσωτερική ζήτηση, ενώ ο αντίκτυπος στην αύξηση της παραγωγικότητας του εξαγωγικού τομέα ήταν αμελητέος». Όπως ανέφερε η κ. Αντωνοπούλου το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από μελέτες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Τράπεζας της Ελλάδας.
Η κα Αντωνοπούλου εξήγησε ότι «η λανθασμένη αυτή πολιτική οδήγησε στην εξαθλίωση ένα μεγάλο ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού. Θα μπορούσαν οι Έλληνες αλλά και οι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί που μαστίζονται από την οικονομική ύφεση, να μην είχαν υποστεί τόσο σκληρά τις επιπτώσεις της κρίσης αν είχε διεξαχθεί ουσιαστικός κοινωνικός διάλογος. Στην Ελλάδα απαξιώθηκε ο κοινωνικός διάλογος. Παρά το γεγονός ότι οι κοινωνικοί εταίροι είχαν διαφωνήσει με τη μείωση των μισθών, η τότε κυβέρνηση τους αγνόησε. Η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου επανέφερε τον ουσιαστικό διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους, προωθώντας παράλληλα την αύξηση του βασικού μισθού».
Στο περιθώριο της συνόδου η κα Αντωνοπούλου συναντήθηκε με την Ευρωπαία Επίτροπο Απασχόλησης και Κοινωνικών υποθέσεων, Μαριάν Τισσέν. Αναγνωρίστηκε ότι το πρόβλημα της ανεργίας στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες 10 χώρες της ΕΕ, οι οποίες έχουν αρκετά μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας από το μ.ο της Ένωσης, απαιτεί παράλληλα πολιτικές που θα έχουν ως στόχο την αντιμετώπιση της συρρίκνωσης των θέσεων εργασίας.