Opinions

Μαριζέτα Αντωνοπούλου: Ο κατώτατος μισθός και ο ελέφαντας στο δωμάτιο

Μαριζέτα Αντωνοπούλου Μαριζέτα Αντωνοπούλου
Μαριζέτα Αντωνοπούλου: Ο κατώτατος μισθός και ο ελέφαντας στο δωμάτιο
Ο μισθός που θα ανακοινωθεί είναι μεικτός και όχι καθαρός, και η όποια αύξησή του, αν δεν φτάσει τουλάχιστον στο 60% του διάμεσου -ήτοι τα 908 ευρώ- δεν θα μπορέσει να καλύψει την απώλεια αγοραστικής δύναμης καθώς και την διαρκή κρίση της ακρίβειας.

Η κυβέρνηση σε λίγες μέρες θα ανακοινώσει την αύξηση του κατώτατου μισθού. Ήδη αν κοιτάξει κανείς καλά τις ειδήσεις, θα δει διάφορα δελτία τύπου του Υπ.Εργασίας και επίσημες διαρροές από το Μαξίμου, που μιλούνε για μεγάλη αύξηση στον κατώτατο μισθό. Μπορεί οι αριθμοί, να λένε ψέματα ή μήπως κάτι δεν καταλαβαίνει καλά η πλειοψηφία των εργαζομένων που ζει από το μισθό της, αγαπητή Ρόζα (για να θυμηθούμε και τον λαϊκό ποιητή). Ας δούμε τα δεδομένα.

Το κατώφλι της σχετικής φτώχειας, για το 2023, ορίστηκε στα 866 ευρώ.

Με άλλα λόγια, όσοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό αλλά και όσοι δουλεύουν με ελαστικές σχέσεις εργασίας ήτοι 4ώρα και 6ώρα, βρίσκονται κατά μεγάλη πλειοψηφία σε συνθήκες αναξιοπρέπειας. Πάνω από 850.000 συμπολίτες μας, κοντά στο 35% του συνόλου των εργαζομένων της χώρας βρίσκεται αντιμέτωπη με αδυναμία κανονικής συμμετοχής στον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό ιστό στην χώρα. Η χώρα μας βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ε.Ε., συγκρινόμενη μόνο με την Βουλγαρία και την Ρουμανία.

Ο κατώτατος μισθός φέρει στον τρόπο διαμόρφωσής του αλλά και στην κάλυψη που παρέχει στους εργαζόμενους, αλλοιωμένα χαρακτηριστικά σε σχέση με την εποχή της σχετικής -έστω- ευημερίας της ελληνικής οικονομίας.
Έτσι ο κατώτατος μισθός δεν αφορά μόνο τους ανειδίκευτους εργάτες αλλά το σύνολο του εργατικού δυναμικού, ανεξάρτητα της ειδίκευσής τους ενώ οι ωριμάνσεις των μισθών μεταξύ 2012-2024 χάθηκαν, αφού η κλεψύδρα των τριετιών ξεκίνησε να μετράει από την αρχή από 1/1/2024, τα προηγούμενα χρόνια η εργασία ήταν αόρατη. Η στρέβλωση αυτή, που έχει οδηγήσει σε δραματική καθίζηση τους μισθούς των εργαζομένων, οξύνεται διαρκώς από την έλλειψη κοινωνικού διαλόγου, και από τον πλήρη παραγκωνισμό των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Ακόμα δε, και όταν αυτές υπογράφονται, οι όροι για τους εργαζόμενους είναι αρνητικοί καθώς το σύνολο της πολιτικής που ακολουθείται ειδικά από το 2019 και μετά είναι η διαρκής και στοχευμένη μείωση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων (αδρανοποίηση της επιθεώρησης εργασίας, πλήρη ελαστικοποιήση των σχέσεων εργασίας, αύξηση του ωραρίου, επέκταση δυσμενών για τους εργαζόμενους όρων σε όλο και περισσότερες επιχειρήσεις).

Ο μισθός που θα ανακοινωθεί είναι μεικτός και όχι καθαρός, και η όποια αύξησή του, αν δεν φτάσει τουλάχιστον στο 60% του διάμεσου -ήτοι τα 908 ευρώ- δεν θα μπορέσει να καλύψει την απώλεια αγοραστικής δύναμης καθώς και την διαρκή κρίση της ακρίβειας -ειδικά στα ανελαστικά αγαθά, όπως τα τρόφιμα και την στέγαση.

Την ίδια στιγμή ο μέσος ετήσιος μισθός στην Ελλάδα είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη, όπως καταδεικνύουν τα στοιχεία της Statista, ανέρχεται για το 2022 στα 24.067 ευρώ συγκρινόμενος με χώρες όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία, ενώ στην ΕΕ ο μέσος ετήσιος μισθός για άγαμους εργαζόμενους ξεπερνά τα 26.150ευρώ. Η διαφορά είναι ιλιγγιώδης αν λάβουμε υπόψιν μας, ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ειδική μισθολογική παροχή για εργαζόμενους με παιδιά στον ιδιωτικό τομέα. Την ίδια στιγμή που τα πραγματικά κέρδη των επιχειρήσεων σημειώνουν μια από τις μεγαλύτερες αυξήσεις πανευρωπαϊκά, ενδεικτικά ο μέσος όρος της ΕΕ αύξησης των πραγματικών κερδών στην ΕΕ ήταν για το 2023 στο 1,5% ενώ στην Ελλάδα έφτασε στο 5,9%.

Η όποια αύξηση του κατώτατου μισθού δεν φαίνεται να συμπαρασύρει σημαντικά τον μέσο μισθό.

Αυτό συμβαίνει για δύο κυρίως λόγους,

α) λόγω της ενδογενούς στρέβλωσης της ελληνικής οικονομίας, η οποία στηρίζεται στην ένταση εργασίας και όχι στην επανεπένδυση, στην καινοτομία και στην τεχνολογική διείσδυση. Όπως συχνά γράφουμε, αυτός ακριβώς είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο που έντεχνα κρύβει διαρκώς η κυβέρνηση, με την εξυπηρέτηση μικροσυμφερόντων διάφορων επιμέρους κοινωνικών ομάδων.

Β) Οι μισθοί στο δημόσιο -ακόμα και με τις πενιχρές αυξήσεις της τάξεως του 5-8% δεν έχουν καλύψει την δραματική απώλεια του 24,1% που σημειώθηκε κατά τα έτη 2010-2022. Στην ελληνική οικονομία, το δημόσιο ήταν αυτό που συχνά συμπαρέσυρε και τους υπόλοιπους μισθούς, ειδικά τις περιόδους της οικονομικής άνθησης ή έστω μεγέθυνσης.

Η τάση στην αγορά εργασίας στην Ευρώπη εμπεριέχει την μείωση του χρόνου εργασίας, την αύξηση των παροχών προς τους εργαζόμενους και δη προς τους γονείς, την αύξηση των μέσων μισθών για να υπερκαλυφθούν οι απώλειες των χρόνων της κρίσης και η ευελιξία των χρόνων εργασίας προς όφελος της μεγαλύτερης αυτονομίας των εργαζόμενων και έτσι της αύξησης της παραγωγικότητάς τους. Σε αυτές τις τάσεις, η χώρα μας δεν είναι απλά ουραγός αλλά στέκεται με σωρεία νομοθετικών παρεμβάσεων απέναντι, ακολουθώντας μια μονοδιάστατη φιλοεργοδοτική πολιτική, μη ενίσχυσης του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων. Η άμεση αλλαγή πολιτικής είναι ζωτικής σημασίας για τους εργαζόμενους, αλλαγή όμως που θα αφορά την παραγωγική βάση και την συνολική εργασιακή κουλτούρα και όχι επικοινωνιακά τρικ.

(Δρ. Μαριζέτα Αντωνοπούλου, Διδακτικό Προσωπικό, Τμήμα Κοινωνιολογίας, ΕΚΠΑ, Αν. Γραμματέας Τομέα Εργασίας ΠΑΣΟΚ ΚΙΝΑΛ)