Opinions

Άρια Γκιρλέμη: Όσα συζητούνται και όσα μένουν ανείπωτα για την τρίτη ηλικία

Άρια Γκιρλέμη Άρια Γκιρλέμη
Άρια Γκιρλέμη: Όσα συζητούνται και όσα μένουν ανείπωτα για την τρίτη ηλικία
Στον αντίποδα της μοναξιάς βρίσκονται οι διαπροσωπικές σχέσεις και ειδικότερα οι ρομαντικές σεξουαλικές σχέσεις. Συχνά θεωρείται θέμα ταμπού η σεξουαλικότητα στην τρίτη ηλικία ή ακόμα και κατακριτέα. Εντούτοις, όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως ηλικίας, έχουν σεξουαλικά συναισθήματα.

Όλοι από τη γέννησή μας ερχόμαστε αντιμέτωποι με το παράδοξο του θανάτου. Από την αρχή της ζωής μας ξέρουμε ότι δεν θα είμαστε για πάντα εδώ. Δεν ξέρουμε το πότε θα φύγουμε, ούτε το μετά. Άλλους περισσότερο, άλλους λιγότερο τους απασχολεί καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, το λεγόμενο άγχος θανάτου ή το τι υπάρχει μετά θάνατον. Φτάνοντας όμως στην τρίτη ηλικία γίνονται πιο έντονες αυτές οι σκέψεις. Δεν είναι όμως μόνο αυτές οι σκέψεις που έχει ένας άνθρωπος μετά τα 60-65, ούτε και θα όφειλαν να είναι.

Εντούτοις, οι άνθρωποι άνω των 60 ετών συχνά βιώνουν ηλικιακό ρατσισμό (ageism) και έρχονται αντιμέτωποι με διάφορα στερεότυπα που αφορούν την ηλικία και τις ικανότητές τους. Ο ηλικιακός ρατσισμός περιλαμβάνει στερεότυπα, διακρίσεις και κακομεταχείριση που βασίζονται αποκλειστικά στην ηλικία, καθώς και αρνητικές στάσεις και πεποιθήσεις για το τι σημαίνει να είναι κανείς μεγαλύτερος σε ηλικία.

Τι ρόλο όμως παίζουν αυτά τα στερεότυπα; Από τη μία, ο ηλικιακός ρατσισμός έχει βρεθεί ότι έχει ως αποτέλεσμα την περιθωριοποίηση των μεγαλύτερων σε ηλικία ανθρώπων. Ακόμα, επηρεάζει αρνητικά τις γνωστικές τους λειτουργίες, τη σωματική τους υγεία και την ψυχική ευεξία. Από την άλλη, έχει φανεί ότι οι άνθρωποι που είχαν θετικές αντιλήψεις για το γήρας έζησαν 7.5 χρόνια περισσότερο από αυτούς που είχαν αρνητικά συναισθήματα.

Μεγαλώνοντας, αντιμετωπίζει κανείς πολλαπλές ψυχοσυναισθηματικές προκλήσεις. Η διαδικασία του γήρατος περιλαμβάνει πολλαπλές απώλειες και πένθη, σε διάφορους τομείς, όπως οι γνωστικές και οι σωματικές λειτουργίες, αλλά και στον ψυχικό και τον κοινωνικό άξονα. Αρχικά, στην τρίτη ηλικία υπάρχει έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών, καθώς η μνήμη, η συγκέντρωση, η προσοχή, η ικανότητα νοερών υπολογισμών κ.α. αρχίζουν να φθίνουν με συνακόλουθες δυσκολίες στην καθημερινότητα. Σχετικά με τις σωματικές λειτουργίες, το σώμα σταδιακά χάνει την ευρωστία του, είναι πιο δύσκολη η ανάκαμψη από έναν τραυματισμό, γίνονται όλο και πιο εξαρτημένοι από τους άλλους. Παράλληλα, ξεκινάει μία νέα φάση ζωής, με τη συνταξιοδότηση. Αλλάζουν οι ρόλοι στο οικογενειακό σύστημα, όπως και η μέχρι τότε καθημερινότητα και συχνά στρέφοντα σε νέες δραστηριότητες για λήψη ικανοποίησης και κοινωνικής συναναστροφής. Από την άλλη, μια απόρροια της μεγαλύτερης ηλικίας σε συνάρτηση με τη συνταξιοδότηση είναι η περιθωριοποίηση. Παρατηρούνται τάσεις περιθωριοποίησης ή αποκλεισμού, καθώς μένουν περισσότερο στο σπίτι και σταδιακά μειώνονται οι κοινωνικές επισκέψεις και συναναστροφές. Ακόμη, συχνά έρχονται αντιμέτωποι με την απώλεια του/ης συζύγου και άλλων οικογενειακών προσώπων ή φίλων με επακόλουθο το αίσθημα απώλειας ενός σημαντικού κομματιού του εαυτού. Συχνή είναι η αναπόληση της ιστορίας της ζωής, η σκέψη γύρω από όσα έχουν μετανιώσει ή όσα δεν τόλμησαν να κάνουν. Αναδύονται τραυματικές εμπειρίες που δεν έχουν επιλυθεί. Τέλος, άγχη θανάτου έρχονται στο προσκήνιο, καθώς αποχαιρετούν μια νεότερη εκδοχή του εαυτού τους. Συχνοί είναι οι προβληματισμοί για το μετά, αλλά και για τη διευθέτηση όλων των «εκκρεμοτήτων» έως τότε.

Πώς διαχειρίζεται λοιπόν κάποιος όλες αυτές τις αλλαγές και προκλήσεις που εμφανίζονται στη ζωή του; Ο σημαντικότερος παράγοντας είναι η οικογένεια και οι φίλοι. Η υποστήριξη, πρακτική και συναισθηματική, από τους οικείους είναι από τους πιο σημαντικούς προστατευτικούς παράγοντες. Σε έρευνα που διενεργήθηκε την περίοδο του COVID-19, βρέθηκε ότι για άτομα άνω των 60 ετών ένας από τους πιο συνήθεις μηχανισμούς αντιμετώπισης του στρες και του άγχους, ήταν η επικοινωνία με τα παιδιά και τα εγγόνια τους, ώστε να καθησυχάζονται πως είναι καλά στην υγεία τους. Μεγαλώνοντας λοιπόν, αποκτάει κανείς μια άλλη οπτική των πραγμάτων και προτεραιότητα αποκτούν οι σημαντικοί άλλοι, παρά το κυνήγι υλικών αγαθών ή άλλες φιλοδοξίες αναζήτησης. Η ανταπόκριση που θα λάβουν από τους σημαντικούς άλλους είναι και αυτή που θα τους τροφοδοτήσει με δύναμη και επιθυμία για ζωή. Αξίζει να σημειωθεί ότι στους σημαντικούς άλλους μπορούμε να εντάξουμε και τα ζώα συντροφιάς. Τα κατοικίδια παρέχουν πολλά οφέλη για την ψυχική και τη σωματική υγεία, όπως η συντροφιά και το περπάτημα. Ο συναισθηματικός δεσμός και η ανταπόδοση συμβάλλουν θετικά στη διαχείριση των ψυχοσυναισθηματικών προκλήσεων.

Θετικά συμβάλλει και η γυμναστική, όπως και οι δραστηριότητες για τον ελεύθερο χρόνο (χόμπι). Πλέον υπάρχουν μαθήματα γιόγκα ειδικά προσαρμοσμένα για ηλικιωμένους, όπως και μαθήματα γυμναστικής στο νερό. Τα χόμπι συμβάλλουν θετικά στη διαχείριση του άγχους και προσφέρουν μία διέξοδο. Συχνά στην τρίτη ηλικία επιλέγουν το πλέξιμο, την κηπουρική, τον μοντελισμό ή το διάβασμα, μεταξύ άλλων.

Ένας ακόμη προστατευτικός παράγοντας για ανθρώπους στην τρίτη ηλικία είναι η ενασχόληση με την εκκλησία. Η πίστη, ανεξαρτήτως τους θρησκευτικού φρονήματος, προσφέρει ελπίδα και νοηματοδοτεί τη ζωή, καθώς και τη μετά θάνατον ζωή. Επιπλέον, μέσω της εκκλησίας ενισχύεται η κοινωνικοποίηση και η έξοδος από το σπίτι. Συνομήλικοι με κοινά ενδιαφέροντα γνωρίζονται και μοιράζονται τις ανησυχίες τους.

Πολύ σημαντικός είναι και ο χρόνος στη φύση. Το περπάτημα είτε στο βουνό είτε στην παραλία, το κολύμπι στη θάλασσα και γενικά ό,τι φέρνει τον άνθρωπο πιο κοντά στις ρίζες του, μειώνει το στρες και προσφέρει θετικές στιγμές.

Τέλος, ένας βασικός τρόπος διαχείρισης των αλλαγών που φέρνει το γήρας είναι η αναπόληση. Όχι όμως μια απλή, παθητική αναπόληση της ζωής. Αντιθέτως, μια ενεργή ανακατασκευή της ιστορίας της ζωής του ατόμου. Πρόκειται για την ανασκόπηση της ιστορίας της ζωής και των επιλογών που τον διαμόρφωσαν και τον έφεραν στο εδώ και τώρα. Αυτή η αναπόληση έχει βρεθεί ότι βοηθάει όταν γίνεται γραπτώς, και συχνά παρατηρούμε ηλικιωμένους να ετοιμάζουν ένα άλμπουμ ή ένα ημερολόγιο της ζωής τους με όλες τις σημαντικές τους στιγμές και μετά να το παραδίδουν στα παιδιά ή τα εγγόνια τους. Σύνηθες είναι και να εξιστορούν προφορικά αυτές τις αφηγήσεις. Με αυτόν τον τρόπο νιώθουν ότι δεν είναι απλοί περαστικοί σε αυτή τη ζωή, αλλά ότι έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους και μάλιστα ότι είχαν και οι ίδιοι τον έλεγχο της ζωής τους· ως ένα βαθμό τουλάχιστον.

Αναφέρθηκαν προηγουμένως οι απώλειες και τα πένθη που ακολουθούν το πέρασμα στην τρίτη ηλικία. Η μοναξιά αποτελεί μία συνέπεια αυτών. Η μοναξιά ορίζεται ως ένα σύνθετο σύνολο συναισθημάτων που περιλαμβάνει αντιδράσεις στην απουσία αναγκών για οικείες και κοινωνικές σχέσεις. Στη βιβλιογραφία εντοπίζονται δύο είδη μοναξιάς: η κοινωνική και η συναισθηματική. Η κοινωνική μοναξιά είναι η έλλειψη αισθήματος ανήκειν σε μια κοινότητα ή έναν κύκλο φίλων και η συναισθηματική μοναξιά η έλλειψη βαθύτερης σύνδεσης με τους σημαντικούς άλλους, όπως ο σύντροφος ή ένας κοντινός φίλος. Εντοπίζονται ορισμένοι παράγοντες κινδύνου. Για την κοινωνική μοναξιά έχει βρεθεί ότι επηρεάζει αρνητικά το αντρικό φύλο, το χαμηλό επίπεδο δραστηριοτήτων, ο μικρός αριθμός οικογενειακών μελών και φίλων που συναντούν ανά εβδομάδα, ενώ για τη συναισθηματική μοναξιά η μικρότερη ικανότητα για εκπλήρωση δραστηριοτήτων της καθημερινής ζωής. Κοινοί παράγοντες κινδύνου αποτελούν η χηρεία, η χαμηλή αυτό-εκτίμηση, η κατάθλιψη και οι οικονομικές δυσκολίες. Από την άλλη, υπάρχουν ορισμένοι προστατευτικοί παράγοντες όπως ο γάμος, τα παιδιά, το υψηλό μορφωτικό επίπεδο, η οικονομική ευρωστία, η συμμετοχή σε δραστηριότητες και ο διευρυμένος κοινωνικός κύκλος. Οι συνέπειες της μοναξιάς εντοπίζονται σε τρεις άξονες. Αρχικά, οι σωματικές συνέπειες αφορούν το καρδιαγγειακό σύστημα, τις μειωμένες κινητικές δεξιότητες και τη βιοχημεία (απορρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος). Επίσης, σε επίπεδο συμπεριφοράς παρατηρείται μειωμένη σωματική δραστηριότητα, αυξημένη χρήση αλκοόλ, υποσιτισμός και κακή ποιότητα διατροφής, προβλήματα ύπνου (υπνική άπνοια και αϋπνία). Τέλος, σε ψυχικό επίπεδο βιώνουν κατάθλιψη, άγχος και έκπτωση σε γνωστικές λειτουργίες, όπως η μνήμη και η συγκέντρωση.

Στον αντίποδα της μοναξιάς βρίσκονται οι διαπροσωπικές σχέσεις και ειδικότερα οι ρομαντικές σεξουαλικές σχέσεις. Συχνά θεωρείται θέμα ταμπού η σεξουαλικότητα στην τρίτη ηλικία ή ακόμα και κατακριτέα. Εντούτοις, όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως ηλικίας, έχουν σεξουαλικά συναισθήματα. Μάλιστα, η απώλεια της σεξουαλικότητας δεν είναι αναπόφευκτη συνέπεια του γήρατος και η πλειοψηφία των υγιών ανθρώπων παραμένουν σεξουαλικά ενεργοί σε τακτική βάση μέχρι τα βαθιά γεράματα. Πιο συγκεκριμένα, το 70% των ατόμων άνω των 70 ετών, παραμένουν σεξουαλικά ενεργοί. Αξίζει να σημειωθεί ότι το σεξ είναι από τις τελευταίες λειτουργίες που πλήττεται οργανικά από το γήρας. Από μια εμβρυολογική σκοπιά, γερνάμε «από έξω προς τα μέσα», δηλαδή οι πρώτες συνέπειες του γήρατος εντοπίζονται στο δέρμα μας, τα μαλλιά μας και αργότερα στα εσωτερικά μας όργανα. Η αναπνοή, η σίτιση και το σεξ αποτελούν λειτουργίες των οργάνων που προέρχονται από το εσωτερικό του σώματος και διαρκούν το περισσότερο. Επομένως, η απουσία σεξουαλικής επιθυμίας και έκφρασης μπορεί να είναι συνέπεια κάποιας ασθένειας σωματικής ή ψυχικής, παρά φυσιολογική συνέπεια λόγω του γήρατος. Παράλληλα, η σεξουαλική έκφραση μπορεί να πάρει νέες μορφές σε μεγαλύτερη ηλικία μέσω της εγγύτητας και της τρυφερότητας, όπως ένα χάδι ή μια αγκαλιά. Φυσικά, όπως κάθε σωματικό σύστημα, έτσι και το γενετήσιο σύστημα μπορεί να εμφανίσει τραύματα ή ελλείματα με το γήρας.

Ένας προστατευτικός παράγοντας που αξίζει να σημειωθεί είναι η έναρξη ψυχοθεραπείας στην τρίτη ηλικία, για τη διαχείριση όλων των προκλήσεων και αλλαγών που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Μπορεί να αποτελέσει μια συναρπαστική διαδικασία, τόσο για τον θεραπευόμενο όσο και για τον θεραπευτή, καθώς επιτρέπει στους θεραπευόμενους να ανακατασκευάσουν την εσωτερική τους ιστορία με τέτοιο τρόπο, ώστε τα τελευταία τους χρόνια να πάρουν την κατάλληλη θέση στο συνολικό ταξίδι της ζωής τους. Η ψυχοθεραπεία στην τρίτη ηλικία «ακουμπάει» στην επιθυμία να κοιτάξουν πίσω στο σύνολό της την ιστορία της ζωής τους με στόχο να σχετίσουν το τέλος της ζωής με το συνολικό μονοπάτι που ακολούθησαν ανά τα χρόνια. Για τους ηλικιωμένους, ο θάνατος βιώνεται ως ένα όλο και κοντινότερο σενάριο και καλούνται να αντιμετωπίσουν το άγχος θανάτου και τον αποχωρισμό από τους αγαπημένους άλλους. Τότε νιώθουν την ανάγκη για επανόρθωση, που μπορεί να έρθει και μέσω της ψυχοθεραπείας, ώστε να επεξεργαστούν την καταθλιπτική θέση και την απώλεια. Για να ζήσουν αρμονικά στο εδώ και τώρα, πρέπει πρώτα να επαναδομήσουν την εσωτερική ιστορία της ζωής τους ώστε να γίνει ένα συνεχές ολοκληρωμένο αντικείμενο, αντί για κατακερματισμένες όψεις του εαυτού και της ζωής. Είναι δύσκολο να αφήσει κανείς τη θέση του στον κόσμο αν δεν την έχει βρει πρώτα. Να αφήσει τη ζωή χωρίς πρώτα να έχει νιώσει ότι πραγματικά την έζησε, να κλείσει την εσωτερική του ιστορία, χωρίς πρώτα να την έχει κάνει μια ολόκληρη ιστορία, μια ιστορία που του ανήκει. Το σκεπτικό στην ψυχοθεραπεία στην τρίτη ηλικία είναι να χτιστεί η συνολική ιστορία και να βιωθεί στο σύνολό της με την εύρεση νοήματος, το οποίο σε κάθε φάση ζωής μπορεί να διέφερε. Μπορούν να εντοπιστούν τα «μικρά δευτερόλεπτα αιωνιότητας», δηλαδή οι στιγμές που βρίσκονται εκτός του χρονολογικού πλαισίου. Μπορούν να διαρκέσουν για ένα μόνο δευτερόλεπτο, όπως είναι στιγμές που τις βιώνουμε σε μια άλλη διάσταση του χρόνου και που φέρνουν κοντά την αρχή με το τέλος, τέμνοντας τον χρόνο. Αυτό μπορεί να συμβεί στην πορεία μιας ψυχανάλυσης, με μια ερμηνεία που δίνει φως σε ένα τυφλό σημείο της ζωής που έχει τις ρίζες του στο παρόν, όμως συνδέεται με κάτι από το παρελθόν, το οποίο έρχεται και δίνει νόημα στο παρόν και στο μέλλον. Πρόκειται για μια στιγμή στην ψυχανάλυση που δημιουργεί ένα τόσο έντονο συναίσθημα που είναι σαν να σταματάει για λίγο ο χρόνος.

Συμπερασματικά, με την είσοδο στην τρίτη ηλικία οι άνθρωποι καλούνται να αντιμετωπίσουν όχι μόνο τις αλλαγές και τις απώλειες που επιφέρει το γήρας, αλλά και τον ηλικιακό ρατσισμό και τα στερεότυπα από την κοινωνία. Εντοπίζονται αρκετοί προστατευτικοί παράγοντες με στόχο τη μείωση της μοναξιάς και του καταθλιπτικού συναισθήματος. Η ψυχοθεραπεία, ή ακόμα και η ψυχανάλυση, στην τρίτη ηλικία μπορούν να συμβάλλουν θετικά στην ανακατασκευή της προσωπικής ιστορίας και στην απόκτηση ενόρασης για τον εαυτό και τη ζωή.

(Η Άρια Γκιρλέμη MSc, PhDc Κλινική ψυχολόγος Κινητή Μονάδα ΕΠΑΨΥ ΒΑ & Δυτικών Κυκλάδων)