Opinions

Το χρέος ως εργαλείο ηγεμονικής επιρροής στην Αφρική

Αλέξανδρος Παπαμιχαλόπουλος Αλέξανδρος Παπαμιχαλόπουλος
Το χρέος ως εργαλείο ηγεμονικής επιρροής στην Αφρική
Ιδιαίτερη μνεία χρειάζεται να γίνει στην πρακτική της Κίνας να διαγράφει, να επαναδιαπραγματεύεται και να παγώνει δάνεια, όπως στην περίπτωση της Κούβας και της Ινδονησίας.

Η σταδιακή κατάρρευση του διπολικού συστήματος από το 1990 και μετά και η ανάδυση νέων γεωπολιτικών παικτών έφερε στο προσκήνιο νέες μορφές ανταγωνισμού και απόκτησης ισχύος. Χρήσιμο εργαλείο στη φαρέτρα αυτών των παικτών στα νέα πεδία ανταγωνισμών συνιστά η «διπλωματία της παγίδας χρέους». Η Κίνα καταφεύγει συχνά στη χρήση αυτής της τελευταίας, προκειμένου να στηρίξει το ευρύ πλέγμα διπλωματικών της σχέσεων, όπως αυτές οικοδομούνται γύρω από το νέο Δρόμο του Μεταξιού.

Πιο συγκεκριμένα, το Πεκίνο αξιοποιεί την ασταθή οικονομία των αναπτυσσόμενων χωρών στις οποίες χορηγεί δάνεια, τα οποία εκείνες αδυνατούν να αποπληρώσουν. Στόχος αυτής της πολιτικής είναι η υποχώρηση των εθνικών κυβερνήσεων των δανειοληπτριών χωρών στις πολιτικές και οικονομικές αξιώσεις της Κίνας επί του εδάφους τους, προκειμένου η τελευταία να αποκτήσει πρόσβαση τους φυσικούς τους πόρους ή να αποκτήσει (ή να αυξήσει την ήδη υπάρχουσα) στρατιωτική παρουσία εντός της εδαφικής τους επικράτειας.

Η περίπτωση του Κέρατος της Αφρικής είναι ένα καλό παράδειγμα προκειμένου να κατανοήσουμε πώς ο Δρόμος του Μεταξιού αναγεννάται ως ένα ηγεμονικό και όχι απλώς οικονομικό σχέδιο. Ξεκινώντας από την Ερυθραία, της οποίας τα συνολικά δάνεια από την Κίνα ανέρχονται στο ποσό των 13,7 δισ. δολαρίων, και ειδικότερα από το ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών της με την Κίνα, διαπιστώνουμε ότι το φαινομενικό όφελός της (βλ. Εικόνα 2) στην πραγματικότητα αντισταθμίζεται από το είδος των συναλλαγών.

Η Κίνα στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν εισάγει απλώς πρώτες ύλες, αλλά σημαντικά μέταλλα για τη βιομηχανία, όπως χαλκό και ψευδάργυρο. Είναι μάλιστα ο μεγαλύτερος εισαγωγέας χαλκού στον κόσμο, ήδη από το 2016, καθώς απορροφά το 46% της ζήτησης, η οποία προσανατολίζεται σε στρατηγικούς τομείς της κινεζικής οικονομίας (βλ. Εικόνα 1), προσφέροντάς της παράλληλα την πρωτοπορία στην ανάπτυξη τεχνολογιών πράσινης ενέργειας και ηλεκτροκίνησης, δεδομένων των ιδιοτήτων του χαλκού. Επιπλέον, προσδίδουν στην Κίνα στρατηγικό πλεονέκτημα, δεδομένης της επικείμενης αύξησης της ζήτησης του χαλκού κατά 56% ως το 2027.

Σε ό,τι αφορά τον ψευδάργυρο, η Κίνα συνιστά τον μεγαλύτερο εξαγωγέα παγκοσμίως, έχοντας παραγάγει 4,2 εκατομμύρια μετρικούς τόνους μόνο το 2022. Συνεπώς, η επιπλέον συσσώρευσή του στα χέρια της υπερδύναμης ενισχύει περαιτέρω τη διαπραγματευτική και εμπορική της ισχύ, ειδικά απέναντι στην Ευρώπη που διαθέτει χαμηλά αποθέματα ψευδαργυρού, ενώ σημειώνεται ότι το Πεκίνο το 2018 αγόρασε τα πλούσια σε χαλκό και χρυσό ορυχεία Μπίσα.

Εικόνα 1

pin1_e3e05.jpeg

Πηγή: ING

Για να γίνει αντιληπτό το πώς το χρέος διαμορφώνει τις πολιτικές των οφειλετριών χωρών, μία αντίστοιχη σύγκριση των εμπορικών σχέσεων μεταξύ Ερυθραίας και ΗΠΑ (Εικόνα 2) δείχνει την εστίαση κυρίως στην ανταλλαγή γεωργικών προϊόντων και τροφίμων. Είναι λοιπόν σαφές ότι το χρέος χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την αποκλειστική απόσπαση βιομηχανικών και υψηλής αξίας πρώτων υλών από την Ερυθραία. Ταυτόχρονα, στο αμιγώς πολιτικό πεδίο, η επιρροή της Κίνας αντικατοπτρίζεται στη δυναμική παρέμβασή της, η οποία συνέβαλε στην αποσόβηση της ένοπλης σύρραξης μεταξύ Τζιμπουτί και Ερυθραίας, εξέλιξη που θα έβλαπτε τα συμφέροντά της, εφόσον έχει μεγάλες επενδύσεις και στις δύο χώρες.

Εικόνα 2

pin2_c8f77.jpg

pin3_65d19.jpg

Πηγή: OEC

Παράλληλα, κρατικά στελέχη της Ερυθραίας τάσσονται υπέρ της οικονομικής αρωγής της Κίνας και της ενίσχυσης των μεταξύ τους σχέσεων ως προϋποθέσεων για την ανοικοδόμηση τόσο της ίδιας όσο και της Αφρικής. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του Προέδρου της χώρας Ισάιας Αφεγουέρκι, σύμφωνα με τον οποίο δεν υπάρχει πολιτική παγίδας χρέους από την πλευρά της Κίνας, την οποία χαρακτήρισε ως «εταίρο ανάπτυξης για την Αφρική», αλλά και του Υπουργού Εξωτερικών Οσμάν Μοχάμεντ Σαλέχ, ο οποίος, σε συνάντησή του με τον Κινέζο ομόλογό του, μίλησε για μια «συνεργασία για το καλό των δύο λαών».

Η διαμόρφωση μιας εγχώριας ελίτ φιλικά προσκείμενης προς την Κίνα παίζει κομβικό ρόλο στην εργαλειοποίηση της Ερυθραίας ως οφειλέτριας χώρας και εδραιώνει το αφήγημα της Κίνας ως «καλοπροαίρετης δύναμης». Καίριο ρόλο σε αυτή την εξέλιξη διαδραματίζει η προθυμία κάποιων αυταρχικών καθεστώτων, όπως αυτού της αφρικανικής χώρας, να αποδεχτούν αυτόν το ρόλο προκειμένου να επιβιώσουν.

Εξίσου χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Τζιμπουτί το οποίο, αν και δεν διαθέτει σημαντικούς φυσικούς πόρους, κατέχει κομβική θέση στην Ερυθρά Θάλασσα. Η Κίνα κατέχει το 70% του χρέους του Τζιμπουτί, γεγονός που της επέτρεψε να κατασκευάσει την πρώτη υπερπόντια στρατιωτική της βάση τo 2017. Με αυτή την κίνηση η Κίνα απέκτησε πρόσβαση στα στενά του Μπαμπ-ελ-Μαντέμπ, από όπου διέρχεται το 12,5%-20% της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας.

Το χρέος του Τζιμπουτί επηρεάζει και την ίδια την ανάπτυξή του, εφόσον το τελευταίο δεν έχει άλλη επιλογή από το να συνδεθεί με τον νέο Δρόμο του Μεταξιού προκειμένου να υλοποιήσει έργα υποδομής, όπως τα δύο νέα αεροδρόμια, το λιμάνι πολλαπλών χρήσεων Nτολαρέχ για το διαμετακομιστικό εμπόριο, τον σιδηρόδρομο Αντίς Αμπέμπα – Ντολαρέχ και τον αγωγό μεταφοράς πόσιμου ύδατος μεταξύ Ερυθραίας και Τζιμπουτί. Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις τα έργα υποδομής απασχολούν Κινέζους εργάτες και τα οικονομικά οφέλη που απορρέουν από αυτά κατευθύνονται σε κινεζικές εταιρείες. Συνεπώς, και σε αυτή την περίπτωση βλέπουμε πώς η ανάπτυξη του κράτους-οφειλέτη εξαρτάται από το κράτος-δανειστή, το οποίο όχι μόνο απομυζά τους πόρους του πρώτου αλλά και αποκομίζει οικονομικά οφέλη σε βάρος του. Το Τζιμπουτί μετατρέπεται σε ελεγχόμενο εμπορικό σταθμό, χωρίς να μπορεί να αξιώσει μεγαλύτερο μερίδιο επί των εσόδων για τον εαυτό του ή να στραφεί σε άλλους δανειστές, λόγω της εξάρτησής του από τα κινεζικά δάνεια.

Εάν ιδωθεί από αυτή τη σκοπιά, ο Δρόμος του Μεταξιού δεν συνιστά μια καλοπροαίρετη πραγμάτωση των εξαγγελιών του Κινέζου πρωθυπουργού Τσου Εν Λάι για τη σχέση της Κίνας με την Αφρική, αλλά μάλλον ένα ηγεμονικό σχέδιο μετα-αποικιοκρατικού χαρακτήρα. Η Κίνα ασκεί πολιτική επιρροή όχι μέσω της στρατιωτικής ισχύος, αλλά μέσω της δημιουργίας «αποικιών χρέους», μετατρέποντας την οικονομική αρωγή του Πεκίνου και των κρατικών κινεζικών εταιρειών σε μοχλό πίεσης χαμηλής έντασης, που αφενός διατηρεί την ηγεμονία της Κίνας στην περιοχή, αφετέρου δεν προκαλεί κοινωνικές εντάσεις, όπως θα συνέβαινε σε περίπτωση στρατιωτικής παρουσίας. Κρίσιμο ρόλο στην υλοποίηση αυτής της πολιτικής διαδραματίζει το αφήγημα του προέδρου Σι Τζινπίνγκ σχετικά με τις πολιτικές προθέσεις της Κίνας.

Ιδιαίτερη μνεία χρειάζεται να γίνει στην πρακτική της Κίνας να διαγράφει, να επαναδιαπραγματεύεται και να παγώνει δάνεια, όπως στην περίπτωση της Κούβας και της Ινδονησίας. Σε καμία από τις δύο περιπτώσεις δεν πρόκειται για ολική διαγραφή χρέους. Κατ’ αυτό τον τρόπο το χρέος μετατρέπεται όχι απλώς σε πηγή ισχύος αλλά σε παράγοντα ζωτικής σημασίας για την ίδια την οικονομική επιβίωση των εξαρτημένων κρατών.

Στην πραγματικότητα, στόχος δεν είναι απαραίτητα το οικονομικό όφελος, αλλά η εδραίωση της κινεζικής επιρροής μέσα από την παγίδευση των κρατών-οφειλετών σε έναν ατέρμονο κύκλο χρέους, ο οποίος εξασφαλίζει τη διατήρηση της πολιτικής επιρροής της Κίνας μέσω της διατήρησης των δανείων. Ταυτόχρονα, η μη σύμπραξη με την κινεζική πολιτική μπορεί να οδηγήσει στην επιβολή δυσμενέστερων όρων δανεισμού για το κράτος-δανειολήπτη. Συνεπώς, το χρέος ανάγεται τόσο σε πηγή ευεργεσίας όσο και τιμωρίας.

Αυτή η τακτική συνιστά το επιστέγασμα του ηγεμονικού ρόλου που επιδιώκει να διαδραματίσει η Κίνα «πείθοντας», υπό το πρόσχημα ότι συνιστά τον μόνο «αγαστό» και «φιλεύσπλαχνο» εταίρο, τα κράτη της σφαίρας επιρροής της ότι αποτελεί τη μόνη βιώσιμη επιλογή προκειμένου αυτά να επιτύχουν την επιθυμητή ανάπτυξη. Μία τακτική που που, αν και επικρίνεται από τη Δύση, γενικότερα έχει εφαρμοστεί κατά κόρον από την ίδια μέσω διεθνών οικονομικών οργανισμών όπως το ΔΝΤ.

Ο Αλέξανδρος Παπαμιχαλόπουλος, είναι Πολιτικός Επιστήμονας – H ανάλυση περιλαμβάνεται στο 22ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου ENA