Παιδεία

Αντιπρόεδρος ΟΛΜΕ στο Dnews: «Χάνονται 600.000 διδακτικές ώρες από τα σχολεία κάθε εβδομάδα»

Αντιπρόεδρος ΟΛΜΕ στο Dnews: «Χάνονται 600.000 διδακτικές ώρες από τα σχολεία κάθε εβδομάδα»
Η αντιπρόεδρος της ΟΛΜΕ κάνει έναν μικρό απολογισμό της έναρξης των μαθημάτων σε Γυμνάσια και Λύκεια - 30.000 κενά στα σχολεία

Σε λίγες μέρες συμπληρώνεται ένας μήνας μαθημάτων από την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς και για ακόμη μια φορά τα τεράστια κενά σε καθηγητές σε Γυμνάσια και Λύκεια να αποτελούν τροχοπέδη της διδασκαλίας. Εκτός από τα κενά σε εκπαιδευτικούς βασικών μαθημάτων, σημαντικό πρόβλημα έχει προκύψει και στην παράλληλη στήριξη με 20.000 κενά να δημιουργούν σημαντικά προβλήματα στους μαθητές που ναι μεν τη δικαιούνται αλλά προς ώρας αγνοείται η τύχη της. 

30.000 τα λειτουργικά κενά σε Γυμνάσια και Λύκεια 

H αντιπρόεδρος της ΟΛΜΕ, Στέλλα Μανουσογιωργάκη, καταδεικνύει στο Dnews το «αγκάθι» με τα χιλιάδες κενά καθώς όπως αποκαλύπτει «Πέρυσι προσελήφθησαν περίπου 50.000 αναπληρωτές και βγήκαν σε σύνταξη περίπου 5.000 εκπαιδευτικοί. Η φετινή χρονιά ξεκίνησε με 55.000 κενά στις δύο βαθμίδες εκπαίδευσης. Οι 10.000 διορισμοί που έγιναν κάλυψαν πολύ μικρό ποσοστό των αναγκών, ενώ και μετά την α φάση πρόσληψης αναπληρωτών τα κενά που παραμένουν είναι περίπου 30.000 αθροιστικά στις δύο βαθμίδες. Αυτό σημαίνει ότι κάθε βδομάδα χάνονται 600.000 διδακτικές ώρες από τα σχολεία μας. Επιπλέον, υπάρχουν περίπου 20.000 κενά για παράλληλη στήριξη. Δεν διαπιστώνουμε κάποια ιδιαίτερη γεωγραφική διαφοροποίηση των κενών. Υπάρχουν παντού, από την πρωτεύουσα μέχρι μικρά νησιά.»

Η ΟΛΜΕ ζητά όλες οι προσλήψεις να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη Ιουνίου, με ευθύνη του Υπουργείου η διαδικασία δρομολογείται τελή Αυγούστου 

«Ένα ζήτημα είναι ο προβληματικός σχεδιασμός και τα χρονοδιαγράμματα του υπουργείου. Εμείς ζητάμε να έχουν ολοκληρωθεί όλες οι υπηρεσιακές μεταβολές των μόνιμων εκπαιδευτικών (μεταθέσεις, αποσπάσεις, τοποθετήσεις κλπ) μέχρι τις 30 Ιουνίου κάθε χρονιάς, ώστε να υπάρχει ο χρόνος να υπολογιστούν σωστά τα κενά μέσα στο καλοκαίρι και να καλυφθούν εγκαίρως. Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει, με ευθύνη του υπουργείου, είναι να μην γνωρίζουν τα ακριβή κενά ανά ειδικότητα μέχρι τα τέλη Αυγούστου. Πέρα όμως από τα χρονοδιαγράμματα, το σημαντικότερο είναι να γίνουν μόνιμοι διορισμοί σε όλα τα πάγια κενά και να μην καλύπτονται αυτά με αναπληρωτές/τριες. Αυτό θα έδινε τέλος στην ύπαρξη κενών σε κάθε αρχή σχολικής χρονιάς και κυρίως θα αναβάθμιζε παιδαγωγικά τα σχολεία

Διαμαρτυρίες διαρκείας για τις συγχωνεύσεις τμημάτων 

Εκτός από τα κενά σε εκπαιδευτικό δυναμικό, το πρώτο κουδούνι στα σχολεία επισκιάστηκε και από το μέτρο των συγχωνεύσεων και καταργήσεων τμημάτων που έχουν προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στην εκπαιδευτική κοινότητα. Χιλιάδες μαθητές, σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, είναι αναγκασμένοι να στοιβάζονται σε υπεράριθμα τμήματα που πολλές φορές ξεπερνούν και τα 25 άτομα, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες του κάθε μαθητή. Οι αντιδράσεις στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση επιτείνονται και από το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις ιδιώς ΕΠΑΛ χωρίς καμια αιδώ οι μαθητές υποχρεούνται είτε να αλλάξουν κατεύθυνση/ ειδικότητα ή τμήματα προσανατολισμού στα ΓΕΛ ειδάλλως αν επιμείνουν να μην αλλάξουν κλάδο στέλνονται σε όμορα σχολεία, ανεξαρτήτως χιλιομετρικής απόστασης. 

Υπό το πρίσμα αυτό η κα Μανουσογιωργάκη τονίζει ότι ο αγώνας κόντρα στις συγχωνεύσεις θα διεξαχθεί μέχρι τέλους καθώς είναι ανεπίτρεπτο αυτό που εξελίσσεται με τις ευλογίες του Υπουργείου. «Το υπουργείο Παιδείας εδώ και πέντε χρόνια αρνείται να δώσει επίσημα στοιχεία στην ΟΛΜΕ, πράγμα πρωτοφανές που υποδεικνύει φόβο έκθεσης αλλά και πλήρη συνείδηση των συνεπειών της πολιτικής τους. Υπολογίζουμε ότι συγχωνεύτηκαν ή καταργήθηκαν περίπου 1000 τμήματα, γεγονός που σημαίνει ότι δεκάδες χιλιάδες παιδιά στοιβάζονται σε υπερπληθή τμήματα ή ακόμα και εκδιώκονται από το σχολείο τους για να μεταφερθούν υποχρεωτικά σε άλλο. Η τακτική αυτή του υπουργείου επιβλήθηκε στο σύνολο της επικράτειας, από μικρές επαρχιακές πόλεις, οι οποίες δεν έχουν καν συγκοινωνίες για να μεταφερθούν τα παιδιά, μέχρι και το κέντρο της Αθήνας. Αυτό δείχνει ότι οι συγχωνεύσεις/καταργήσεις έγιναν άκριτα, με μοναδικό σκοπό και κριτήριο τις περικοπές στην εκπαίδευση, αδιαφορώντας πλήρως για τις συνέπειες στα παιδιά μας. Σε όλη τη χώρα συνεχίζονται οι κινητοποιήσεις των πρωτοβάθμιων σωματείων μας από κοινού με γονείς και μαθητές/τριες στις διευθύνσεις δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ταυτόχρονα ως ΟΛΜΕ πιέζουμε επιτακτικά το υπουργείο Παιδείας, ειδικά για ακραίες περιπτώσεις καταργήσεων τμημάτων. Σε κάποιες περιπτώσεις το υπουργείο έκανε πίσω, σε κάποιες όμως επιμένει. Ξέρει όμως ότι θα επιμείνουμε κι εμείς…».

SKONI MATHITES EUROKINISSI 3624a

Το ήξεις αφήξεις με τα «Κινητά στην Τσάντα» 

Με σκεπτικισμό σχολιάζει η αντιπρόεδρος της ΟΛΜΕ στο Dnews και την περίφημη απαγόρευση χρήσης και κατοχής κινητών στα σχολεία καθώς όπως αναφέρει «Η απαγόρευση των κινητών στα σχολεία υπάρχει στη νομοθεσία περισσότερο από μία δεκαετία και μάλιστα επρόκειτο για καθολική απαγόρευση, δηλαδή απαγορευόταν η κατοχή κινητού ακόμα και αν ήταν κλειστό στην τσάντα. Και φυσικά υπήρχε και πρόβλεψη για αποβολή. Χιλιάδες αποβολές για κινητά είχαν δοθεί όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό που έφερε φέτος το υπουργείο ουσιαστικά χαλαρώνει αυτήν την απαγόρευση, αφού επιτρέπει να υπάρχουν «κρυμμένα» κινητά στις τσάντες. Αυτό δυσχεραίνει φοβερά το έργο των εκπαιδευτικών που θα πρέπει να αστυνομεύουν αντί να διδάσκουν, μπερδεύει τα παιδιά αφού δεν είναι ένας ξεκάθαρος κανόνας και ταυτόχρονα δυσχεραίνει και τις σχέσεις γονέων και εκπαιδευτικών που θα μπαίνουν σε ατέρμονες συζητήσεις για το αν ήταν «εμφανής» ή όχι η χρήση του κινητού. Όλο αυτό είναι μία επικοινωνιακή φούσκα του υπουργείου, που προσπαθώντας να εξαφανίσει από τη δημόσια συζήτηση τα πραγματικά προβλήματα των σχολείων προώθησε το σλόγκαν «τα κινητά στην τσάντα» για να ασχοληθεί η κοινή γνώμη με αυτό.»

«Το Ψηφιακό Φροντιστήριο είναι ακόμη ένα τέχνασμα του Υπουργείου για να μπαλώσει τις αδυναμίες του»

Αναφορικά με την λειτουργία του Ψηφιακού Φροντιστήριο δηλώνει ότι «Όλες οι διεθνείς παιδαγωγικές μελέτες που έχουν δημοσιεύσει οργανισμοί όπως η UNESCO και η UNISEF επισημαίνουν ότι η τηλεκπαίδευση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντικαταστήσει την δια ζώσης διδασκαλία αφού έχει τεράστιες συνέπειες τόσο στις γνωστικές ικανότητες των παιδιών όσο και στην κοινωνικοποίησή τους. Η επιστημονική έρευνα στην παιδαγωγική λοιπόν έχει ήδη αποφανθεί αρνητικά για αυτό που το υπουργείο φέρνει ως «καινοτομία». Δεν πρόκειται καθόλου για ένα δημόσιο δωρεάν φροντιστήριο, παρά μία ακόμα προσπάθεια περικοπών στην εκπαίδευση. Οι θεσμοί του πραγματικά δημόσιου και δωρεάν φροντιστηρίου υπάρχουν εδώ και δεκαετίες και είναι η ενισχυτική διδασκαλία και η πρόσθετη διδακτική στήριξη, τις οποίες το υπουργείο έχει απαξιώσει πλήρως στην πράξη, με υποστελέχωση και απαράδεκτες καθυστερήσεις υλοποίησης κάθε χρονιά. Το υπουργείο απλά προσπαθεί να κόψει κι άλλες θέσεις εργασίας, όπως κάνει και με τις συγχωνεύσεις των τμημάτων. Άλλωστε, με βάση τα επίσημα στοιχεία, ένα ποσοστό γύρω στο 30% των παιδιών ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, που σημαίνει ότι δεν έχουν υπολογιστή ή ακόμα και πρόσβαση στο διαδίκτυο. Αυτό που χρειάζονται λοιπόν δεν είναι η ψηφιακή εκπαίδευση αλλά η δια ζώσης διδασκαλία.»

Στις επάλξεις κόντρα στην Αξιολόγηση

Παράλληλα τονίζει ότι συνεχίζεται και την φετινή χρονιά η αποχή από την αξιολόγηση.  «Η αξιολόγηση που προσπαθεί να επιβάλλει το υπουργείο είναι μία άκρως αντιεπιστημονική και γραφειοκρατική διαδικασία. Η ΟΛΜΕ έχει καταθέσει επανειλημμένα ουσιαστικές προτάσεις για την βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου, αλλά το υπουργείο επιμένει εμμονικά σε μία απαξιωμένη και αποτυχημένη διαδικασία, που μοναδικό στόχο έχει να επιρρίψει τις ευθύνες της κυβέρνησης για τα προβλήματα των σχολείων στις πλάτες των εκπαιδευτικών. Εμείς θα συνεχίζουμε τον αγώνα ενάντια στην κατηγοριοποίηση σχολείων, εκπαιδευτικών και μαθητών/τριών. Αυτήν την περίοδο πραγματοποιούνται γενικές συνελεύσεις σε όλη τη χώρα για να αποφασιστούν οι σχετικές δράσεις μας.»

«Απαράδεκτο οι καθηγητές να είναι κατηγορούμενοι για τις πράξεις των μαθητών στις σχολικές εκδρομές»

Ερωτηθείσα για το ζήτημα που έχει προκύψει με την συμμετοχή των καθηγητών στις σχολικές εκδρομές και τις ενστάσεις τους για το γεγονός ότι εκείνοι επιβαρύνονται νομικά για όσα έκτροπα κάνουν οι μαθητές σε αυτές η τοποθέτηση της κας Μανουσογιωργάκη είναι ξεκάθαρη «Η αλλαγή του νομικού πλαισίου για τις εκδρομές αλλά και η σύσταση υπηρεσίας για την νομική προστασία των εκπαιδευτικών είναι πάγια αιτήματα της ΟΛΜΕ. Αν όντως υλοποιηθούν θα είναι πολύ θετικές πρωτοβουλίες. Ωστόσο, τις συγκεκριμένες εξαγγελίες τις έχουμε ακούσει αρκετές φορές χωρίς όμως να υλοποιηθούν μέχρι σήμερα. Και στην τελευταία συνάντηση με τον υπουργό που ξανατέθηκαν τα ζητήματα αυτά δεν μας έδωσε καμία απολύτως πληροφορία για το ποιες αλλαγές σχεδιάζονται και ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης. Αυτό που συμβαίνει εδώ και χρόνια είναι εκπαιδευτικοί να συλλαμβάνονται, να διώκονται και να βρίσκονται στα δικαστήρια επειδή απλά κάνουν τη δουλειά τους. Αυτό που επισημαίνουμε είναι ότι είναι απαράδεκτο, ενώ οι εκπαιδευτικοί τηρούν κατά γράμμα όσα προβλέπονται από το νόμο, τόσο για τις εκδρομές όσο και για όλες τις σχολικές διαδικασίες, να βρίσκονται κατηγορούμενοι, με μεγάλες οικονομικές και ψυχικές συνέπειες για περιστατικά στα οποία προφανώς δε φέρουν καμία ευθύνη»

«Απαραίτητη η παρουσία σχολικού ψυχολόγου και κοινωνικού λειτουργού »

Κλείνοντας ζητώντας της ένα σχόλιο για τα έξαρση της βίας εντός του σχολείου αλλά και περίξ αυτού μας τόνισε ότι «Η UNESCO και η UNISEF κατά τη διάρκεια της πανδημίας προειδοποιούσαν ότι το κλείσιμο των σχολείων και η τηλεκπαίδευση θα επέφεραν πολλές μακροπρόθεσμες συνέπειες, μεταξύ των οποίων και η αύξηση της σχολικής βίας και καλούσαν τα κράτη να υιοθετήσουν άμεσα πολιτικές πρόληψης κατά της βίας. Το ελληνικό υπουργείο Παιδείας όχι μόνο δεν υιοθέτησε ούτε μία από τις προτάσεις αυτές αλλά κράτησε τα σχολεία κλειστά για 8 ολόκληρους μήνες, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο. Η αποκοινωνικοποίηση αυτή σε συνδυασμό με διάφορα αντιπαιδαγωγικά μέτρα που ελήφθησαν τα τελευταία χρόνια από την κυβέρνηση αλλά και την ακραία φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία χρόνια έχουν επιφέρει μία τρομακτική αύξηση της ενδοσχολικής βίας, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Η ΟΛΜΕ, μελετώντας τις σχετικές εκθέσεις των διεθνών οργανισμών αλλά και τις καλές πρακτικές άλλων χωρών έχει επανειλημμένα καταθέσει υπομνήματα με προτάσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου εδώ και χρόνια, αλλά το υπουργείο επιλέγει να κωφεύει. Η πρόσληψη ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών σε κάθε σχολείο, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, η μείωση του ανταγωνιστικού κλίματος στο σχολείο με τη μείωση των εξετάσεων και της ύλης, η μείωση των μαθητών/τριών ανά τμήμα, η φύλαξη των σχολικών μονάδων, η καλλιέργεια συναισθηματικών και επικοινωνιακών δεξιοτήτων, η σεξουαλική εκπαίδευση και τα προγράμματα διαμεσολάβησης είναι μερικές μόνο από τις προτάσεις που έχουμε καταθέσει. Ωστόσο το υπουργείο αρνείται να λάβει ουσιαστικά μέτρα πρόληψης και καταφεύγει είτε σε μέτρα καταστολής, που σύμφωνα με διεθνείς έρευνες δεν οδηγούν στην αντιμετώπιση της βίας, είτε σε κινήσεις εντυπωσιασμού όπως ψηφιακές πλατφόρμες, που κανένα απολύτως αποτέλεσμα δεν επιφέρουν.»