Πολιτική

Τα ελληνοτουρκικά στην εσωκομματική δίνη της ΝΔ

Τα ελληνοτουρκικά στην εσωκομματική δίνη της ΝΔ Φωτογραφία: INTIME
Η επέτειος των 50 χρόνων από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο συμπίπτει με μια νέα διπλωματική κινητικότητα στο Κυπριακό.

Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτιέρες και η δραστήρια ειδική απεσταλμένη του Οργανισμού Μαρία Άνχελα Χόλγκουιν Κουεγιάρ πιέζουν για την επανέναρξη των συνομιλιών με αφετηρία μια πενταμερή διάσκεψη στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο. Οι ΗΠΑ είναι θετικές σε αυτό το ενδεχόμενο και η Τουρκία φέρεται να είναι πιο διαλλακτική από ό,τι στο παρελθόν. Ωστόσο, οι δηλώσεις Ερντογάν το Σάββατο περί λύσης στη βάση των δύο κυρίαρχων κρατών δεν δείχνουν διαλλακτικότητα, εκτός αν ερμηνευτούν ως εναρκτήρια διαπραγματευτική θέση.

Η στάση της Αθήνας

Απέναντι στη νέα κινητικότητα για το Κυπριακό, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εκφράζεται θετικά αλλά με πολύ προσεκτικό τρόπο. Σε χτεσινή συνέντευξή του στην ΕΡΤ ο Γιώργος Γεραπετρίτης ανέφερε ότι «pριν από ένα χρόνο βρισκόμασταν σε μια φάση σχετικής ακινησίας, αδράνειας, όπου το Κυπριακό δεν συζητείτο στα διεθνή φόρα. Είχε περιέλθει σε μία σχετική ύπνωση. Έκτοτε έχουμε μία σειρά από γεγονότα, τα οποία επαναφέρουν το Κυπριακό στην πρώτη γραμμή της διεθνούς προσοχής, στην πρώτη γραμμή της διεθνούς παράστασης». Ο υπουργός Εξωτερικών συνέδεσε την κινητικότητα στο Κυπριακό τόσο με τις τοποθετήσεις της ΕΕ όσο και με τη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Λίγο μετά τη συνέντευξη Γεραπετρίτη ο Παύλος Μαρινάκης δήλωσε στο μπρίφινγκ ότι «εμείς πιστεύουμε στον διάλογο. Από τον διάλογο προκύπτουν πολύ ξεκάθαρα οι θέσεις οι ελληνικές, οι διαφωνίες που έχουμε με την άλλη πλευρά. Διάλογος δεν σημαίνει υποχώρηση. Διάλογος δεν σημαίνει αφέλεια. Διάλογος δεν σημαίνει την παραμικρή υποχώρηση από τα κυριαρχικά δικαιώματα».
Δηλαδή, ναι μεν αλλά…

Οι δύο παράγοντες

Η στάση της κυβέρνησης εξηγείται από δύο παράγοντες, Ο πρώτος είναι ότι αυτή ίσως είναι η τελευταία ευκαιρία για λύση του Κυπριακού. Μισό αιώνα μετά την εισβολή, η διχοτόμηση παγιώνεται και κανονικοποιείται. Η τελευταία γενιά που έχει ζήσει σε ενιαία Κύπρο, φεύγει από το προσκήνιο. Επομένως, θα ήταν πολύ δύσκολο σε οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση να αρνηθεί μια πρωτοβουλία επίλυσης από τον ΟΗΕ.

Ωστόσο, το Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά είναι πάντοτε μέρος του παιγνίου της εσωτερικής πολιτικής σκηνής. Στην ελληνική πολιτική η εθνική πλειοδοσία και οι καταγγελίες περί μειοδοσίας συνιστούν παραδοσιακά μια πολύ προσοδοφόρα εκλογικά τακτική -η οποία βέβαια δεν διευκολύνει την ελληνική διπλωματία. Πιο πρόσφατο παράδειγμα η αρνητική στάση της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών -την οποία τρέχει τώρα να υπερασπιστεί.

Τα εσωκομματικά της ΝΔ

Στην τρέχουσα συγκυρία τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό διαπλέκονται με τα εσωτερικά της Νέας Δημοκρατίας. Ο πρωθυπουργός είναι στην πλέον αδύναμη θέση που έχει βρεθεί στα πέντε χρόνια της διακυβέρνησης της ΝΔ. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι παγιώνεται το χαμηλό ποσοστό που πήρε η ΝΔ στις ευρωεκλογές, η κοινωνική δυσαρέσκεια για την ακρίβεια διογκώνεται και για πρώτη φορά στο εσωτερικό της ΝΔ ακούγονται φωνές κριτικής για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Την 1η Ιουλίου στην εκδήλωση στο Πολεμικό Μουσείο όπου μίλησε μαζί με τον Αντώνη Σαμαρά, ο Κώστας Καραμανλής ενέταξε και τα ελληνοτουρκικά στα πεδία που άσκησε κριτική στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ο πρώην πρωθυπουργός ασκώντας κριτική στην κυβερνητική πολιτική των «ήρεμων νερών» στο Αιγαίο είπε μεταξύ άλλων ότι «υφέρπει ο κίνδυνος, στο όνομα της ύφεσης, των χαμηλών τόνων και των ήρεμων νερών, να δημιουργείται σταδιακά η εντύπωση της αποδοχής της διευρυνόμενης τουρκικής ατζέντας και διεκδικήσεων, άρα βήμα-βήμα της δημιουργίας προηγούμενου. Με άλλα λόγια η δια της διαχρονικής διολίσθησης έκπτωση πάγιων εθνικών θέσεων που εδράζονται στέρεα επί του Διεθνούς Δικαίου».

Επρόκειτο για σαφή προειδοποίηση προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη αναφορικά με τα όρια του όποιου ελληνοτουρκικού διαλόγου.

Ο Δένδιας

Την προσέγγιση Καραμανλή φαίνεται να υιοθετεί ο Νίκος Δένδιας. Ο πολύ δημοφιλής (όχι μόνο στο εσωτερικό της ΝΔ) υπουργός Άμυνας θεωρείται (όχι άδικα) το εσωκομματικό αντίπαλο δέος στον πρωθυπουργό. Μάλιστα το όνομα του ακούγεται έντονα το τελευταίο διάστημα στα σενάρια της μετά Μητσοτάκη εποχής.

Η δήλωση Δένδια για τα πενηντάχρονα της εισβολής στην Κύπρο ήταν σαφώς πιο σκληρή από το γενικό ύφος της κυβέρνησης. Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας έκανε λόγο για «τουρκοκυπριακές φιέστες ντροπής» καθώς και για «βέβηλη παράνομη παρουσία επί μισόν αιώνα του τουρκικού στρατού κατοχής στην Κύπρο». Στη συνέχεια, ο Ερντογάν με τον γνωστό… ερντογανικό τρόπο (που δεν τον λες και πολύ διπλωματικό) κάλεσε τον Μητσοτάκη «να βάλει στη θέση του τον Δένδια».

Η απάντηση της κυβέρνησης ήταν συγκρατημένη και σε καμιά περίπτωση δεν έδειξε ενθουσιασμό με τις δηλώσεις Δένδια. Ο Παύλος Μαρινάκης τόνισε ότι «ματαιοπονούν όσοι προσπαθούν να ανακαλύψουν δήθεν διαχωρισμούς ανάμεσα στα κυβερνητικά στελέχη». Ο Γιώργος Γεραπετρίτης επισήμανε με τη σειρά του ότι η θέση της κυβέρνησης είναι ομόθυμη. Απαντώντας δε σε ερώτηση για το αν η κυβερνητική απάντηση στον Ερντογάν θα έπρεπε να είναι πιο σκληρή, υπουργός Εξωτερικών σημείωσε ότι «υπήρξε μια απάντηση, η οποία ήταν η προσήκουσα» . Προσέθεσε ότι «δεν αντιλαμβάνομαι αυτή την έννοια της σκληρής απάντησης, ούτε μπορούμε να μπούμε σε μια λογική διαγκωνισμού για το ποιος θα είναι σκληρότερος. Η ελληνική κυβέρνηση εκφράζεται με δεδομένα και εκφράζεται με πάγιες θέσεις, οι οποίες έχουν έρεισμα στο Διεθνές Δίκαιο. Οι ανέξοδοι βερμπαλισμοί δεν ωφελούν».

Δύσκολα μπορεί να μη σκεφτεί κανείς ότι το «ανέξοδοι βερμπαλισμοί» πήγαινε για τον Δένδια…

Η διαφωνία στο εσωτερικό της ΝΔ για τα ελληνοτουρκικά είναι προφανής. Δεδομένης της αδυναμίας της κυβέρνησης, αυτή η διαφωνία στενεύει τα περιθώρια των διπλωματικών χειρισμών του Μαξίμου. Εκτός αν ο πρωθυπουργός κινηθεί με το βλέμμα στη διεθνή πολιτική και την υστεροφημία του.