Ελλάδα

Υπόθεση Λύτρα: Αναβρασμός στην τάξη των δικαστικών μετά την «πρωτοφανή» απόφαση του Αρείου Πάγου

Υπόθεση Λύτρα: Αναβρασμός στην τάξη των δικαστικών μετά την «πρωτοφανή» απόφαση του Αρείου Πάγου
Αντιδράσεις προκαλεί η απόφαση του Αρείου Πάγου να προαναγγείλει πειθαρχικό έλεγχο σε ανακρίτρια και εισαγγελέα στην υπόθεση Λύτρα: Οργισμένες ανακοινώσεις Βερβεσού και Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Πρωτοδικείου Αθηνών.

«Η πρακτική αυτή δεν συνάδει με το κύρος της Δικαιοσύνης και το Κράτος Δικαίου και οδηγεί μαθηματικά σε οπισθοδρόμηση και απαξίωση του θεσμού και των λειτουργών του», σημειώνει ο Δημήτρης Βερβεσός, Πρόεδρος της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.

«Ο πειθαρχικός έλεγχος των δικαστών οφείλει να γίνεται μέσω των θεσμικών διαδικασιών, όπως η Επιθεώρηση Δικαστηρίων και το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Η πειθαρχική διαδικασία δεν μπορεί να παρεμβαίνει στην δικαιοδοτική κρίση των δικαστών, η οποία ελέγχεται μέσω των προβλεπόμενων ενδίκων μέσων και πειθαρχικά σε περπτώσεις αξιόποινης ή αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς», τονίζεται μεταξύ άλλων.

«Δυστυχώς, η επιχειρούμενη υποκατάσταση θεσμικών διαδικασιών και ιδίως της αναποτελεσματικής μέχρι σήμερα λειτουργίας της Επιθεώρησης Δικαστηρίων, μέσω επικοινωνιακού τύπου παρεμβάσεων, προσφέρει αρνητικές υπηρεσίες στη Δικαιοσύνη και οδηγεί σε ραγδαία οπισθοχώρηση της ορθής λειτουργίας της».

«Η ανακρίτρια και ο εισαγγελέας που χειρίστηκαν τη δικογραφία σε βάρος κατηγορουμένου δικηγόρου για την πράξη της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης στο πλαίσιο κύριας ανάκρισης είναι οι μόνοι που έχουν πρόσβαση και γνωρίζουν το αποδεικτικό υλικό και οι μόνοι που μπορούν να κρίνουν τα κατάλληλα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού σε βάρος του κατηγορουμένου», αναφέρει - από την πλευρά της - η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων Πρωτοδικείου Αθηνών.

«Η προσωρινή κράτηση επιβάλλεται κατ’ εξαίρεση σε κατηγορούμενο για κακούργημα, μόνο ως μέσο διασφάλισης της παρουσίας του στο δικαστήριο ή αποτροπής τέλεσης νέων εγκλημάτων, σύμφωνα με τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις, που κατά περίπτωση προβλέπονται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εφόσον κρίνεται αιτιολογημένα ότι τα λοιπά μέτρα δικονομικού καταναγκασμού, στα οποία δίνεται προτεραιότητα, δεν επαρκούν (ή ο κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν μπορεί να επιβληθεί) και χωρίς να αρκεί μόνο η κατά νόμο βαρύτητα της πράξης».

«Η κρίση των δικαστικών λειτουργών είτε είναι ορθή, είτε λανθασμένη, υπόκειται μόνο στους κανόνες του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και όχι σε πειθαρχικό έλεγχο», τονίζεται χαρακτηριστικά.