Διεθνή

Απόφαση «σταθμός» του Ανώτατου Δικαστηρίου χαρίζει ασυλία στον Τραμπ για την εισβολή στο Καπιτώλιο

Απόφαση «σταθμός» του Ανώτατου Δικαστηρίου χαρίζει ασυλία στον Τραμπ για την εισβολή στο Καπιτώλιο Φωτογραφία: WILL OLIVER/ EPA
Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάσισε τη Δευτέρα ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν επιτρέπεται να διωχθεί ποινικά για τις επίσημες ενέργειες στις οποίες προέβη ως πρόεδρος, αλλά μπορεί να διωχθεί για τις ιδιωτικές πράξεις του - σε μια απόφαση «σταθμό», με την οποία αναγνωρίστηκε, για πρώτη φορά, μια μορφή προεδρικής ασυλίας.

Με έξι ψήφους υπέρ έναντι τριών κατά - οι έξι συντηρητικοί έναντι των τριών προοδευτικών - το Δικαστήριο έκρινε τη Δευτέρα ότι «ο πρόεδρος δεν χαίρει καμίας ασυλίας για τις μη επίσημες ενέργειές του» αλλά «έχει δικαίωμα, τουλάχιστον, στο τεκμήριο της ασυλίας όσον αφορά τις επίσημες πράξεις του».

Το Δικαστήριο, όπου πλειοψηφούν οι συντηρητικοί δικαστές, παρέπεμψε έτσι πίσω στα κατώτερα δικαστήρια το ζήτημα της ασυλίας του Ντόναλντ Τραμπ κατά την άσκηση των προεδρικών καθηκόντων του, καθυστερώντας ακόμη περισσότερο τη δίκη του στο ομοσπονδιακό δικαστήριο της Ουάσινγκτον.

Το δικαστήριο έκρινε κατά συνέπεια ότι οι πρώην πρόεδροι προστατεύονται από διώξεις για ενέργειες στις οποίες προέβησαν στο πλαίσιο άσκησης της συνταγματικής εξουσίας τους, όχι όμως και για πράξεις που έκαναν ως ιδιώτες.

Είναι η πρώτη φορά από την ίδρυση των ΗΠΑ, τον 18ο αιώνα, που το Ανώτατο Δικαστήριο δηλώνει ότι οι πρώην πρόεδροι μπορεί να προστατευθούν από ποινικές κατηγορίες σε κάθε περίπτωση.

Το Δικαστήριο ανέλυσε τέσσερις περιπτώσεις που περιγράφονται στο παραπεμπτικό βούλευμα σε βάρος του Τραμπ: τις συζητήσεις του με αξιωματούχους του υπουργείου Δικαιοσύνης μετά τις εκλογές του 2020, τις υποτιθέμενες πιέσεις που άσκησε στον τότε αντιπρόεδρο Μάικ Πενς για να μην επικυρωθεί η νίκη του Τζο Μπάιντεν, τον φερόμενο ρόλο που έπαιξε στη συγκέντρωση ψεύτικων εκλεκτόρων που θα ψήφιζαν υπέρ του και τη διαγωγή του κατά την επίθεση υποστηρικτών του στο Καπιτώλιο, στις 6 Ιανουαρίου 2021.

Έκρινε ότι ο Τραμπ έχει απόλυτη ασυλία για τις συζητήσεις με τους αξιωματούχους του υπουργείου Δικαιοσύνης αλλά παρέπεμψε στα κατώτερα δικαστήρια, ώστε να αποφανθούν εκείνα για την ασυλία του πρώην προέδρου στις άλλες τρεις περιπτώσεις.

Ο Τραμπ, που βρίσκεται εν μέσω της προεκλογικής εκστρατείας του για να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο, χαιρέτισε αμέσως μια «μεγάλη νίκη» για τη δημοκρατία.

Με τη σημερινή κρίση του, το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε έτσι τη δικαστική απόφαση με την οποία είχε απορριφθεί η προσπάθεια του Τραμπ να προστατευθεί από την ποινική δίωξη, σε ομοσπονδιακό επίπεδο, για την απόπειρα ανατροπής της εκλογικής ήττας του, στις προεδρικές εκλογές του 2020.

Αποφασίζοντας να εξετάσουν το θέμα, στις 28 Φεβρουαρίου, και στη συνέχεια ορίζοντας τη δικάσιμο τρεις μήνες αργότερα, οι εννέα δικαστές είχαν ήδη μεταθέσει χρονικά για το μέλλον την ομοσπονδιακή δίκη του πρώην προέδρου. Η διαδικασία, που αρχικά ήταν προγραμματισμένο να ξεκινήσει στις 4 Μαρτίου, έχει ήδη αναβληθεί επ’ αόριστον.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι δικαστές εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί απέναντι στην απόλυτη ασυλία που απαιτούσε ο Ρεπουμπλικάνος μεγιστάνας και πολλοί, ιδίως μεταξύ των συντηρητικών, εξέφρασαν ανησυχίες για τις συνέπειες που θα έχει μακροπρόθεσμα η απόφασή τους. «Συντάσσουμε έναν κανόνα για τις επόμενες γενιές», σχολίασε ο Νιλ Γκόρσατς. «Αυτή η υπόθεση έχει τεράστιες επιπτώσεις για το μέλλον της προεδρίας και της χώρας», τόνισε ο συνάδελφός του, Μπρετ Κάβανο.

Ο Τραμπ, σε βάρος του οποίου εκκρεμούν τέσσερις διαφορετικές ποινικές υποθέσεις, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να καθυστερήσει την εκδίκασή τους, κατά προτίμηση για μετά τις προεδρικές εκλογές.

Κρίθηκε ένοχος στις 30 Μαΐου από δικαστήριο της Νέας Υόρκης για παραχάραξη λογιστικών εγγράφων και η ποινή του θα ανακοινωθεί στις 11 Ιουλίου. Όμως αυτή ενδέχεται να είναι η μοναδική δίκη του πριν από τις εκλογές αφού οι δικηγόροι του κατάφεραν να αναβάλλουν την εκδίκαση των άλλων υποθέσεων (σε ομοσπονδιακό επίπεδο για παρακράτηση απόρρητων εγγράφων μετά την αποχώρησή του από τον Λευκό Οίκο και στην Πολιτεία της Τζόρτζια για παρέμβαση στις εκλογές του 2020).

Εάν εκλεγεί πρόεδρος τον Νοέμβριο ο Τραμπ θα μπορούσε, μετά την ορκωμοσία του τον Ιανουάριο του 2025, να διατάξει να πάψουν οι ομοσπονδιακές διώξεις σε βάρος του ή να δώσει χάρη στον εαυτό του.

«Ο Τραμπ θεωρεί ότι είναι υπεράνω του νόμου»

Ο Ντόναλντ Τραμπ «θεωρεί ότι είναι υπεράνω του νόμου», σχολίασε η ομάδα της προεκλογικής εκστρατείας του Τζο Μπάιντεν, μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που αναγνώρισε ένα «τεκμήριο ασυλίας» για τον πρώην Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο.

Η απόφαση αυτή, που καθυστερεί περαιτέρω την προοπτική μιας ομοσπονδιακής δίκης του δισεκατομμυριούχου σε σχέση με την έφοδο στο Καπιτώλιο των οπαδών του στις 6 Ιανουαρίου 2021, «δεν αλλάζει τα γεγονότα: ο Ντόναλντ Τραμπ κατέρρευσε μετά την ήττα στις εκλογές του 2020 και ενθάρρυνε ένα πλήθος να ανατρέψει τα αποτελέσματα μιας ελεύθερης και δίκαιης εκλογικής διαδικασίας», σχολίασε σύμβουλος της προεκλογικής εκστρατείας του Δημοκρατικού προέδρου.

Από την πλευρά του και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν επέκρινε χθες Δευτέρα το Ανώτατο Δικαστήριο για την ετυμηγορία του σχετικά με την ασυλία του προκατόχου του - προειδοποιώντας πως δημιουργεί επικίνδυνο νομικό προηγούμενο.

«Αυτό το κράτος ιδρύθηκε με βάση την αρχή ότι δεν υπάρχουν βασιλείς στην Αμερική. Είμαστε όλοι ίσοι ενώπιον του νόμου. Κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου. Ούτε καν ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών», τόνισε. Μετά την ετυμηγορία της Δευτέρας, συμπλήρωσε, «αυτό άλλαξε θεμελιωδώς».

Ο 81χρονος Δημοκρατικός πρόεδρος, που διεκδικεί την επανεκλογή του, έχει ασκήσει έντονη κριτική στον Τραμπ αναφορικά με τις ενέργειές του μετά την προηγούμενη εκλογική τους αναμέτρηση το 2020, που οδήγησαν στην εισβολή στο Καπιτώλιο.

«Τώρα εκείνος που έστειλε τον όχλο στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ βρίσκεται αντιμέτωπος με ποινική δίωξη για όσα συνέβησαν εκείνη την ημέρα. Ο αμερικανικός λαός αξίζει να έχει την απάντηση της δικαιοσύνης πριν από τις επερχόμενες εκλογές», τόνισε ο Τζο Μπάιντεν, υπενθυμίζοντας πως ο Τραμπ κατηγορείται για υποκίνηση της εισβολής υποστηρικτών του στο Καπιτώλιο. Μετά την ετυμηγορία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αυτό «είναι πολύ, πολύ απίθανο», παραδέχθηκε ο πρόεδρος των ΗΠΑ.

Ήταν η πρώτη δημόσια τοποθέτηση του 81χρονου Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο μετά την τηλεμαχία του με τον Τραμπ την προηγούμενη εβδομάδα, η οποία πυροδότησε έντονη ανησυχία στους κόλπους των Δημοκρατικών.