Έτσι, θα πάψει να ισχύει το καθεστώς που επικρατούσε έως τώρα, σύμφωνα με το οποίο ο απονέμων φορέας της σύνταξης, ήταν εκείνος στον οποίο ο ασφαλισμένος είχε πραγματοποιήσει τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης και το τελικό ποσό της σύνταξης ήταν το άθροισμα τμηματικών συνταξιοδοτικών παροχών ανά ταμείο.
Εκτιμάται ότι με τον τρόπο αυτό, ίσως μελλοντικά περιοριστεί η καθυστέρηση στην απονομή των συντάξεων, που σήμερα για περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης, σε αρκετές περιπτώσεις, υπερβαίνει τα δύο έτη.
Σύμφωνα με το νέο νόμο, θα υπάρχει ενιαίος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων, με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης. Μειωμένες παροχές όμως, αναμένεται να καρπωθούν όσοι έχουν πάνω από πέντε έτη ασφάλισης, σε δευτερεύοντες φορείς. Όπως προκύπτει από τις μεταβατικές διατάξεις που έχουν θεσμοθετηθεί ήδη από το 2015 και θα βρίσκονται εν ισχύ έως το 2022, υπολογίζεται ότι θα ανέλθουν σε περίπου 300.000 οι ωφελούμενοι μέσα στην επόμενη πενταετία, που θα αποκτήσουν δικαίωμα εξόδου από την εργασία τους, με όρους διαδοχικής ασφάλισης.
Ο υπολογισμός της σύνταξης γι’ αυτές τις περιπτώσεις θα γίνεται από τον τομέα του ΕΦΚΑ, στον οποίο ο ασφαλισμένος θα έχει πραγματοποιήσει τουλάχιστον 1.500 ημέρες ασφάλισης, οι 500 από αυτές όμως θα πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί την τελευταία πενταετία πριν από την υποβολή της αίτησης ή 1.000 ημέρες ασφάλισης, οι 300 από αυτές τα τελευταία πέντε έτη.
Σημειώνεται ότι για τις 1.500 ή τις 1.000 ημέρες ασφάλισης, μπορεί να υπολογιστεί κατόπιν εξαγοράς και ο χρόνος στρατιωτικής θητείας.