Οικονομία

Ανεργία κρυμμένη κάτω απ’ το χαλί της Ευρωζώνης

Ανεργία κρυμμένη κάτω απ’ το χαλί της Ευρωζώνης
Γιατί η ΕΚΤ ξαφνικά δείχνει ευαισθησία για την υποεκτίμηση της πραγματικής ανεργίας και ζητάει διεύρυνση των κριτηρίων μέτρησης της «τρύπας» στην απασχόληση, καρφώνοντας εμμέσως τη Γερμανία

Ενώ το υπουργείο Εργασίας προέβαλε με συγκρατημένη αισιοδοξία τη μείωση της ανεργίας τον Απρίλιο στο 21,7%, το χαμηλότερο ποσοστό από το ρεκόρ του 2012, στη Φρανκφούρτη, έδρα της ΕΚΤ έχουν μια πολύ διαφορετική και απαισιόδοξη ανάγνωση της πραγματικότητας, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για το σύνολο της Ευρωζώνης.

Συγκεκριμένα, προκάλεσε αίσθηση η απάντηση που έδωσε την περασμένη Πέμπτη ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι στην ερώτηση του ευρωβουλευτή της Λαϊκής Ενότητας Νίκου Χουντή για την τεράστια απόκλιση ανάμεσα στα στοιχεία βάσει του  «τυποποιημένου ορισμού της ανεργίας» και τις μετρήσεις βάσει ενός πιο διευρυμένου ορισμού που ενδιαφέρει την ΕΚΤ, αυτόν  της «υποχρησιμοποίησης του εργατικού δυναμικού» (Labour market slack). Κατά τον «άρχοντα» της νομισματικής πολιτικής της Ευρωζώνης για να μετρηθεί αυτό το πραγματικό κενό απασχόλησης θα πρέπει να μετρηθούν, πέραν  των  επίσημων εγγεγραμμένων ανέργων, να προσμετρηθούν τρεις ακόμη ομάδες «κρυφών ανέργων»: αυτοί που είναι διαθέσιμοι, αλλά δεν  αναζητούν εργασία, ανάμεσά τους αυτοί που έχουν αποθαρρυνθεί, αυτοί που αναζητούν δουλειά αλλά δεν  μπορούν να εκμεταλλευτούν ευκαιρίες απασχόλησης εντός δύο εβδομάδων, το χρονικό διάστημα που απαιτείται για να θεωρούνται άνεργοι κατά τον  διεθνή ορισμό και, τέλος, οι υποαπασχολούμενοι μερικής απασχόλησης που θέλουν να δουλέψουν περισσότερες ώρες.

Με βάση αυτόν τον επανυπολογισμό της πραγματικής ανεργίας, η ΕΚΤ εκτιμά ότι η «υποχρησιμοποίηση του εργατικού δυναμικού της Ευρωζώνης» φτάνει το 18,%, έναντι επίσημης ανεργίας 9,5%, ενώ τα αντίστοιχα νούμερα για την Ελλάδα είναι 22% και 31,3%.

Χειρότερα από τα προ κρίσης επίπεδα

Και ο Μάριο Ντράγκι δεν ήταν ο μόνος κορυφαίος της ΕΚΤ που «καρφώνει» εμμέσως τη Eurostat, την Κομισιόν και το Eurogroup για εξωραϊσμό της κατάστασης στην απασχόληση. Και ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Βίτορ Κονστάντσιο, μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC έκανε μια πολύ ενδιαφέρουσα επισήμανση, στην προσπάθειά του να υπερασπίσει την αναγκαιότητα της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ:  «Οι εγχώριοι παράγοντες του πληθωρισμού και οι εξελίξεις στους μισθούς και στα κόστη δεν αντιδρούν με τον τρόπο που θα περιμέναμε… Πρέπει να αναρωτηθούμε αν είναι σωστές αυτές οι μετρήσεις της επιβράδυνσης της οικονομίας. Το ποσοστό της ανεργίας βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο 9,3%, σύμφωνα με τα συνήθη διεθνή πρότυπα μέτρησης της απασχόλησης.  Αλλά αν υιοθετήσουμε μια ευρύτερη αντίληψη της ανεργίας, τότε η ανεργία στην ευρωζώνη είναι στο 18%, ενώ βρίσκεται στο 9% στην περίπτωση των ΗΠΑ, γεγονός που υπαινίσσεται πως η υποτονικότητα είναι τελικά μεγαλύτερη απ’ ό,τι θα κρίναμε πριν από κάποιο διάστημα», είπε ο Κονστάντσιο.

Το «μέτωπο» των πραγματικών δεικτών της ανεργίας που έχει ανοίξει η ΕΚΤ δεν είναι καινούργιο. Προηγήθηκε μελέτη εμπειρογνωμόνων της, που δημοσιεύτηκε στο μηνιαίο οικονομικό της δελτίο τον περασμένο Μάρτιο στο οποίο τεκμηριώνεται αναλυτικά ότι η υποτιθέμενη ανάκαμψη της απασχόλησης στην Ευρωζώνη (από την «κορυφή» 11,5% στο 9,3%) συγκαλύπτει την υποχρησιμοποίηση του εργατικού δυναμικού. Οι εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ εισηγούνται την υιοθέτηση του  διευρυμένου δείκτη «υποχρησιμοποίησης του εργατικού δυναμικού», επισημαίνοντας ότι αυτό το κάνει ήδη ο ΟΟΣΑ και η Αμερικανική Υπηρεσία Στατιστικής της Εργασίας. Υπολογίζουν μάλιστα ότι σε επίπεδο Ευρωζώνης περίπου το 3,5% του εργατικού δυναμικού κατηγοριοποιούνται από τις στατιστικές υπηρεσίες ως «αδρανείς» (δηλαδή, δεν μετριούνται στον ενεργό πληθυσμό), ενώ στην πραγματικότητα «ανταγωνίζονται λιγότερο δυναμικά» στην αγορά εργασίας. Κι ακόμη αναφέρουν οι μετρήσεις αγνοούν ότι ένα ακόμη 3% είναι ημι-άνεργοι, αφού αν και μερικά απασχολούμενοι θέλουν να εργαστούν περισσότερες ώρες, αλλά δεν μπορούν. Ουσιαστικά, οι εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ ισχυρίζονται ότι, παρά την υποτιθέμενη ανάκαμψη της απασχόλησης στην Ευρωζώνη και τη  μείωση της ανεργίας, η υποχρησιμοποίηση του εργατικού δυναμικού έχει επιδεινωθεί και είναι υψηλότερη από τα προ κρίσης επίπεδα.

Οι μισθοί και τα γερμανικά κέρδη

Το ερώτημα είναι γιατί η ΕΚΤ επέδειξε αίφνης ευαισθησία για τη μέτρηση της  πραγματικής ανεργίας και υποαπασχόλησης. Υπάρχουν τρεις τουλάχιστον λόγοι και όλοι σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τις πιέσεις που δέχεται η ηγεσία της ΕΚΤ από τη γερμανική ηγεσία για να θέσει τέλος στο «πάρτι» της ποσοτικής χαλάρωσης:
Πρώτον, η ΕΚΤ εκτιμά ότι η  «τρύπα» στην απασχόληση εμποδίζει μια επιθυμητή αύξηση στους μισθούς που με τη σειρά τους θα επιδράσουν στην επιδιωκόμενη αύξηση του πληθωρισμού στην περιοχή του 2%. Εξ ου και οι παροτρύνσεις της ΕΚΤ  προς τη γερμανική ηγεσία και όλες τις χώρες που έχουν «δημοσιονομικό περιθώριο» να ενθαρρύνουν μετρημένες αυξήσεις μισθών.

Δεύτερον, όσο η «τρύπα» στην απασχόληση υπονομεύει την αναπτυξιακή επίδραση της ποσοτικής χαλάρωσης, η ΕΚΤ διατηρεί τα επιχειρήματά της υπέρ της διατήρησης της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής της όσο χρειαστεί και αποκρούει τις πιέσεις για ένα βιαστικό tapering (σύσφιξη).

Τρίτον, ένα  από τα ευρήματα της έρευνας της ΕΚΤ είναι ότι η Γερμανία είναι η μόνη χώρα της Ευρωζώνης- μαζί με δυο ακόμη μικρές οικονομίες της Μάλτας και της Εσθονίας- που έχει επιτύχει ομοιόμορφη μείωση της «τυποποιημένης ανεργίας», αλλά και της πραγματικής, δηλαδή της υποχρησιμοποίησης του εργατικού δυναμικού. Κι αυτό είναι  ένα ακόμη τεκμήριο των ανισορροπιών με τις οποίες λειτουργεί η Ευρωζώνη βάσει των γερμανικών κανόνων που μεταφράζονται, σχεδόν αποκλειστικά, σε γερμανικά πλεονεκτήματα.

NETWORK