Οικονομία

Πού θα στηριχθεί η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών μετά την μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ

Πού θα στηριχθεί η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών μετά την μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ
Πρόκειται για το κρίσιμο ζήτημα για τις τραπεζικές διοικήσεις, όταν τα επιτόκια θα έχουν μειωθεί σημαντικά.

Η σύνοδος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) τον Σεπτέμβριο αναμένεται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην αναθεώρηση της στρατηγικής για τη νομισματική πολιτική της Ευρωζώνης.

Οι αναλυτές τονίζουν ότι η σταδιακή χαλάρωση των νομισματικών περιορισμών απαιτεί προσεκτικούς χειρισμούς, καθώς στόχος της ΕΚΤ είναι να αποφύγει την περιττή ζημιά στην οικονομία από τη διατήρηση των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα για παρατεταμένο χρονικό διάστημα.

Με τη συνέχιση της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ τον επόμενο μήνα, τα επιτοκιακά έσοδα των ελληνικών τραπεζών θα αρχίσουν να μειώνονται. Οι τράπεζες καλούνται να αναπροσαρμόσουν τη στρατηγική τους για την καλύτερη αξιοποίηση των κεφαλαίων και της ρευστότητας, στοχεύοντας στη μεγέθυνση του ενεργητικού τους και στη βελτίωση των δεικτών αποδοτικότητας.

Για το 2024, οι εκτιμήσεις δεν δείχνουν αρνητικές. Οι απώλειες από τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ, που αναμένεται να φτάσουν τις 75 μονάδες βάσης μέχρι το τέλος του έτους, θα αντισταθμιστούν μέσω άλλων πηγών εσόδων, όπως η αύξηση των καθαρών εσόδων από προμήθειες, η διατήρηση χαμηλών εξόδων για τόκους και η μείωση του κόστους πιστωτικού κινδύνου, ιδιαίτερα μετά την εξυγίανση των ισολογισμών.

Το κρίσιμο ζήτημα για τις τραπεζικές διοικήσεις είναι πώς θα διατηρήσουν τα κέρδη τους την επόμενη διετία, όταν τα επιτόκια θα έχουν μειωθεί σημαντικά. Οι αναλυτές συμφωνούν ότι η μόνη βιώσιμη λύση για τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα είναι η ανάπτυξη των εργασιών τους και η διεύρυνση των πηγών κερδοφορίας. Παραμένει, ωστόσο, ανοιχτό το πώς θα επιτευχθεί αυτή η αντεπίθεση και ποιες αγορές θα στοχεύσουν.

Στην ελληνική αγορά, η ενίσχυση των εσόδων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης του ΑΕΠ, με τις επενδύσεις να παίζουν καθοριστικό ρόλο. Οι τράπεζες θα πρέπει να διαχειριστούν την απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα για τον κλάδο.

Παράλληλα, ένα σημαντικό μέρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων παραμένει υποχρηματοδοτούμενο, κυρίως λόγω της ανεπαρκούς πιστοληπτικής ικανότητας σύμφωνα με τα αυστηρά τραπεζικά κριτήρια. Σε χαμηλά επίπεδα παραμένουν και οι εκταμιεύσεις στη στεγαστική πίστη, η οποία δεν δείχνει σημάδια ανάκαμψης. Επιπλέον, οι τράπεζες σχεδιάζουν να αυξήσουν τις εισπράξεις από προμήθειες μέσω υπηρεσιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου και τραπεζοασφαλιστικών προγραμμάτων, τομείς στους οποίους σήμερα υστερούν σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.