Οικονομία

Το αγροτικό εισόδημα μειώθηκε δραστικά σύμφωνα με μελέτη της ΠΑΣΕΓΕΣ

Το αγροτικό εισόδημα μειώθηκε δραστικά σύμφωνα με μελέτη της ΠΑΣΕΓΕΣ Το αγροτικό εισόδημα μειώθηκε δραστικά σύμφωνα με μελέτη της ΠΑΣΕΓΕΣ
Το αγροτικό εισόδημα μειώθηκε δραστικά σύμφωνα με μελέτη της ΠΑΣΕΓΕΣ Η συνεχιζόμενη αποεπένδυση, ο περιορισμός της ρευστότητας, η μείωση της αξίας της αγροτικής παραγωγής, αλλά και της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας και κυρίως η εξαιρετικά μεγάλη αύξηση των φόρων, είχαν ως συνέπεια τη δραστική μείωση του αγροτικού εισοδήματος το 2013, κατά εννέα και πλέον ποσοστιαίες μονάδες. Αυτό επισημαίνεται σε έκθεση του Γενικού Διευθυντή της ΠΑΣΕΓΕΣ κ. Γιάννη Τσιφόρου.

Σημειώνονται ειδικότερα τα ακόλουθα:

Συνεχίζεται η αποεπένδυση στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας κυρίως ως συνέπεια της καθυστέρησης υλοποίησης επενδυτικών μέτρων που περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης του Υπουργείου και της μόνιμης, πλέον, αδυναμίας έγκαιρης απορρόφησης των πόρων, με αποτέλεσμα το τρέχον Πρόγραμμα να υποθηκεύει το επόμενο, εξαιτίας ανειλημμένων υποχρεώσεων και δεσμεύσεων, περιορίζοντας, με τα λεγόμενα “έργα-γέφυρες”, την ήδη μειωμένη (κατά 6%) δημόσια δαπάνη της νέας προγραμματικής περιόδου.

Τονίζεται ότι στο σημαντικότερο επενδυτικό μέτρο του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013, στον εκσυγχρονισμό των γεωργικών εκμεταλλεύσεων (σχέδια βελτίωσης) το πραγματικό ποσοστό απορρόφησης δημόσιας δαπάνης, αν αφαιρεθούν οι πληρωμές ανειλημμένων υποχρεώσεων της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου, δεν υπερβαίνει σήμερα το επίπεδο του 20%. Ανάλογη διαπίστωση ισχύει και στο μέτρο των επενδύσεων στη μεταποίηση και την εμπορία αγροτικών προϊόντων, όπου το πραγματικό ποσοστό απορρόφησης δεν υπερβαίνει το επίπεδο του 20%. Επισημαίνεται ότι παρά το εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό απορρόφησης, εκδόθηκε, στο τέλος του 2013, νέα προκήρυξη, δημόσιας δαπάνης της τάξεως των 100 εκατ. ευρώ, χωρίς καμία απολύτως εγγύηση ως προς τη δυνατότητα έγκαιρης υλοποίησης.

Με βάση πάντως τους τρέχοντες ρυθμούς απορρόφησης, φαίνεται ότι δεν θα καταστεί δυνατό να αποφευχθεί, εντός του 2014, η απώλεια κοινοτικών πόρων (κανόνας ν+2), ενώ είναι προφανές ότι θα δεσμευτούν πόροι για τα επενδυτικά αυτά “έργα-γέφυρες” από τη μειωμένη δημόσια δαπάνη της νέας προγραμματικής περιόδου (2014-2020) που βρίσκεται ήδη στην αφετηρία της.

Εξάλλου, όπως προκύπτει από πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος[1] από την ανάλυση της τραπεζικής χρηματοδότησης των επιχειρήσεων κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, διαπιστώνεται ότι ο τομέας της Γεωργίας απορροφά μόλις το 1,6 % του συνόλου των δανείων. Πραγματικά, το Δεκέμβριο του 2013, το υπόλοιπο των δανείων που προορίζονται για τις επιχειρήσεις του αγροτικού τομέα ανέρχεται μόλις σε 1,628 δις €, έναντι των 21,481 δις € της βιομηχανίας (20,8%), των 20,038 δις € του εμπορίου (19,4%) των 11,838 δις € της ναυτιλίας (11,5%), των 10,803 δις € των κατασκευών (10,5%) και των 7,735 δις € του τουρισμού (7,5 %).

Τονίζεται ότι από το 2009, από την έναρξη της ύφεσης στην οικονομία μέχρι και πρόσφατα, ο ρυθμός επιβράδυνσης της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις γεωργικές επιχειρήσεις, με βάση τη μεταβολή του υπολοίπου των δανείων σε ετήσια βάση (Δεκ. 2009-Δεκ. 2013) καταγράφει πτώση της τάξεως του 59%. Σημειώνεται ότι στους άλλους κλάδους της οικονομίας η ροή τραπεζικής χρηματοδότησης στο ίδιο χρονικό διάστημα ήταν σαφώς ευνοϊκότερη, με αύξησή της προς τη ναυτιλία (18%) και τον τουρισμό (5%), ενώ η μείωση που καταγράφεται στη βιομηχανία (-5,7%), στις κατασκευές (-5,6%) και στο εμπόριο, ήταν σαφώς μικρότερη εκείνης προς τις επιχειρήσεις του αγροτικού τομέα.

Από την άλλη πλευρά, όπως επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία του πίνακα που ακολουθεί, στο διάστημα της τελευταίας πενταετίας διαπιστώνεται σημαντική επιδείνωση στα βασικά μεγέθη της αγροτικής οικονομίας. Η παραγωγή γεωργικών αγαθών παρουσιάζει το 2013 σημαντική πτώση της αξίας της, κατά 6% περίπου, ενώ κάμψη κατά 3,5% σημειώνεται κατά τη διετία 2011-2013 στις εκροές του γεωργικού κλάδου, ιδιαίτερα έντονη στην κτηνοτροφική παραγωγή (-5,5%).

Καταγράφεται επίσης μεγάλη αύξηση στο κόστος παραγωγής κατά την πενταετία 2009-2013, με την άνοδο του κόστους των εισροών να υπερβαίνει, σε απόλυτο μέγεθος, το επίπεδο των 600 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση της τάξεως του 13% περίπου. Τονίζεται ότι μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών εισροών η δυσμενέστερη μεταβολή αναφέρεται στο κόστος των ζωοτροφών και της ενέργειας, που αυξήθηκε, αθροιστικά, κατά 21% και πλέον στην αναφερόμενη πενταετία. Πρόκειται για δύο κρίσιμες συνιστώσες που αποτελούν σήμερα το 58% περίπου του συνολικού κόστους παραγωγής. Το αποτέλεσμα είναι να προκύπτει σημαντική πτώση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας, που μειώθηκε κατά 4,5% περίπου στο διάστημα της διετίας 2011-2013. Σημαντική κάμψη παρουσιάζουν και οι επιδοτήσεις (άμεσες ενισχύσεις) κατά 11,5% περίπου στην πενταετία 2009-2013, ενώ εξαιρετικά μεγάλη άνοδο καταγράφει η επιβολή των φόρων, οι οποίοι από 181,8 εκατ. ευρώ το 2009 ανήλθαν σε 455 εκατ. ευρώ το 2013, σημειώνοντας αύξηση της τάξεως του 150% και πλέον.

Οι προηγούμενες εξελίξεις είχαν ως συνέπεια το αγροτικό εισόδημα (εισόδημα συντελεστών παραγωγής) να περιοριστεί το 2013 στο ύψος των 5,5 δις ευρώ, σημειώνοντας πτώση κατά 9,1%. Σωρευτικά, στο διάστημα της πενταετίας 2009-2013 το αγροτικό εισόδημα μειώθηκε κατά 21%, πτώση η οποία σε απόλυτο μέγεθος αντιστοιχεί σε απώλεια της τάξεως του 1,46 δις ευρώ περίπου. Αρνητικά στοιχεία εξάλλου καταγράφονται και στην αγορά εργασίας του αγροτικού τομέα, με μείωση της απασχόλησης κατά 7,8% στην πενταετία 2009-2013, πτώση η οποία αντιστοιχεί σε απώλεια 42.000 θέσεων εργασίας.

Το μοναδικό μέγεθος που εμφανίζει βελτίωση κατά το αναφερόμενο διάστημα αναφέρεται στις εξαγωγές των αγροτικών προϊόντων. Πραγματικά, στο διάστημα της πενταετίας 2009-2013 η αξία των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων αυξήθηκε κατά 27%, αλλά το 2013 ο ρυθμός ανόδου των εξαγωγών παρουσιάζει επιβράδυνση (αύξηση κατά 3,5% το 2013, έναντι ανόδου 11,6% το 2012). Αρνητικές εξάλλου εξελίξεις εμφανίζονται κατά το πρώτο δίμηνο του 2014, κατά το οποίο φαίνεται ότι ασκούνται πιέσεις στις εξαγωγές. Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατα στοιχεία του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, η αξία εξαγωγών αγροτικών προϊόντων κατά το πρώτο δίμηνο του 2014 ανήλθε σε 667,1 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας σημαντική μείωση, κατά 16%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους.