Οικονομία

Αμετάβλητα τα επιτόκια καταθέσεων και δανείων τον Αύγουστο - Στο 5,30% το επιτοκιακό περιθώριο

Αμετάβλητα τα επιτόκια καταθέσεων και δανείων τον Αύγουστο - Στο 5,30% το επιτοκιακό περιθώριο
Παρά τη σταθερότητα των επιτοκίων, η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και δανείων, γνωστή ως επιτοκιακό περιθώριο, παραμένει στις 5,30% ποσοστιαίες μονάδες.

Αυτό δείχνει ότι οι τράπεζες συνεχίζουν να διατηρούν υψηλά τα επιτόκια δανεισμού, ενώ τα επιτόκια καταθέσεων παραμένουν χαμηλά. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι τράπεζες εξασφαλίζουν σημαντικά περιθώρια κέρδους, ενώ οι δανειολήπτες συνεχίζουν να επιβαρύνονται με υψηλότερα επιτόκια για τα δάνειά τους.

Τον Αύγουστο του 2024, τα μέσα σταθμισμένα επιτόκια των νέων καταθέσεων και δανείων διατήρησαν σχεδόν σταθερά επίπεδα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.

Το επιτόκιο των νέων καταθέσεων διαμορφώθηκε στο 0,54%, σημειώνοντας μικρή πτώση σε σχέση με τον Ιούλιο (0,57%), ενώ το μέσο επιτόκιο των νέων δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις παρέμεινε στο 5,84%. Το επιτοκιακό περιθώριο, δηλαδή η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και δανείων, διαμορφώθηκε στις 5,30% ποσοστιαίες μονάδες, έναντι 5,29% μονάδων τον προηγούμενο μήνα, παραμένοντας ουσιαστικά σταθερό.

Όσον αφορά τα υφιστάμενα επιτόκια καταθέσεων και δανείων, το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων ανήλθε στο 0,53%, με το αντίστοιχο επιτόκιο των δανείων να αυξάνεται οριακά στο 6,06%. Το περιθώριο επιτοκίου για τα υφιστάμενα δάνεια και καταθέσεις παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στις 5,53 ποσοστιαίες μονάδες, έναντι 5,56 μονάδων τον Ιούλιο.

Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων καταθέσεων ανήλθε στο 0,54%. Πιο συγκεκριμένα, το επιτόκιο των καταθέσεων μίας ημέρας από νοικοκυριά παρέμεινε σταθερό στο 0,04%, ενώ το επιτόκιο των αντίστοιχων καταθέσεων από επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 4 μονάδες βάσης, φτάνοντας στο 0,16%. Για τις καταθέσεις με συμφωνημένη διάρκεια έως ένα έτος από νοικοκυριά, το επιτόκιο παρέμεινε στο 1,88%, ενώ για τις επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 13 μονάδες βάσης, φτάνοντας στο 2,98%.

Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων δανείων παρέμεινε στο 5,84%, χωρίς ιδιαίτερες μεταβολές. Τα καταναλωτικά δάνεια χωρίς καθορισμένη διάρκεια, τα οποία περιλαμβάνουν πιστωτικές κάρτες, ανοικτά δάνεια και υπεραναλήψεις, παρέμειναν αμετάβλητα στο 14,93%. Αντίθετα, τα καταναλωτικά δάνεια με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο σημείωσαν άνοδο 10 μονάδων βάσης, φτάνοντας στο 12,44%. Τα στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο αυξήθηκαν κατά 4 μονάδες βάσης, διαμορφώνοντας το τελικό επιτόκιο στο 4,46%.

Η σταθερότητα των επιτοκίων που παρατηρήθηκε τον Αύγουστο του 2024 έχει διαφορετικές συνέπειες για τους καταθέτες και τους δανειολήπτες.

Η μικρή πτώση του μέσου επιτοκίου των νέων καταθέσεων στο 0,54% σημαίνει ότι οι αποδόσεις για όσους αποταμιεύουν τα χρήματά τους στις τράπεζες παραμένουν πολύ χαμηλές. Παρά την σταδιακή αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα τελευταία δύο χρόνια, τα επιτόκια καταθέσεων δεν ακολούθησαν σημαντική ανοδική πορεία, κάτι που μειώνει τα κέρδη των καταθετών από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταθέσεις με συμφωνημένη διάρκεια, που προσφέρουν υψηλότερο επιτόκιο, μπορούν να προσφέρουν κάπως καλύτερες αποδόσεις, αλλά ακόμα και αυτές δεν επηρεάζονται σημαντικά από τις τελευταίες εξελίξεις.

Η σταθερότητα των επιτοκίων στα νέα δάνεια, με το μέσο επιτόκιο να παραμένει στο 5,84%, είναι σημαντική εξέλιξη για τους δανειολήπτες. Παρά τις αυξήσεις επιτοκίων που έχουν προηγηθεί, η κατάσταση δείχνει να έχει σταθεροποιηθεί. Ειδικά για τα καταναλωτικά δάνεια χωρίς καθορισμένη διάρκεια, όπου τα επιτόκια παραμένουν σταθερά στο 14,93%, και τα στεγαστικά δάνεια με μικρή άνοδο στο 4,46%, αυτό σημαίνει ότι οι μηνιαίες δόσεις για τους δανειολήπτες δεν πρόκειται να αυξηθούν δραματικά.

Ωστόσο, η μεγάλη διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και δανείων (το λεγόμενο επιτοκιακό περιθώριο), που παραμένει στις 5,30 ποσοστιαίες μονάδες, δείχνει ότι οι τράπεζες διατηρούν υψηλά τα επιτόκια δανεισμού, ενώ δεν προσφέρουν αντίστοιχα υψηλά επιτόκια για τις καταθέσεις. Αυτό ωφελεί κυρίως τις τράπεζες, καθώς έχουν περιθώρια κέρδους, αλλά δυσκολεύει τους δανειολήπτες, που συνεχίζουν να πληρώνουν υψηλότερα επιτόκια για τα δάνειά τους. Για όσους ήδη εξυπηρετούν στεγαστικά ή καταναλωτικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, μπορεί να υπάρξει μια μικρή επιβάρυνση στις δόσεις τους, αν και αυτή δεν είναι ιδιαίτερα σημαντική με βάση τις τρέχουσες συνθήκες.