Οικονομία

Τι ζητούν οι δανειστές για το Ασφαλιστικό - Οι ενδεχόμενες υποχωρήσεις της κυβέρνησης

Τι ζητούν οι δανειστές για το Ασφαλιστικό - Οι υποχωρήσεις της κυβέρνησης Τι ζητούν οι δανειστές για το Ασφαλιστικό - Οι υποχωρήσεις της κυβέρνησης
Του Βασίλη Αγγελόπουλου Στην «κόψη του ξυραφιού» οι διαπραγματεύσεις - Τι ζητούν οι δανειστές για το Ασφαλιστικό - Τι προσφέρει η κυβέρνηση

Η έλευση της αντιπροσωπείας των θεσμών στην Αθήνα, φέρνει στο προσκήνιο τις επικείμενες διαπραγματεύσεις για το Ασφαλιστικό, που θεωρούνται από τις πλέον κρίσιμες των τελευταίων ετών, αφού από το αποτέλεσμά τους, θα κριθεί εν πολλοίς το ύψος των συντάξεων, στο εξής.

Χωρίς να έχει οριστεί ακόμη, το ραντεβού του υπουργού Εργασίας, κ. Γιώργου Κατρούγκαλου, με τους θεσμούς, προσδιορίζεται για την Τετάρτη ή την Πέμπτη, εν μέσω δηλαδή της Γενικής Απεργίας, που έχουν εξαγγείλει ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ και στην οποία συμμετέχουν πάρα πολλοί επαγγελματικοί κλάδοι, αλλά και οι αγρότες. Έως τότε, οι επαφές με τα τεχνικά κλιμάκια αναμένονται συνεχείς, αφού πρέπει να διαπιστωθεί με απόλυτη ακρίβεια, ποιο είναι το δημοσιονομικό όφελος που αποφέρει η Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση Κατρούγκαλου. Από τις έως τώρα απορίες που έχουν εκφραστεί, φαίνεται ότι οι θεσμοί θα φανούν ιδιαίτερα σκληροί στο σκέλος της μείωσης των κύριων συντάξεων, μεσοσταθμικά έως 15%, για να καλυφθεί η μνημονιακή δέσμευση για μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ ή 1,8 δισεκ ευρώ, κατά το τρέχον έτος. Υπάρχει όμως και η ταυτόχρονη δέσμευση για επιπλέον μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1,5% του ΑΕΠ ή 2,7 δισεκ ευρώ, έως το τέλος του 2019. Αυτό σημαίνει ότι ο «φαύλος κύκλος» για πιθανές νέες μειώσεις στις συνταξιοδοτικές παροχές, δεν αναμένεται να κλείσει εύκολα, ειδικά όσο διατηρούνται οι επιφυλάξεις των δανειστών της χώρας για τις ελληνικές προτάσεις.

Οι επιφυλάξεις εστιάζονται ειδικά στο σκέλος της εφαρμογής του μέτρου της προσωπικής διαφοράς, καθώς η έλλειψη αναλογιστικών μελετών, καθιστά αμφίβολη την αποτελεσματικότητά του. Επίσης, υπάρχουν αντιρρήσεις αναφορικά με τη χορήγηση σύνταξης με 15αετία, καθώς θεωρείται ότι αποτελεί βασικό αντικίνητρο για τη συνέχιση ασφάλισης και προτείνεται είτε η επιβολή εισοδηματικών κριτηρίων, είτε η αύξηση του ορίου, στην 20αετία. Σε κάθε περίπτωση, η οριοθέτηση του ποσοστού αναπλήρωσης σε χαμηλότερα επίπεδα, ειδικά γι’ αυτές τις περιπτώσεις συνταξιοδότησης, θα αποτελέσει κομβικό σημείο διαπραγμάτευσης.

Ξεχωριστή σημασία αναμένεται να δοθεί στην εθνική σύνταξη. Οι θεσμοί θεωρούν ότι είναι πολύ υψηλό το κόστος της και ετοιμάζονται να προτείνουν εισοδηματικά κριτήρια, γεγονός που αν συμβεί θα ακυρώσει στην πράξη την κυβερνητική πρόταση, για σύνταξη που θα χορηγείται σε όλους…

Η πλευρά του υπουργείου Εργασίας, ετοιμάζεται να διαπραγματευτεί ρίχνοντας στο «τραπέζι», μια πιθανή μείωση των υψηλών συντάξεων, δηλαδή εκείνων που είναι μεγαλύτερες από 1.500 – 2.000 ευρώ το μήνα, μέσω μείωσης του ανώτερου πλαφόν. Πρόκειται για ένα μέτρο που δεν έχει σημαντικό δημοσιονομικό όφελος, αλλά εκτιμάται ότι θα μπορούσε να περιορίσει τις «ορέξεις» των θεσμών για συνολικές περικοπές στις συντάξεις. Επίσης, η ελληνική πλευρά φαίνεται διατεθειμένη να συζητήσει και πιθανές περικοπές στις επικουρικές συντάξεις, αφού το ΕΤΕΑ καταγράφει διαρκώς ελλείμματα και η κάλυψή τους από την προσωπική του περιουσία, έχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Έτσι και αλλιώς το υπουργείο Εργασίας έχει επεξεργαστεί και στο παρελθόν, σενάρια για μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις, στοχευμένες και με απώτερο σκοπό τον εξορθολογισμό τους, που εάν γίνουν πράξη θα οδηγήσουν σε περικοπές από 2% έως 29%, ανά περίπτωση.

Δεδομένες επίσης, πρέπει να θεωρούνται οι παρεμβάσεις στα μερίσματα και στο εφάπαξ. Ο αρχικός κυβερνητικός σχεδιασμός, ειδικά για το μέρισμα των πολιτικών υπαλλήλων, περιλαμβάνει μειώσεις που μπορεί να υπερβούν το 25 – 30%, ακριβώς για να καλυφθεί η δέσμευση για μη παραγωγή ελλειμμάτων. Στο σκέλος του εφάπαξ, ο νέος μαθηματικός τύπος που περιλαμβάνεται στο σχέδιο νόμου Κατρούγκαλου, προκαλεί μειώσεις έως 25%, στα βοηθήματα που θα καταβληθούν για αιτήσεις που έχουν υποβληθεί από την 1η Σεπτεμβρίου 2013 και μετά. Ας σημειωθεί ότι η καταβολή των συγκεκριμένων εφάπαξ, τα οποία φτάνουν περίπου στις 65.000, έχει «παγώσει», λόγω μη ύπαρξης τρόπου υπολογισμού. Εάν λοιπόν περάσει η κυβερνητική πρόταση, τότε ο νέος τρόπος υπολογισμού, φέρνει σχεδόν αυτόματες μειώσεις στα καταβαλλόμενα εφάπαξ, σε ποσοστό 25%, τουλάχιστον. Η πλευρά των θεσμών όμως, έχει εκφράσει, ανεπίσημα, την επιθυμία της για πιθανή κατάργηση των συγκεκριμένων παροχών, τονίζοντας ότι αποτελούν «πολυτέλεια» σε μια Ελλάδα που έχει υποστεί τεράστια ζημία, λόγω οικονομικής κρίσης…