Opinions

Μαριλένα Κοππά: Μια τελευταία σκέψη για το νόμο για τα ΑΕΙ

Μαριλένα Κοππά Μαριλένα Κοππά
Μαριλένα Κοππά: Μια τελευταία σκέψη για το νόμο για τα ΑΕΙ
Κατά βάση αυτός ο νόμος δεν αποτελεί μεταρρύθμιση. Αποτελεί μια ταξική θεώρηση μιας ανώτατης εκπαίδευσης αμφιβόλου ποιότητας.

Τώρα που έκατσε η σκόνη από τη συζήτηση στη Βουλή για τον νέο νόμο και ενώ σε αρκετές σχολές συνεχίζονται οι καταλήψεις, θα ήθελα να διατυπώσω κάποιες σκέψεις σχετικά με το διάλογο και τις τοποθετήσεις που όλοι παρακολουθήσαμε το τελευταίο διάστημα, ως πανεπιστημιακός που για πάνω από 25 χρόνια υπηρετώ το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο.

Θεωρώ το Α και το Ω του νόμου είναι η προφανής αντισυνταγματικότητα του. Η συντριπτική πλειοψηφία των συνταγματολόγων τάχθησαν αναφανδόν κατά του νόμου κυρίως επειδή έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με το Σύνταγμα της χώρας. Μια μικρή ομάδα έγκριτων αναμφισβήτητα συνταγματολόγων (Βενιζέλος, Σκουρής, Αλιβιζάτος, Μανιτάκης) υποστήριξαν το αντίθετο, ερμηνεύοντας συνδυαστικά το άρθρο 16 με άλλα άρθρα ή παρουσιάζοντας ιστορικές ερμηνείες για τον λόγο για τον οποίο- κατά τη γνώμη τους- έχει πλέον ξεπεραστεί.

Όμως η νομική άποψη δεν μπορεί να έρχεται κατάφωρα απέναντι στο γράμμα του Συντάγματος και τελικά στην κοινή λογική: ερμηνεία χρήζει ένα ασαφές κείμενο. Εδώ η διατύπωση του άρθρου 16 είναι σαφέστατη και πέραν πάσης δυνατότητας ερμηνείας:

Παράγρ. 5. H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση.
παραγρ. 6. Oι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί. Tο υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό τους επιτελεί επίσης δημόσιο λειτούργημα, με τις προϋποθέσεις που νόμος ορίζει.

Καμιά ερμηνεία ούτε απαιτείται, ούτε χωρεί σε ένα τέτοιο άρθρο. Αντίθετα, κάθε προσπάθεια ερμηνείας του έρχεται απλώς για να δώσει μια νομική αιτιολόγηση στην ειλημμένη απόφαση της Κυβέρνησης να προχωρήσει σε αυτό που εκείνη ονομάζει «μεταρρύθμιση».

Είναι βέβαιο ότι θα γίνουν πολλές προσφυγές εναντίον του νόμου αυτού, στη βάση της αντισυνταγματικότητας στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Οι αποφάσεις που θα εκδοθούν θα έχουν πολλαπλό ενδιαφέρον. Κυρίως όμως γιατί, σε απλά ελληνικά, το Σύνταγμα δεν μπορεί να γίνεται κουρελόχαρτο. Η καταπάτηση του από την Κυβέρνηση ανοίγει έναν επικίνδυνο δρόμο για μελλοντικές παραβιάσεις που και πάλι θα καλυφθούν από διάφορες «ερμηνείες».

Αλλά και πέραν του κυρίαρχου ζητήματος της αντισυνταγματικότητας, καμιά ουσιαστική λύση δεν δίνει ο νόμος στα χρόνια και δομικά προβλήματα του Δημόσιου Πανεπιστημίου και κυρίως στο φλέγον ζήτημα της υποχρηματοδότησης ιδρυμάτων που δίνουν διαχρονικά μια γενναία αλλά άνιση μάχη για να διατηρηθεί υψηλό και ανταγωνιστικό το επίπεδο των τριτοβάθμιων σπουδών στη χώρα.

Κατά βάση αυτός ο νόμος δεν αποτελεί μεταρρύθμιση. Αποτελεί μια ταξική θεώρηση μιας ανώτατης εκπαίδευσης αμφιβόλου ποιότητας. Πραγματική μεταρρύθμιση θα αποτελούσε η αντιμετώπιση των δυσλειτουργιών του δημοσίου πανεπιστημίου, η αναβάθμιση του και η δημιουργία ενός απαραίτητου, εδώ και καιρό, πλαισίου διαρθρωτικών αλλαγών.

Η μεγάλη πλειοψηφία των νέων στη χώρα, αυτοί δηλαδή που τους αφορά, είναι εξάλλου κατά του νέου νόμου. Βέβαια τεχνηέντως προβλήθηκε από την Κυβέρνηση και τα φιλικά ΜΜΕ η άποψη του συνόλου του πληθυσμού, ανεξάρτητα από τη σχέση του με την Τριτοβάθμια εκπαίδευση, που στην πλειοψηφία του στήριξε την αλλαγή. Οι νέοι όμως που ζουν αυτή την εποχή υπό μεγάλη πίεση, σε μια κοινωνία που όλο και περισσότερο είναι για τους λίγους, φοβούνται για το μέλλον τους αλλά και για την αξία των πτυχίων τους που με κόπο απέκτησαν. Γιατί είναι σαφές ότι το «μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια» μόνο ως αστείο μπορεί να εκληφθεί. Στην ίδια χώρα ζούμε όλοι. Γνωρίζουμε ποιοι ετοιμάζονται να ανοίξουν πανεπιστημιακές σχολές, τι ετοιμασίες γίνονται, ποιες είναι οι στοχεύσεις. Και πάντως δεν είναι το Χάρβαρντ..

Στα πλαίσια αυτά καμιά συζήτηση δεν είναι δυνατή για το «κατ’αρχήν» των μη κερδοσκοπικών , μη κρατικών πανεπιστημίων. Ο μόνος τρόπος για να ανοίξει το θέμα αυτό είναι η συνταγματική αναθεώρηση που θα άνοιγε τον δρόμο για μια σε βάθος συζήτηση για τις δυνατότητες, τις επιλογές και τις εναλλακτικές. Καμιά ανοχή όμως όμως όταν η κυβέρνηση υφαρπάζει μια νομοθεσία, απλά και μόνο γιατί κοινοβουλευτικά μπορεί.

Σε μια χώρα όπου η θέση τόσο των φοιτητών όσο και των πανεπιστημιακών δασκάλων πλήττεται από παντού , όπου το δημόσιο πανεπιστήμιο παλεύει να βρει βασικά κονδύλια για να επιτελέσει το έργο του η συζήτηση, όπως έγινε, και το νομοθέτημα όπως ψηφίστηκε μας προσβάλλει όλους. Φοιτητές και καθηγητές.

Η κρίση στο Πανεπιστήμιο θα συνεχίσει να βαθαίνει. Και η ανώτατη παιδεία στη χώρα θα είναι πιο απροστάτευτη από ποτέ.

(Η Μαριλένα Κοππά είναι Καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο)