Opinions

Κώστας Καρβουναρίδης: Το Κύπελλο και το δηλητήριο

Κώστας Καρβουναρίδης Κώστας Καρβουναρίδης
Κώστας Καρβουναρίδης: Το Κύπελλο και το δηλητήριο
Στο πλαίσιο του αθλητικού ανταγωνισμού, είναι απολύτως φυσιολογικά τα πειράγματα μεταξύ των φιλάθλων ή οπαδών. Προφανώς, οι οπαδοί της Μπαρτσελόνα ποτέ δε θα πανηγυρίσουν με τις νίκες της Ρεάλ, οι οπαδοί της Ρέιντζερς πάντα θα προσδοκούν να χάσει η Σέλτικ και οι οπαδοί της Λάτσιο χάρηκαν με τον πρόσφατο αποκλεισμό της Ρόμα.

Στον αθλητισμό, ειδικά στο ποδόσφαιρο, δεν αρκούν οι τίτλοι και τα τρόπαια, για να χαρακτηρίσουν μία ομάδα ως «μεγάλη» ή ως «την πιο μεγάλη». Υπάρχουν άλλα στοιχεία που σχετίζονται με την ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά μίας ομάδας. Τέτοια είναι ο κόσμος που εκπροσωπεί, οι ρίζες και η προέλευσή του. Στα μάτια κάθε φιλάθλου, η ομάδα του είναι η μεγαλύτερη, γιατί μόνο με αυτή μπορεί να ταυτίσει την προσωπικότητά του. Αναμφισβήτητα όμως, οι επιτυχίες εντός γηπέδου είναι ένα από τα πιο σημαντικά κριτήρια για την ανάδειξη του μεγαλείου της. Και γι’ αυτό, είναι σημαντικό κάθε διάκριση να είναι καθαρή και να μη συνοδεύεται από σκιές.

Η ιστορία και η ταυτότητα του Ολυμπιακού είναι συνδεδεμένη με τα 47 Πρωταθλήματα και τα 28 Κύπελλα, που έχει κατακτήσει. Είναι περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη ελληνική ομάδα και γι’ αυτό η ομάδα του Πειραιά καταγράφεται ως «Θρύλος των γηπέδων». Αυτός είναι ο κύριος λόγος, για τον οποίο εκατομμύρια άνθρωποι στην Ελλάδα, τον λατρεύουν. Σε επίπεδο τίτλων είναι η μεγαλύτερη ελληνική ομάδα. Και όποιος Έλληνας φίλαθλος αγαπάει την ομάδα του θα πρέπει να αναγνωρίσει στους «ερυθρόλευκους» αυτή την αναμφισβήτητη αξία.

Σε αυτές τις διακρίσεις προστέθηκε και η πρόκριση του Ολυμπιακού στον τελικό του Κόνφερενς Λιγκ, η οποία θα πρέπει να θεωρείται ως η κορυφαία διάκριση ελληνικής ομάδας στο ποδόσφαιρο. Πρόκειται για επιτυχία μεγαλύτερη ακόμα και από εκείνη του Παναθηναϊκού, που το 1971 έφτασε στον τελικό του «Γουέμπλεϊ» διότι είχε πολύ μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας. Αρκεί να συγκρίνει κανείς, για να καταλάβει: Τότε, ο Παναθηναϊκός έδωσε οκτώ αγώνες. Για να φτάσει στον τελικό απέκλεισε μία ομάδα από το Λουξεμβούργο, μία από την ενιαία Τσεχοσλοβακία, μία από την ενιαία Γιουγκοσλαβία και την Πρωταθλήτρια Αγγλίας Έβερτον, με δύο ισοπαλίες. Αντιθέτως, ο Ολυμπιακός, για να φτάσει στον τελικό του Κόνφερενς, έδωσε δεκαοκτώ αγώνες. Στο δρόμο του απέκλεισε ομάδες από το Βέλγιο, τη Σερβία (δύο φορές), το Ισραήλ, την Τουρκία και την Αγγλία. Στον ημιτελικό, μάλιστα απέκλεισε την τέταρτη ομάδα της Πρέμιερ Λιγκ, με δύο πεντακάθαρες και αναμφισβήτητες νίκες.

Πόσο μακριά είμαστε…

Σε αγωνιστικό επίπεδο, η πρόκριση του Ολυμπιακού στον τελικό της 29ης Μαΐου φέρνει τον ίδιο και το ελληνικό ποδόσφαιρο πιο κοντά στις προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες. Σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα όμως, μας κρατάει ακόμα πολύ μακριά…

Το 2003, στον τελικό της 29ης Μαΐου 2003 του Τσάμπιονς Λιγκ έφτασαν δύο κορυφαίες ιταλικές ομάδες: η Μίλαν και η Γιουβέντους. Ο αγώνας έληξε 0-0 και οι Μιλανέζοι κέρδισαν τους Τορινέζους στα πέναλτι. Την επόμενη ημέρα, η μεγαλύτερη αθλητική ιταλική εφημερίδα και μία από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη, η “Gazzetta dello Sport” κυκλοφόρησε με καταχώρηση σε ολόκληρη την τελευταία σελίδα και ένα μεγάλο «ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ» της Γιουβέντους, στην Πρωταθλήτρια Ευρώπης Μίλαν… Δηλαδή, η μεγάλη αντίπαλος της Μίλαν, η Γιουβέντους πλήρωσε πολλά χρήματα για να δώσει δημόσια συγχαρητήρια στην αντίπαλό της, από την οποία την προηγούμενη μέρα είχε χάσει στα πέναλτι!

Είμαστε πολύ μακριά και από την Ιταλία και από το 2003… Όπως είμαστε μακριά και από το 1971, όταν οι Γουλανδρήδες, ιδιοκτήτες τότε του Ολυμπιακού, έστελναν ευχές στον Παναθηναϊκό για νίκη στον τελικό του «Γουέμπλεϊ», κατά του Άγιαξ. Μακριά από το 1968, που όλοι οι Έλληνες τάχθηκαν στο πλευρό της ΑΕΚ, στον τελικό με τη Σλάβιο ή ακόμα και από το 1988 και 1989 όταν ακόμα και πολλοί ΠΑΟΚτζήδες υποστήριζαν τον Αυτοκράτορα Άρη του Γκάλη και του Γιαννάκη, στα φάιναλ φορ της Γάνδης και του Μονάχου.

Το 2024, καμία ελληνική ομάδα, κανένας παράγοντας, αλλά και καμία αθλητική αρχή δεν τόλμησε να ψελλίσει αντίστοιχη λέξη, υπέρ του Ολυμπιακού. Ούτε η Σούπερλιγκ, ούτε η ΕΠΟ, ούτε καν ο Υπουργός Αθλητισμού. Στη ζυγαριά των ψήφων, μέτρησαν περισσότερο αυτοί που θα έχανε από τους οπαδούς των υπολοίπων ομάδων, παρά αυτοί που θα κέρδιζε από τους οπαδούς του Ολυμπιακού.

Αλλά και ο ίδιος ο Πρόεδρος του Ολυμπιακού, αμέσως μετά τη λήξη του αγώνα με την Άστον Βίλα, στη μεγαλύτερη στιγμή της ιστορίας της ομάδας του, αντί να ασχοληθεί με την ομάδα του, καταφέρθηκε κατά της ΕΠΟ και της Κυβέρνησης. «Το καταφέραμε με αυτή την ΕΠΟ και με αυτή την Κυβέρνηση», δήλωσε. Δεν ξέρω πόσοι φίλοι της ομάδας του Πειραιά, στο μεθύσι της νίκης, πήραν χαμπάρι ότι κάποιοι κάνουν πολιτικά παιχνίδια, με τον ιδρώτα και τον κόπο του Τζολάκη και του Ελ Κααμπί…

Η ευρηματικότητα και το χιούμορ του Έλληνα, για τον τελικό που πρόκειται να γίνει στο νεότευκτο γήπεδο της ΑΕΚ και το ενδεχόμενο να σηκώσουν οι «ερυθρόλευκοι» την ευρωπαϊκή κούπα στην «OPAP Arena», υπό άλλες συνθήκες, θα ήταν αφορμή για καλοδεχούμενα και καλοπροαίρετα πειράγματα μεταξύ ποδοσφαιρόφιλων. Στο τοξικό περιβάλλον του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι αφορμή για δηλητήριο, που συνοδεύεται και από σοβαρούς φόβους ότι πολλοί από τους εννιά χιλιάδες οπαδούς του Ολυμπιακού που θα βρεθούν στη Νέα Φιλαδέλφεια, για να παρακολουθήσουν τον τελικό, δε θα πάνε για να δουν την ομάδα τους να σηκώνει ένα ευρωπαϊκό Κύπελλο, το πρώτο στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, αλλά για να βανδαλίσουν το υπερσύγχρονο στολίδι της ΑΕΚ. Και μόνο η σκέψη που υπάρχει στις τάξεις της ΟΥΕΦΑ να μεταφέρει τον τελικό σε άλλη χώρα, επειδή προκρίθηκε ελληνική ομάδα, αρκεί για να καταδείξει την κατάντια μας.

Μία κατάντια που, σε ανύποπτο χρόνο, η ίδια η διοίκηση του Ολυμπιακού, έχει δημιουργήσει. Στην περσινή επιστολή του προς τον διοικητικό ηγέτη της ΑΕΚ, Δημήτρη Μελισσανίδη, ο Βαγγέλης Μαρινάκης απέρριψε την πρόσκληση που του έγινε να παρευρεθεί στα εγκαίνια του νέου γηπέδου, επειδή, δήθεν το γήπεδο δεν ήταν ασφαλές. Άραγε, ενάμιση χρόνο μετά, θα πάει στο «μη ασφαλές» γήπεδο, για τον τελικό του Κόνφερενς;

Εξάλλου, δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο Αντιπρόεδρος του Ολυμπιακού, για να υποτιμήσει την καλή πορεία του ΠΑΟΚ, επίσης στο Κόνφερενς Λιγκ, το χαρακτήρισε ως «Μίλκο Καπ». Άραγε, ο κος Καραπαπάς επιμένει σε αυτό το χαρακτηρισμό;

Δεν είναι σκοπός του υπογράφοντος να συντηρήσει την τοξικότητα. Στο πλαίσιο του αθλητικού ανταγωνισμού, είναι απολύτως φυσιολογικά τα πειράγματα μεταξύ των φιλάθλων ή οπαδών. Προφανώς, οι οπαδοί της Μπαρτσελόνα ποτέ δε θα πανηγυρίσουν με τις νίκες της Ρεάλ, οι οπαδοί της Ρέιντζερς πάντα θα προσδοκούν να χάσει η Σέλτικ και οι οπαδοί της Λάτσιο χάρηκαν με τον πρόσφατο αποκλεισμό της Ρόμα.

Όμως, είναι άλλο αυτό και άλλο η ατέλειωτη τοξικότητα και το δηλητήριο που ρέει άφθονο στο περιβάλλον του ελληνικού ποδοσφαίρου, με κύρια ευθύνη των παραγόντων και των εκπροσώπων του αθλητικού τύπου. Και επειδή στη ζωή ό,τι σπέρνεις το θερίζεις, τη στιγμή του θριάμβου του οι «ερυθρόλευκοι» αντί να θερίσουν εύσημα από τους υπόλοιπους, θερίζουν τοξικότητα.

Και μιας και γίνεται λόγος για σπορά και θερισμό… Φέτος, εκτός από την τεράστια επιτυχία του Ολυμπιακού, είχαμε και άλλες σπουδαίες επιτυχίες. Ο ΠΑΟΚ έφτασε στους «8» της ίδιας διοργάνωσης. Η ΑΕΚ και ο Παναθηναϊκός έπαιξαν στους ομίλους του «Γιουρόπα Λιγκ» και έκαναν εξαιρετικές εμφανίσεις. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, που αυτή η συνολικά καλή εικόνα του ελληνικού ποδοσφαίρου ήρθε σε μία εποχή που το ελληνικό πρωτάθλημα έχει γίνει πολύ ανταγωνιστικό και διεκδικείται επί ίσοις όροις από τέσσερις ομάδες, ενώ υπάρχουν και άλλες που έχουν παίξει το ρόλο του ρυθμιστή. Η επιτυχία του Ολυμπιακού δεν είναι μόνο ατομική. Είναι ο θερισμός της ανόδου της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού πρωταθλήματος. Από το 1997 έως το 2017 ο Ολυμπιακός κατέκτησε δεκαοκτώ πρωταθλήματα σε είκοσι χρόνια. Η καλή ευρωπαϊκή πορεία ήταν το μεγάλο απωθημένο και ο καημός των οπαδών του. Και ένας από τους λόγους που δεν ήταν εφικτή ήταν ότι για διάφορους λόγους (ας μην ανοίξουμε αυτή την κουβέντα) το πρωτάθλημα δεν ήταν ανταγωνιστικό. Τότε βέβαια, δεν υπήρχαν παράπονα για την ΕΠΟ και την Κυβέρνηση…

Όπως, επίσης, δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι τώρα, στο ελληνικό πρωτάθλημα έχουν έρθει άνθρωποι με γνώσεις και αγάπη για το ποδόσφαιρο, όπως ο Μεντιλίμπαρ, προπονητής του Ολυμπιακού, ο Αλμέιδα της ΑΕΚ και ο Τερίμ και παλαιότερα ο Γιοβάνοβιτς του ΠΑΟ. Οι άνθρωποι αυτοί δε δίστασαν ποτέ να αποδώσουν τα εύσημα στον αντίπαλο, γιατί ως προτεραιότητά τους έχουν το άθλημα και όχι να συντηρήσουν την τοξικότητα, που υπάρχει γύρω από αυτό. Αν διαβάσει κάποιος τις δηλώσεις που κάνουν σε ανύποπτο χρόνο και ανεξαρτήτως αποτελέσματος, ακόμα και όταν βιώνουν τους προπηλακισμούς, τις ύβρεις και τη χυδαιότητα του περιβάλλοντος, θα καταλάβει ποιοι πραγματικά κάνουν τη σπορά στο ελληνικό ποδόσφαιρο, για να μπορεί ο Ολυμπιακός, ο ΠΑΟΚ, ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ να θερίσουν τους καρπούς σε ανώτερο επίπεδο.

Κάποτε ο Ντέμης Νικολαΐδης είχε πει ότι η κατάκτηση ενός πρωταθλήματος είναι μία πρόσκαιρη χαρά. Και πράγματι, το ποδόσφαιρο, ο αθλητισμός γενικότερα, δεν τελειώνουν σε μία στιγμή. Η κατάκτηση ακόμα και του Κόνφερενς Λιγκ, αν τελικά επιτευχθεί θα συνιστά μία τεράστια επιτυχία, αλλά πάντα θα υπάρχει κάτι πιο μεγάλο και πιο σημαντικό. Το Πρωτάθλημα ή το Κύπελλο θα πάνε στο τέλος του Μαΐου σε μία τροπαιοθήκη και την επόμενη αμέσως ημέρα, θα ξεκινήσει η προσπάθεια, για την κατάκτηση ενός νέου ανώτερου στόχου, την κατάκτηση του οποίου οι ελληνικές ομάδες δεν θα πρέπει να απεμπολήσουν. Αντιθέτως, ήρθε η ώρα να δημιουργηθούν οι συνθήκες, για ακόμα μεγαλύτερη εξέλιξη του ελληνικού ποδοσφαίρου, καθώς τα περιθώρια είναι μεγάλα. Και μία από τις προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο, είναι να μη γεμίζουν τα κύπελλα με δηλητήριο, να απομονωθούν ή και να εξαλειφθούν οι πηγές της τοξικότητας και να αναγνωρίζεται η δουλειά των ανθρώπων που ασχολούνται με αυτό το υπέροχο άθλημα. Η πορεία του Ολυμπιακού είναι μία ακόμα ευκαιρία για να κινηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά οι ενδείξεις (όπως είχε συμβεί και το 2004) δεν είναι καθόλου καλές.

(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Διεθνές Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ / Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών – CIES –FIFA)