Opinions

Πέρσα Καλαμπόγια: Νεανική παραβατικότητα - Παιδιά θύτες ή θύματα;

Πέρσα Καλαμπόγια Πέρσα Καλαμπόγια
Πέρσα Καλαμπόγια: Νεανική παραβατικότητα - Παιδιά θύτες ή θύματα;
Οι σχέσεις, οι δεσμοί, η επικοινωνία κλονίζονται και η ανάγκη των παιδιών να ακουστούν ενδεχομένως τα οδηγεί στο να αντιδρούν έξω από τα πλαίσια, χωρίς όρια και κανόνες, προσπαθώντας να δηλώσουν την παρουσία τους.

Κλοπές, κακοποίηση, bullying, ξυλοδαρμοί, βία από τα παιδιά με αποδέκτες παιδιά. Παιδιά θύτες, θύματα, παιδιά θυμωμένα, τραυματισμένα, παραπονεμένα που ψάχνουν να βρουν το δίκιο τους, να αισθανθούν την αποδοχή, να νιώσουν ότι ανήκουν και είναι ενεργά μέλη σε μια ομάδα, παλεύουν σε μια κοινωνία που δείχνει να τα παραμελεί και να τα εγκαταλείπει, εκπέμποντας μέσα από μια δυσλειτουργία το δικό τους σήμα κινδύνου. Η νεανική παραβατικότητα αποτελεί ένα σύνθετο πολυπαραγοντικό φαινόμενο, με τους παράγοντες του κινδύνου να βρίσκονται μέσα στην οικογένεια, το σχολείο και την ευρύτερη κοινωνία.

Η οικογένεια αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της κοινωνίας, το πρώτο σύστημα στο οποίο εντασσόμαστε και συντελεί στη διαμόρφωση της ταυτότητας, στην καλλιέργεια της αγάπης, την υποστήριξη και την καθοδήγηση όσο πορευόμαστε στις προκλήσεις της ζωής. Το πρότυπο που λαμβάνει το παιδί, ο πρώτος δεσμός, η πρώτη σχέση είναι και αυτή που το καθορίζει συμβάλλοντας στην εξέλιξή του και στην ψυχική του ανθεκτικότητα. Η Martha Harris στο βιβλίο της «Thinking about infants and young children» τόνιζε ότι για να έχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα με την διαπαιδαγώγηση των παιδιών, χρειάζεται να δίνουμε το καλύτερο παράδειγμα - την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας που θα θέλαμε να μιμηθούν. Με απλά λόγια, ως γονείς είμαστε οι καθρέφτες των παιδιών μας και εν συνεχεία, στην κοινωνία καθρεφτίζονται όλες οι δυσλειτουργίες των υποσυστημάτων της.

Οι καταιγιστικοί ρυθμοί των κοινωνικών αλλαγών που συμβαίνουν, η κρίση των αξιών και των θεσμών, τις οποίες έχει βιώσει η ελληνική κοινωνία και οικογένεια, η παροχή υλικών αγαθών ως τρόπος κάλυψης των συναισθηματικών κενών, οδηγούν σε μια αδυναμία ουσιαστικής επεξεργασίας της βιωμένης πραγματικότητας αλλά και σε μια συναισθηματική και κοινωνική αστάθεια, χωρίς στιβαρά θεμέλια πάνω στα οποία μπορούμε να χτίσουμε. Οι σχέσεις, οι δεσμοί, η επικοινωνία κλονίζονται και η ανάγκη των παιδιών να ακουστούν ενδεχομένως τα οδηγεί στο να αντιδρούν έξω από τα πλαίσια, χωρίς όρια και κανόνες, προσπαθώντας να δηλώσουν την παρουσία τους. Ο όγκος πληροφοριών και εικόνων, τα πρότυπα-influencers και η «ανάγκη» προσαρμογής στις νέες τάσεις, καθώς και η ανωνυμία και η αίσθηση αποστασιοποίησης που προσφέρουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενισχύουν την αναζήτηση αναγνώρισης, μια πλασματική αίσθηση αποδοχής και επιβράβευσης προωθώντας τη συνέχιση ή την κλιμάκωση αντικοινωνικών- παραβατικών συμπεριφορών.

Παιδιά που έχουν βιώσει απόρριψη, στέρηση, εγκατάλειψη, έλλειψη συναισθηματικής διαθεσιμότητας, αλλά και παιδιά αποδέκτες ενός ασφυκτικού ελέγχου και υπερπροστασίας είναι συνήθως εκείνα που μεγαλώνοντας θα αναζητούν να αποφορτιστούν και να σχηματίσουν τη δική τους προσωπική ταυτότητα υιοθετώντας όμοιους ή αντίθετους ρόλους από αυτούς που είχαν αναλάβει οι φροντιστές τους, προσπαθώντας με έναν παράδοξο τρόπο να «επουλώσουν τα τραύματα τους». Η εστίαση της προσοχής στο «πρόβλημα» και όχι στις αιτίες που έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση αυτού λειτουργεί αποπροσανατολιστικά με αποτέλεσμα τα δυσλειτουργικά μοτίβα της επικοινωνίας και της αλληλεπίδρασης μέσα στην οικογένεια να καλύπτονται και αργότερα αυτή η δυσλειτουργία να μεταβιβάζεται στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο και στις μετέπειτα σχέσεις. Η εκπαίδευση των γονέων, η δική τους στάση απέναντι στους θεσμούς και τους κανόνες, η κατανόηση και νοηματοδότηση των συναισθημάτων, του θυμού, της ματαίωσης, της απογοήτευσης, της ανασφάλειας, η ανάληψη της ευθύνης που έχουμε στον εκάστοτε ρόλο που καλούμαστε να αναλάβουμε, απαιτεί μεν την εγκατάλειψη της αίσθησης παντοδυναμίας, ωστόσο μπορεί να αποτελέσει μια επανορθωτική εμπειρία που δίνει τη δυνατότητα επαναπροσδιορισμού της έννοιας του «σχετίζεσθαι» με τον εαυτό και τους άλλους. Αξίζει να σημειωθεί η σημαντικότητα του ρόλου του σχολείου, ενός θεσμού με πρωταρχικό ρόλο την εκπαίδευση και ανάπτυξη των μαθητών, ο οποίος χρήζει ριζικών αλλαγών που σε συνεργασία με την κοινότητα και τους γονείς, μπορεί να συμβάλλει στην πρόληψη και τη φροντίδα των παιδιών και των εφήβων. Στρατηγικές όπως η ενίσχυση της συναισθηματικής υποστήριξης των μαθητών, προγράμματα ανάπτυξης κοινωνικών δεξιοτήτων, ενίσχυση της ένταξης και συμμετοχής σε διάφορες ομάδες παρέχοντας ίσες ευκαιρίες σε όλους, βοηθούν στη δημιουργία ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος που προάγει την υγιή ανάπτυξη των νέων.

Η νεανική παραβατικότητα, επομένως, έρχεται να επισημάνει τα κενά και τις αδυναμίες των βασικών θεσμών αλλά κυρίως να επιβεβαιώσει την επιτακτική ανάγκη μετακίνησης μιας ολόκληρης κοινωνίας, με σκοπό την ανάπτυξη πλαισίων στα οποία οι νέοι θα μπορούν να φροντιστούν, να ενδυναμωθούν και να ανθίσουν.

* Η Πέρσα Καλαμπόγια είναι ψυχολόγος στην ΑΜΚΕ Ψυχοκοινωνικών Παρεμβάσεων «Αγκαλιά»