Opinions

Κάσος: Η επιβολή της αντικανονικής κανονικότητας

Κωνσταντίνος Φίλης Κωνσταντίνος Φίλης
Κάσος: Η επιβολή της αντικανονικής κανονικότητας
Σε µία φάση σταθερής απόκλισης της Aγκυρας από την Ουάσιγκτον (που πάντως διορθώθηκε τους τελευταίους µήνες) και συνεπούς σύγκλισης της Ελλάδας, οι Αµερικανοί δεν τόλµησαν να κάνουν τη διαφορά, αν µη τι άλλο στα εξοπλιστικά.

Με αφορµή την επέτειο συµπλήρωσης 50 ετών από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ήταν αναµενόµενο ότι θα προκαλούνταν λεκτική ένταση ανάµεσα σε Ελλάδα και Τουρκία. Oµως, την ίδια χρονική στιγµή προέκυψε η διεξαγωγή ερευνών βυθού του «Ievoli Relume» για την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου - Κρήτης. Η Aγκυρα δεν άφησε την ευκαιρία ανεκµετάλλευτη. Πλοία που επέστρεφαν από τη φιέστα στα Κατεχόµενα ανέλαβαν την παρακολούθησή του, ενώ σύµφωνα µε την τουρκική εκδοχή δεν του επέτρεψαν να εισέλθει σε τουρκική υφαλοκρηπίδα. Γιατί συνέβη αυτό; Προφανώς δεν ήταν θέµα συγκυρίας.

Η αρχή και το τέλος της τουρκικής στρατηγικής έχει στο επίκεντρό της την αντίληψη ότι η Τουρκία είναι η επικυρίαρχη δύναµη στην ευρύτερη γειτονιά της και πως έτσι πρέπει να αντιµετωπίζεται από όλες τις γειτονικές χώρες. Κατά την τουρκική αντίληψη, κανένα σχέδιο δεν µπορεί και δεν πρόκειται να υλοποιηθεί, εφόσον δεν έχει τουλάχιστον τη συναίνεσή της, αν όχι τη συµµετοχή της. Ασφαλώς, αυτή η άποψη οδηγεί σε οιονεί φιλανδοποίηση όσων την αρνούνται, εφόσον θεωρείται προϋπόθεση η έγκριση της Τουρκίας για πρότζεκτ που όχι µόνο δεν την αφορούν αλλά και σχεδιάζονται εκτός περιοχών, ακόµη και δυνητικής δικαιοδοσίας της.

Η επιµέλεια της Aγκυρας να προστατεύσει τα δικαιώµατά της σε περιοχή ανάµεσα στην Κάρπαθο και την Κάσο, µικρότερη του ενός ναυτικού µιλίου, και µάλιστα σε διεθνή ύδατα, και µε τον τύπο των ερευνών εξ ορισµού να µην επηρεάζει την υφαλοκρηπίδα, είναι αποκαλυπτική των θέσεών της για την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώµατα της Ελλάδας στην περιοχή. Και όσο της επιτρέπεται θα επαναλαµβάνει το γνωστό µοτίβο δηµιουργίας µιας συνθήκης, όπου αυτή θα κινείται αναµενόµενα στο όριο µεταξύ νοµιµότητας και παρανοµίας (κυρίως στο δεύτερο). Οι παράνοµες πράξεις δεν παράγουν δίκαιο, ωστόσο η συστηµατική επανάληψή τους παράγει µία αντικανονική κανονικότητα και βάζει θεµέλια παγίωσης µαξιµαλιστικών διεκδικήσεων. Και τουλάχιστον στο προσκήνιο, δεν υπάρχει κάποια αντίδραση εκ µέρους µας ή κάποιου εταίρου µας που να κάµπτει την Τουρκία.

Υπάρχουν δύο επιπρόσθετοι παράγοντες

που εξηγούν την τουρκική στάση, πέρα από τον βασικό στόχο αποκοπής της γεωγραφικής συνέχειας του Ελληνισµού από το Αιγαίο στη λεκάνη της Λεβαντίνης αλλά και την προειδοποίηση για δυναµικότερη αντίδραση στο επόµενο στάδιο υλοποίησης του έργου. Αφενός, η αδηµονία του τουρκικού στρατιωτικού κατεστηµένου, στη σκιά της δραµατικής συρρίκνωσης (σχεδόν εκµηδενισµού) των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου, να δηλώνει µε οποιαδήποτε ευκαιρία την παρουσία του στο Αιγαίο. Το ερώτηµα βέβαια είναι για πόσο ακόµη θα συνεχιστεί η ηρεµία στον αέρα, δεδοµένου του προβληµατισµού στη γείτονα για την παρατεταµένη απουσία της τουρκικής αεροπορίας (απόρροια εγχώριων δυσκολιών αλλά και της ανάγκης αλλαγής του κλίµατος µε τις ΗΠΑ για να εξασφαλιστούν τα F-16). Οπότε, αναζητούνται αφορµές για να επιστρέψει µε κάποιον τρόπο στα ειωθότα. Γιατί ο φόβος είναι ότι αυτή η συνθήκη που έχει επιβληθεί τον τελευταίο ενάµιση χρόνο, των µηδενικών ή σποραδικών παραβιάσεων, θα γίνει η νέα πραγµατικότητα και µετά θα πρέπει η Aγκυρα να βρει τον τρόπο να επανέλθει στη γνωστή και πάγια αµφισβήτηση του ελληνικού εναέριου χώρου. Αφετέρου, η τουρκική ηγεσία έχει αυξηµένη αυτοπεποίθηση για τους ακόλουθους λόγους: η αυτονοµία της έναντι των ΗΠΑ διευρύνεται και της προσφέρει µεγαλύτερα περιθώρια ελιγµών σε διάφορα πεδία, αλλά εξισορροπείται µε την πολυδιάστατη χρησιµότητά της. Ακόµη και η κορυφαία διπλωµατική πράξη της απελευθέρωσης Ρώσων και Αµερικανών αιχµαλώτων είχε κάποιου είδους τουρκική εµπλοκή. Σε άλλα δε πεδία, η Αγκυρα κρίνεται ως πολύτιµος –έστω και αναξιόπιστος– εταίρος, αν και η συµµαχική της προσήλωση αµφισβητείται. Εξίσου, η προσοχή της Ουάσιγκτον στο εσωτερικό, πολωµένο µέτωπο και στην Ουκρανία και τη Γάζα, την καθιστούν απρόθυµη να ξοδέψει χρόνο και διπλωµατικό κεφάλαιο για τα ελληνοτουρκικά. Το πιο προβληµατικό πάντως, που δίνει αέρα στον Ερντογάν, είναι πως σε µία φάση σταθερής απόκλισης της Aγκυρας από την Ουάσιγκτον (που πάντως διορθώθηκε τους τελευταίους µήνες) και συνεπούς σύγκλισης της Ελλάδας, οι Αµερικανοί δεν τόλµησαν να κάνουν τη διαφορά, αν µη τι άλλο στα εξοπλιστικά.

Σε µια φάση σταθερής απόκλισης της Aγκυρας από την Ουάσιγκτον και συνεπούς σύγκλισης της Ελλάδας, οι Αµερικανοί δεν τόλµησαν να κάνουν τη διαφορά, αν µη τι άλλο στα εξοπλιστικά.

Τον Σεπτέµβριο η συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν θα γίνει υπό τις πιο δύσκολες συνθήκες µετά την υπογραφή της ∆ιακήρυξης των Αθηνών. Ενώ υποτίθεται ότι θα συζητηθεί πιθανή έναρξη ουσιαστικών διαβουλεύσεων, υπάρχει µία ευδιάκριτη διολίσθηση από το πνεύµα και το γράµµα της συµφωνίας του περασµένου ∆εκεµβρίου. Αν αυτό αποτελεί προάγγελο αλλαγής υποδείγµατος σε σχέση µε τους τελευταίους 18 µήνες, θα διαπιστωθεί γρήγορα, και οπωσδήποτε θα επηρεαστεί από το αποτέλεσµα των αµερικανικών προεδρικών εκλογών.

(O Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου ∆ιεθνών Υποθέσεων (IGA) και καθηγητής του Αµερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Καθημερινή" της Κυριακής)