Opinions

Οι ισχυροί αυξάνουν τα όπλα, οι αδύναμοι αυξάνουν τους στρατούς

Νίκος Τόσκας Νίκος Τόσκας
Οι ισχυροί αυξάνουν τα όπλα, οι αδύναμοι αυξάνουν τους στρατούς
Η αστάθεια αυξάνει τους εξοπλισμούς και έφτασαν το 2023 τα 2,4 τρις δολ. με αύξηση 6,8% σε σχέση με το 2022. Το 2023 104 κράτη αύξησαν την στρατιωτικοποίησή τους, ο μεγαλύτερος αριθμός από το 2008.

Βλέπουμε καθημερινά στην Ουκρανία τις εκατοντάδες απώλειες στρατιωτών από βολές όπλων που εκτοξεύονται από πολλά χιλιόμετρα μακριά. Η στρατολόγηση των Ουκρανών έχει φτάσει να γίνεται από τα πεζοδρόμια για να ανταπεξέλθει στις απώλειες.

Η τεχνολογία πάντοτε έπαιξε ρόλο και καθόριζε σε πολλές περιπτώσεις την έκβαση των μαχών, όμως η σημερινή χρησιμοποίηση υπερηχητικών συστημάτων, ρομπότ ακόμη και της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ) έχει καθορίσει και το μέγεθος των στρατών.

Το Ινστιτούτο για την Οικονομία και την Ειρήνη (Institute for Economics and Peace-IEP) με έδρα το Σίδνεϋ, συνέταξε μελέτη για τον μιλιταρισμό και τις σύγχρονες τάσεις του, όπου διαπιστώνεται ότι οι στρατιωτικές δαπάνες αυξάνονται παγκόσμια, σε απόλυτους αριθμούς αν και μειώθηκαν σαν ποσοστό του ΑΕΠ περίπου στο μισό από ότι ήταν στις δυσκολότερες στιγμές του ψυχρού πολέμου. Ενώ μειώνεται το μέγεθος των στρατών αυξάνεται η εξάρτηση από την τεχνολογία.

Αυτές οι τάσεις υπάρχουν ενώ συμβαίνουν 59 συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο, περισσότερες από κάθε φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι πόλεμοι διεθνοποιούνται με γρήγορο ρυθμό και έτσι έχουν εμπλακεί 92 χώρες σε συγκρούσεις εκτός των συνόρων τους.

Η αστάθεια αυξάνει τους εξοπλισμούς και έφτασαν το 2023 τα 2,4 τρις δολ. με αύξηση 6,8% σε σχέση με το 2022. Το 2023 104 κράτη αύξησαν την στρατιωτικοποίησή τους, ο μεγαλύτερος αριθμός από το 2008.

Τον ίδιο χρόνο και μετά την εισβολή στην Ουκρανία 86 κράτη αύξησαν τις στρατιωτικές δαπάνες ενώ 50 τις μείωσαν.

Παρά την αύξηση των εξοπλισμών ο αριθμός του στρατιωτικού προσωπικού παγκόσμια μειώθηκε από 30 εκατ. το 1995 σε 28 εκατ. το 2020. Με άλλα λόγια από 700 άτομα που υπηρετούσαν ανά 100.000 το 1970, έφτασαν τα 350 το 2020.

Η διασπορά των δαπανών στα διάφορα κράτη μεγάλωσε. Οι μεγάλες χώρες που ήταν μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Η.Ε. με την αρχή του ψυχρού πολέμου ξόδευαν το 75% των παγκόσμιων αμυντικών δαπανών, τώρα έπεσαν στο 50%. Η διεύρυνση του αριθμού των πολέμων σε μικρότερες συρράξεις και η παγκόσμια αστάθεια άπλωσε τις στρατιωτικές δαπάνες σε όλο τον κόσμο.

Δεν υπάρχει πλέον η ισορροπία των δυο παγκόσμιων πόλων. Η πολυπολικότητα μίκρυνε τους πολέμους αλλά αύξησε τον αριθμό τους.

Η Ε.Ε. έχει το 5% των σημαντικότερων οπλικών συστημάτων (άρματα, τεθωρακισμένα οχήματα, πυροβόλα, πλοία, αεροσκάφη) ενώ οι ΗΠΑ το 15% από 40% που είχε πριν 80 χρόνια. Η Κίνα πλησιάζει το 25% με επιταχυνόμενους ρυθμούς σε σύγχρονα όπλα και πυρηνικά. Στοχεύει να έχει 1500 πυρηνικές κεφαλές το 2030.

Τα τελευταία 25 χρόνια οι αμυντικές δαπάνες της Ασίας (κύρια Κίνας και Ινδίας) αυξήθηκαν από 15% των παγκόσμιων δαπανών στο 25%.

Οι αμυντικές δαπάνες των πιο προηγμένων τεχνολογικά χωρών επικεντρώνονται σε όπλα υψηλής τεχνολογίας, στην έρευνα για τέτοια όπλα, σε πολλαπλασιαστές ισχύος όπως ρομποτικά και τηλεκατευθυνόμενα όπλα, σε δορυφόρους για επικοινωνίες και επιτήρηση, με αποτέλεσμα από το 2014 μέχρι το 2020 η μαχητική ικανότητα των ισχυρών κρατών να έχει αυξηθεί 10 φορές, χωρίς αύξηση του προσωπικού.

Οι χώρες που δεν έχουν μεγάλες τεχνολογικές δυνατότητες ξοδεύουν το μεγαλύτερο μέρος των αμυντικών δαπανών σε αποζημίωση του προσωπικού. Για παράδειγμα και σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα ξοδεύει το 55,9 % των αμυντικών δαπανών του 2024 για το προσωπικό, η Πορτογαλία 58,65, η Βουλγαρία 51,6%. Αντίθετα οι ΗΠΑ ξοδεύουν το 25,2%, η Μ. Βρετανία 28,2%, η Γαλλία 38,6%. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι πιο φτωχές χώρες αμείβουν περισσότερο το προσωπικό τους. Σημαίνει ότι στηρίζονται περισσότερο στο προσωπικό τους για την άμυνα παρά στην υψηλή τεχνολογία και πληρώνουν περισσότερα χρήματα για μισθούς παρά για έρευνα, απόκτηση σύγχρονων συστημάτων και συντήρηση των υπαρχόντων.

Η διασπορά της τεχνολογίας και η χρήση νέων «φτηνών» όπλων όπως τα drones που χρησιμοποιούνται εκτεταμένα στην Ουκρανία και έχουν εξαιρετικά αποτελέσματα εναντίον πανάκριβων αρμάτων, έχουν δώσει τη δυνατότητα σε μικρά κράτη να διατηρούν χαμηλά τις αμυντικές δαπάνες ή να προσανατολίζουν τους εξοπλισμούς σε συστήματα πέραν των παραδοσιακών.

Μόνο στην Ελλάδα αποφασίσθηκε αυτές τις μέρες η αγορά επιθετικών drones-καμικάζι (αμερικανικά Switchblades) αξίας 75 εκατομμυρίων, παραβλέποντας την δυνατότητα κατασκευής παρόμοιων από βιομηχανίες εντός της χώρας. Η προμήθεια αυτή δείχνει ότι η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται να αναπτύξει την τεχνολογία στη χώρα και προσφεύγει στην εύκολη λύση της ανάθεσης προμήθειας στο εξωτερικό.

Υπάρχουν και εξαιρέσεις καθώς η Ινδία αύξησε το στρατιωτικό της προσωπικό από το 1995 μέχρι το 2022 κατά 40% αν και σαν ποσοστό του εργατικού δυναμικού έμεινε το ίδιο.

Επίσης ο Πούτιν αυτές τις μέρες ανακοίνωσε ότι η Ρωσία θα αυξήσει το στρατό της κατά 180.000 στρατιώτες, κύρια για να αντιμετωπίσει τις απώλειες και τις επιθέσεις σε όχι καλά φυλασσόμενες περιοχές των συνόρων με την Ουκρανία, όπως συνέβη στην περιοχή του Κούρσκ. Το σύνολο του τακτικού στρατού της Ρωσίας θα φτάσει στο 1,5 εκατομμύριο στρατιώτες. Το συνολικό μέγεθος των ενόπλων δυνάμεων θα φτάσει τα 2,38 εκατομμύρια άτομα, ενώ το 1,5 εκατομμύριο θα είναι εν μόνιμοι στρατιωτικοί.

Από το 2022, ο Πούτιν είχε δώσει δύο φορές εντολή για αυξήσεις του αριθμού των μάχιμων στρατευμάτων, κατά 137.000 και 170.000, αντίστοιχα.

Η ιστορία της αναδιοργάνωσης των στρατών μαζί με την διαφοροποίηση της τεχνολογίας πάει πολύ μακριά ιστορικά. Από τις μακεδονικές φάλαγγες με τις σάρισες και τους φολιδωτούς θώρακες, στις ρωμαϊκές λεγεώνες που παρείχαν τη δυνατότητα χρήσης πολλών ειδών οπλισμού μέχρι την εποχή του Μπίσμαρκ στον πρωσικό στρατό στα τέλη του 19ου αιώνα, όπου συνδύασε τους δυο καλούς θεσμούς: την υποχρεωτική θητεία και την υποχρεωτική εκπαίδευση. Μαζί με τα ραβδωτά όπλα που αντικατέστησαν τα εμπροσθογεμή. Η αναδιοργάνωση του στρατού επί Μπίσμαρκ, σύμφωνα με τον Φρ. Ένγκελς «ήταν το αντίτιμο που πλήρωσε η αστική τάξη για να μπει στη νέα εποχή».

Έτσι και τώρα με το δόγμα της «οικονομίας του πολέμου» προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο για να σταματήσουν την επέλαση της κινεζικής τεχνολογίας και την παραγωγή νέων προϊόντων. Άσχετα αν αυτό είναι δυνατό πλέον, το «αντίτιμο» της ευρωπαϊκής αστικής τάξης θα είναι βαρύ και φυσικά μαζί της θα το πληρώσουν οι εργαζόμενοι στην Ευρώπη.

Ο αγώνας δρόμου για να καλυφθεί το κενό (σύμφωνα με την έκθεση Ντράγκι) θα χρειασθεί πολλές θυσίες (800 δις) για έρευνα και καινοτομίες, ανταγωνιστικότητα και μείωση της εξάρτησης από ΗΠΑ και Κίνα.

Στο μεταξύ οι αγορές όπλων από τις ΗΠΑ θα συνεχίζονται και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα από την Κίνα θα κατακλύσουν, παρά τους φόρους, τις ευρωπαϊκές αγορές. Όσο μεγαλώνει το χάσμα θα μεγαλώνουν και οι δυσκολίες γεφύρωσής του.

Οι πλούσιες χώρες θα δίνουν προτεραιότητα στα όπλα υψηλής τεχνολογίας και οι αδύναμες σε στρατούς με πολύ προσωπικό, λιγότερη συντήρηση του υλικού και λιγότερα όπλα υψηλής τεχνολογίας. Επειδή δεν μπορούν να αποδεσμεύσουν προσωπικό μεγάλης ηλικίας λόγω της ανεργίας και της αδυναμίας να βρουν άλλη εργασία στην ηλικία των 40-50, θα αναγκάζονται να διατηρούν το προσωπικό μέχρι να συνταξιοδοτηθεί και θα έχουν στρατό «ηλικιωμένων».

Οι πλούσιες χώρες σε περίπτωση πολέμου θα μάχονται «από μακριά» και εκ του ασφαλούς, με πυραύλους, drones, F-35 και τηλεκατευθυνόμενα συστήματα ενώ οι αδύναμες θα στέλνουν στο πεδίο της μάχης στρατιώτες και θα έχουν μεγάλες απώλειες.

Το «αντίτιμο» για την είσοδο στη νέα εποχή της Ευρώπης θα είναι βαρύ και πολυέξοδο, χωρίς αντίστοιχη αποτελεσματικότητα, για τους ‘’μικρούς’’. Αναγκάζονται όμως να πληρώσουν για να προφτάσουν οι «μεγάλοι» της Ευρώπης να ανταγωνιστούν την Κίνα και την Αμερική.

Το στρατιωτικο-βιομηχανικό πλέγμα σπρώχνει στην κατεύθυνση της «οικονομίας του πολέμου». Όμως όσες εντάσεις να κατασκευασθούν και όσα όπλα να φτιαχτούν δεν θα μπορέσουν να στηρίξουν οικονομίες που καταρρέουν. Μάλλον θα δώσουν την χαριστική βολή στο οικοδόμημα.

Έχουμε φτάσει στην εποχή του πολέμου των «κουμπιών» με συμβατικά και πιθανόν με πυρηνικά όπλα. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Αϊνστάιν «δεν ξέρω πως θα είναι ο επόμενος πόλεμος αλλά ο μεθεπόμενος θα είναι με πέτρες».

Η χώρα μας πρέπει να είναι ισχυρή για να διατηρήσει την κυριαρχία της απέναντι στην τουρκική απειλή όμως οι συσχετισμοί και οι υποχρεώσεις που διαμορφώνονται στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ έχουν άλλο προσανατολισμό και προτεραιότητες.

Μπορούμε, ειδικά αυτή την εποχή των διεθνών ανακατατάξεων και αναδιανομών, να επιδιώξουμε την αποδέσμευση από πολιτικές που είχαν καθορισθεί άλλες εποχές και για τα συμφέροντα άλλων.

Η κυβέρνηση όμως έχει ταυτίσει τη «δεδομένη» πολιτική της με τα μέτρα άλλων.

(Ο Νίκος Τόσκας είναι πρώην υπουργός και υποστράτηγος ε.α.)