Πολιτική

Γιατί το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη δεν θέλει να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη

Γιατί το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη δεν θέλει να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη
Αν και πολλοί προοδευτικοί πολίτες και αναλυτές θεωρούν ότι η συνεργασία των δύο μικρομεσαίων, πλέον, κομμάτων του χώρου, δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, είναι η μόνη προοπτική της πολιτικής παντοδυναμίας της Δεξιάς τα τελευταία χρόνια, η ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη δεν θέλει καμία συζήτηση για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Μάλιστα, η αρνητική αυτή στάση παραμένει άκαμπτη παρά το γεγονός ότι η πορεία του ΠΑΣΟΚ καταγράφεται πολύ οριακά ανοδική και ο χρόνος στον οποίο θα κληθεί να αποδείξει ότι διαθέτει κυβερνητική πρόταση εναλλακτική και ανταγωνιστική σε αυτή της ΝΔ δεν είναι άπειρος.

Το ασταθές φλερτ της νέας ηγεσίας της Κουμουνδούρου

Και ο λόγος για αυτό δεν είναι τόσο η επαμφοτερίζουσα στάση του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος μπορεί μετά το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών να «έπαιξε» με το εν λόγω σενάριο, ωστόσο στο παρελθόν έχει μιλήσει με αρκετά απαξιωτικό τρόπο για το όμορο στο ΣΥΡΙΖΑ χώρο: «Αν θέλετε ένα κόμμα του 10-15% για να συνεργάζεται, προσφέροντας την αριστερή του καθαρότητα, με το κεντροδεξιό ΠΑΣΟΚ ώστε να έχουμε δήθεν κεντρώα κυβέρνηση, δεν είμαι εγώ ο καταλληλότερος.

Ας αφήσουμε τις αυταπάτες. Υπάρχει μόνο ο δρόμος της νίκης. Της αυτοδύναμης νίκης». «Ουσιαστικά πρόκειται για ένα κεντροδεξιό κόμμα, το οποίο μέχρι σήμερα έχει αυτοπεριοριστεί, με ευθύνη των ηγετικών του στελεχών, σε έναν ρόλο ίσων αποστάσεων. Τελικά, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ λειτουργεί ως ένας ιδανικός για τη Ν.Δ. «Δούρειος Ίππος», μέσα από τον οποίο η Δεξιά μπορεί να λεηλατεί το Κέντρο».

Η παλιά κόντρα πασοκτζήδων και συριζαίων

Ο βασικός λόγος που ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν μπαίνει, καν, σε μια τέτοια συζήτηση είναι ότι οποιαδήποτε συναναστροφή με τον ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως με τα πρόσωπα που πλαισιώνουν τη νέα ηγεσία του, θα δημιουργούσε αρνητικά αντανακλαστικά στο κοινό του ΠΑΣΟΚ και ακόμη περισσότερο σε κοινά που φιλοδοξεί να αποσπάσει το επόμενο διάστημα από μια ενδεχόμενη φθορά της ΝΔ.

Εξάλλου, η αποστροφή των ψηφοφόρων του κόμματος απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ είχε αποκαλυφθεί δημοσκοπικά επανειλημμένα και στην προεκλογική περίοδο, όταν ο Αλέξης Τσίπρας επέμενε στη συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων με αρκετά συνεπή τρόπο και μάλιστα σε περιβάλλον απλής αναλογικής.

Δύο κόσμοι με διαφορετικές πολιτικές κουλτούρες

Η συγκεκριμένη πολιτική αντιπάθεια δεν οφείλεται μόνο στα τραύματα που έχουν μείνει στους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του Κέντρου από τις υπερβολές του ΣΥΡΙΖΑ στην κριτική του στα παλιά κόμματα εξουσίας τα προηγούμενα χρόνια.

Αντανακλά και ένα γενικότερο φυσιογνωμικό χάσμα στους υποστηρικτές των δύο κομμάτων, οι οποίοι τα τελευταία πολλά χρόνια ακολούθησαν δύο αποκλίνουσες πορείες παρά τους ελιγμούς που έκαναν στο ενδιάμεσο: οι μεν του ανυπότακτου αντισυστημισμού ακόμη και όταν εφάρμοζαν μνημόνιο, οι δε της διαρκούς επίκλησης του ρεαλισμού ακόμη και όταν διολίσθαιναν σε εύκολη κριτική στον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Άλλωστε, αυτή η διαχωριστική γραμμή χαρακτηρίζει ευρύτερα το πολιτικό σύστημα τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Η μία πλευρά έχει κάνει σημαία της την κοινωνική δικαιοσύνη και η άλλη τον εκσυγχρονισμό.

Ο στόχος του επαναπατρισμού των παλιών «σημιτικών»

Και για να φτάσουμε στο επίδικο, δηλαδή στους λόγους για τους οποίους ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν θέλει ούτε να συζητά το ενδεχόμενο συμπόρευσης με τον ΣΥΡΙΖΑ, η λέξη εκσυγχρονισμός φαίνεται να είναι το κλειδί.

Πρόκειται για τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του Κέντρου και τη μεγάλη αντιπροσώπευση που έχουν σε στρώματα διανόησης, ιδίως στα ΜΜΕ, που πριν από 25 – 20 χρόνια είχε εκφράσει ο Κώστας Σημίτης, στη συνέχεια στήριξαν με τη μέγιστη συνέπεια το πικρό «φάρμακο» των μνημονίων και τώρα τα έχει προσεταιριστεί εκλογικά σε πολύ μεγάλο βαθμό ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Αυτά ακριβώς τα πολιτικά ακροατήρια είναι που στην Χαριλάου Τρικούπη ευελπιστούν ότι θα αποδεσμευτούν πρώτα από τη ΝΔ, είτε όταν η κυβέρνηση αρχίσει να έχει πραγματικά μεγάλη φθορά είτε αν οι ελιγμοί συγκράτησης του πιο σκληρού ακροδεξιού κοινού από τον Κυριάκο Μητσοτάκη αρχίσουν να τα ενοχλούν πιο έντονα είτε, το πιθανότερο, όταν αυτά αρχίσουν να συμβαίνουν ταυτόχρονα.

Προκειμένου το ΠΑΣΟΚ να μπορέσει να αποτελέσει τον χώρα υποδοχής αυτού του μεσαίου πολιτικά και ταξικά κοινού, θα πρέπει, αφενός να έχει καταφέρει να αποδείξει ότι διαθέτει αξιόπιστο και ασφαλές σχέδιο διακυβέρνησης, αφετέρου να μην έχει πρόσωπα που θα του δημιουργούσαν αποστροφή.

Η πολιτική ασυμβατότητα με Πολάκη και Παππά

Και σε σχέση με το τελευταίο, οι πρωταγωνιστές του νέου επιτελείου του Στέφανου Κασσελάκη δεν φαίνεται να διαθέτουν περγαμηνές, αντιθέτως πρόσωπα όπως ο Παύλος Πολάκης ή ο Νίκος Παππάς μοιάζουν να αποτελούν κόκκινο πανί για αυτά τα ακροατήρια, κάτι που επισημαίνουν, άλλωστε και τα στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη.

Τα παραδείγματα, εξάλλου, που έχουν ανοίξει στο ΠΑΣΟΚ την όρεξη για την προοπτική επαναπατρισμού ψηφοφόρων του μετριοπαθούς Κέντρου, δηλαδή οι επιτυχίες σε αρκετούς δήμους, με εμβληματικότερους όλων τη Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, φαίνεται να υπογραμμίζουν αυτή την ασυμβατότητα.

Μπορεί να φανταστεί κανείς, για παράδειγμα, τους συντηρητικούς και μεσοαστικούς ψηφοφόρους του κέντρου της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, που αποφάσισαν να στείλουν μήνυμα στον Κυριάκο Μητσοτάκη στον δεύτερο γύρο, να επιλέγουν με την ίδια διάθεση τον Παύλο Πολάκη αντί του Χάρη Δούκα ή του Στέλιου Αγγελούδη…;

Πολύ περισσότερο, αυτό ισχύει για ακόμη πιο συντηρητικές πόλεις - προπύργια της Κεντροδεξιάς, όπως οι Σέρρες, όπου η πρώην υποψήφια βουλευτής με το ΠΑΣΟΚ, Βαρβάρα Μητλιάγκα, κέρδισε τον δήμο, καταφέρνοντας να πείσει αυτά τα κοινά ή έστω να εξασφαλίσει την ανοχή τους.

Και το συγκεκριμένο παράδειγμα αυτό είναι ένα από αυτά που επισημαίνουν το τελευταίο διάστημα στην Χαριλάου Τρικούπη.

Όμως, χωρίς ηγεμονία στην Αριστερά δεν γίνεται…

Βεβαίως, αν υπάρχει μια πιθανότητα το ΠΑΣΟΚ να μπει σε κυβερνητική τροχιά, τα στελέχη του ξέρουν πολύ καλά ότι δεν γίνεται να το κάνουν χωρίς τη μεγάλη μάζα της ευρύτερης Αριστεράς.

Για αυτό και δεν θα πρέπει να αποκλείεται να γίνει κάποια κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση, αν όντως φανεί στον ορίζοντα μια τέτοια προοπτική για το ΠΑΣΟΚ και αν έχει στο ενδιάμεσο καταφέρει ο Στέφανος Κασσελάκης να κρατήσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα σεβαστό ποσοστό, χωρίς το οποίο δεν θα φτάνουν τα κουκιά για μια κεντροαριστερή κυβέρνηση, ή αν έχει δημιουργηθεί κάποιο άλλο κόμμα στην περιοχή από μια διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη κι αν κινείται προς τα Αριστερά.

Παραμένει το κενό στρατηγικής στον προοδευτικό χώρο

Επειδή, όμως, όλα αυτά όμως μοιάζουν πολύ μακρινά, προς το παρόν από την Χαριλάου Τρικούπη διαμηνύουν ότι επιδιώκουν να αυξήσουν την «κοινωνική ιπποδύναμη» του ΠΑΣΟΚ, κάτι που σε απλά λόγια μεταφράζεται σε σταδιακή άνοδο των ποσοστών του.

Ωστόσο, επειδή η μάχη για τη δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές δεν είναι το τέλος του κόσμου ούτε και η βέβαιη αρχή ενός επόμενου, δηλαδή της πορείας του ΠΑΣΟΚ προς την πρώτη θέση, καλό είναι να τα κόμματα του προοδευτικού χώρου να επεξεργάζονται και πιο μακροπρόθεσμες στρατηγικές.

Ακόμη περισσότερο, επειδή τα σενάρια που επεξεργάζονται ορισμένα οικονομικά συμφέροντα για δημιουργία ενός κεντρώου ή κεντροαριστερού κόμματος, προφανώς όχι απολύτως αυτόνομου, δεν μοιάζουν καθόλου ελπιδοφόρα για τα κοινωνικά στρώματα που πιέζονται όλο και περισσότερο οικονομικά από την διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.