Πολιτική

Ευρωεκλογές 2004: H ψήφος της μετεκλογικής ευφορίας

Παναγιώτης Κουστένης, Δρ. Πολιτικής Επιστήμης Παναγιώτης Κουστένης, Δρ. Πολιτικής Επιστήμης
Ευρωεκλογές 2004: H ψήφος της μετεκλογικής ευφορίας
Ο νέος πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής, άφθαρτος από την άσκηση εξουσίας, εγκαινίαζε την διακυβέρνησή του εν αναμονή της πανηγυρικής διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα και σε μια περίοδο φαινομενικά τουλάχιστον πιο σταθερή από πλευράς οικονομικών μεγεθών.

Οι ευρωεκλογές της 13ης Ιουνίου 2004 ήταν οι μόνες που διενεργήθηκαν σε τόσο κοντινή χρονική απόσταση (μόλις 3 μήνες μετά) από τις προηγούμενες βουλευτικές (7.3.2004), οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την επάνοδο της ΝΔ στην εξουσία μετά από 11 χρόνια, με 45,4%. Ο νέος πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής, άφθαρτος από την άσκηση εξουσίας, εγκαινίαζε την διακυβέρνησή του εν αναμονή της πανηγυρικής διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα και σε μια περίοδο φαινομενικά τουλάχιστον πιο σταθερή από πλευράς οικονομικών μεγεθών.

Ήταν έτσι λογικό οι πρώτες μέρες της νέας κυβέρνησης να περιβληθούν από μια έντονη μετεκλογική ευφορία («περίοδο χάριτος»), που ανάλογης το ΠΑΣΟΚ δεν είχε τύχει στις 3 διαδοχικές εκλογικές νίκες του που προηγήθηκαν. Το εν λόγω κλίμα δεν επισκιάστηκε ούτε από την αποτυχία επίλυσης του Κυπριακού (σχέδιο Ανάν) και την αμφίβολη έκβαση των σχετικών συνομιλίων που ακολούθησαν στη Λουκέρνη. Άλλωστε ούτε το κυπριακό αποτέλεσε κεντρικό αντικείμενο των προεκλογικών συζητήσεων, ενώ γενικότερα η ευρωπαϊκή ατζέντα, παρά τα σημαντικά θέματα που περιελάμβανε (πχ. τις συζητήσεις για το Ευρωσύνταγμα), για μια φορά ακόμα υποσκελίστηκε από την εγχώρια πολιτικής, η οποία όμως ελάχιστο πεδίο πρόσφερε για έντονες αντιπαραθέσεις.

euroekloges3_81557.JPG

Σε αυτό το πλαίσιο ήταν λογικό το εκλογικό αποτέλεσμα να επιβεβαιώσει πλήρως (και μάλιστα διογκωμένη) την υπεροχή της ΝΔ, καταλήγοντας σε μια νέα επικράτησή της με ποσοστό 43% (και 11 έδρες), το οποίο αποτελεί ρεκόρ για τα δεδομένα των ευρωεκλογών, ενώ ήταν μόνο κατά 2,4% χαμηλότερο από εκείνο των βουλευτικών εκλογών του Μαρτίου σηματοδοτώντας την μικρότερη υποχώρηση έχει εμφανίσει ποτέ κυβερνών κόμμα μεταξύ αυτών των δύο τύπων εκλογών.

Δεν συνέβη όμως το ίδιο και για το την περίπτωση του ΠΑΣΟΚ, του οποίου η σχετικά υψηλή επίδοση του Μαρτίου (40,6%) αποδείχθηκε ότι ήταν περισσότερο αποτέλεσμα μιας συγκυριακής συσπείρωσης λόγω των προσδοκιών που είχε γεννήσει η ανάληψη της ηγεσίας του κόμματος από τον Γ. Παπανδρέου, φυλλοροώντας μετά την εκλογική ήττα και καταλήγοντας στο 34% (και 8 έδρες) στις ευρωεκλογές, με την ψαλίδα μεταξύ των δύο κομμάτων σχεδόν να διπλασιάζεται (στο 9%), φτάνοντας σε μεγέθη περίπου ισοδύναμα με την δημοκοπικές εκτιμήσεις της τελευταίας περιόδου της ηγεσίας του Κ. Σημίτη. Αυτή η υποχώρηση του εκλογικού ποσοστού του ΠΑΣΟΚ κατά 6,5% οδήγησε σε σημαντική ενίσχυση των κομμάτων της Αριστεράς, ειδικά του ΚΚΕ στο 9,5% (και 3 έδρες) και δευτερευόντως του Συνασπισμού στο 4,2% (1 έδρα), επίδοση η οποία όμως επίσης θεωρήθηκε εκλογική αποτυχία, δρομολογώντας την αλλαγή ηγεσίας από τον Ν. Κωνσταντόπουλο στον Αλ. Αλαβάνο.

Η σημαντική μείωση της επιρροής ΠΑΣΟΚ όμως φάνηκε να οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στην αποχή, που σε εκείνες τις ευρωεκλογές πήρε εκρηκτικές διαστάσεις, γεγονός το οποίο πιθανόν συνδέεται και με την κατάργηση των σχετικών διοικητικών κυρώσεων, μετά τη Συνταγματική Αναθεώρηση του 2001. Πράγματι, ο αριθμός των εγκύρων ψηφοδελτίων εμφανίστηκε πρωτοφανώς μειωμένος κατά 1,3 εκ. (ή 17,4%) σε σύγκριση με τις βουλευτικές του Μαρτίου (δηλαδή σε μεγέθη σχεδόν τριπλάσια σε σχέση με τα αντίστοιχα του παρελθόντος), με την μεγάλη πλειοψηφία των απεχόντων να αποδίδεται σε απογοητευμένους ψηφοφόρους της αξιωματικης αντιπολίτευσης. Έτσι οι ευρωεκλογές ήταν η αναμέτρηση που επρόκειτο να εγκαινιάσει για το ΠΑΣΟΚ έναν παρατεταμένο κύκλο εσωστρέφειας τα επόμενα χρόνια.

Από την άλλη πλευρά, η μικρή και σχετικά ομοιόμορφη (κατά 1%-3% στις 33 από τις 56 περιφέρειες της χώρας) υποχώρηση του ποσοστού της ΝΔ, η οποία ήταν συγκριτικά μεγαλύτερη (3%-4,5%) κυρίως σε περιφέρειες της Μακεδονίας, ήταν αρκετή για να επιτρέψει στο ΛΑΟΣ του Γ. Καρατζαφέρη (και προσωπικά στο ίδιο) την είσοδο στην Ευρωβουλή (4,1% και 1 έδρα), εξασφαλίζοντάς του την κοινοβουλευτική επιβίωση μέχρι τις επόμενες βουλευτικές εκλογές του 2007, αυτήν την οποία δεν είχε κερδίσει σε εκείνες του Μαρτίου (2,2%). Αποτέλεσμα ήταν το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που έμειναν χωρίς εκπροσώπηση να περιοριστεί στο 5,2%, δηλαδή στα μικρότερα μεγέθη του μετά τις ευρωεκλογές του 1984.

Σε επίπεδο ευρωβουλευτών (που για την Ελλάδα ο συνολικός αριθμός τους είχε μειωθεί ξανά στους 24), η συγκεκριμένη αναμέτρηση σηματοδότησε την επιστροφή του Α. Σαμαρά στη ΝΔ, ο οποίος κατέλαβε τη 2η θέση του ερυωψηφοδελτίου του κόμματος, με επικεφαλής τον Ι. Βαρβιτσιώτη. Το 2007 ο Α. Σαμαράς μαζί με τον (για τρίτη συνεχόμενη φορά ευρωβουλευτή) Κ. Χατζηδάκη εγκατέλειψαν το ευρωκοινοβούλιο για να εισέλθουν στην ελληνική βουλή και να υπουργοποιηθούν στη συνέχεια, στη δεύτερη κυβέρνηση Κ. Καραμανλή (την θέση του Α. Σαμαρά κατέλαβε ο σημερινός Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μ. Σχοινάς). Από την άλλη πλευρά, στο ευρωψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ, επικεφαλής τέθηκε η ελάχιστα γνωστή στο ευρύ κοινο Μαίρη Ματσούκα, στο πλαίσιο ενός μηνύματος ανανέωσης του Γ. Παπανδρέου, αλλά σε άλλες εκλόγιμες θέσεις βρέθηκαν ο νυν περιφερειάρχης Κρήτης Στ. Αρναουτάκης, καθώς και μετέπειτα στενοί συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού, όπως η Κ. Μπατζελή, ο Π. Μπεγλίτης και η Μ. Ξενογιαννακοπούλου. Οι δύο τελευταίοι μαζί με τον Ν. Σηφουνάκη επίσης μεταπήδησαν στην ελληνική βουλή το 2007, όπως και ο αρχηγός του ΛΑΟΣ Γ. Καρατζαφέρης. Τέλος η συγκεκριμένηση αναμέτρηση σηματοδότησε την πρώτη είσοδο στην ευρωβουλή του Δ. Παπαδημούλη, με επίσης πολυετή θητεία στη συνέχεια.

euroekloges4_7b3f9.JPG

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

· Γ. Ανδρεάδης, «Αποχή στις βουλευτικές εκλογές και ευρωεκλογές 2004», Πολιτική Επιστήμη, τχ. 1 (2015), σελ. 76-88

· Π. Κουστένης, «Οι τελευταίες κανονικές εκλογές της μεταπολίτευσης», στο Β. Παναγιωτόπουλος, Γ. Βούλγαρης, Σ. Ριζάς (επιμ.), Το «ένδοξο» 2004, Αθήνα: Το Βήμα, 2024, σελ. 200-231

· Γ. Μαυρής, «Οι Ευρωεκλογές της 13ης Ιουνίου 2004», Πολιτική Επιστήμη, τχ. 1 (2015), σελ. 89-101

· Ε. Τεπέρογλου, Οι Άλλες «Εθνικές» Εκλογές: Η Ιστορία των Ευρωεκλογών στην Ελλάδα 1981-2004, Αθήνα: Παπαζήσης, 2016