Επιστήμη

Οι γυναίκες επιτίθενται σε άλλες γυναίκες με μεγαλύτερο στήθος, σύμφωνα με μελέτη

Οι γυναίκες επιτίθενται σε άλλες γυναίκες με μεγαλύτερο στήθος, σύμφωνα με μελέτη Φωτογραφία: unsplash
Αμερικανοί ερευνητές διαπιστώνουν ότι τα φυσικά χαρακτηριστικά του σώματος, ιδιαίτερα το μέγεθος του στήθους, μπορούν να επηρεάσουν τις ανταγωνιστικές συμπεριφορές μεταξύ των γυναικών, ρίχνοντας φως στη δυναμική του ενδοφυλικού ανταγωνισμού.

Ο ενδοφυλικός ανταγωνισμός είναι μια έννοια που βασίζεται στην εξελικτική βιολογία και αναφέρεται στον ανταγωνισμό μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου για την προσέλκυση συντρόφων του αντίθετου φύλου.

Αυτή η μορφή ανταγωνισμού καθοδηγείται από την επιδίωξη της αναπαραγωγικής επιτυχίας και της μεταφοράς γονιδίων στην επόμενη γενιά.

Στους ανθρώπους, ο ενδοφυλικός ανταγωνισμός πυροδοτεί συχνά υποτιμητικές συμπεριφορές που στοχεύουν στη μείωση της ελκυστικότητας, της κοινωνικής θέσης και της αξίας των ανταγωνιστών.

Ενώ πολλές έρευνες έχουν επικεντρωθεί στις ανταγωνιστικές συμπεριφορές μεταξύ των ανδρών και στα χαρακτηριστικά που εκείνοι βρίσκουν ελκυστικά σε πιθανούς συντρόφους, λιγότερη προσοχή έχει δοθεί στο πώς οι γυναίκες αντιλαμβάνονται και αντιδρούν σε τέτοια χαρακτηριστικά.

Τα φυσικά χαρακτηριστικά που επιθυμεί το αντίθετο φύλο μπορεί να οδηγήσουν τον ανταγωνισμό μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου.

Το γυναικείο στήθος θεωρείται σεξουαλικά ελκυστικό για τους άνδρες και έχει αποδειχθεί ότι οι γυναίκες μπορεί να επιδίδονται σε ανταγωνιστικές τακτικές ή να υποτιμούν άλλες γυναίκες με ιδανικά φυσικά χαρακτηριστικά (δηλαδή, σωματικά ελκυστικά χαρακτηριστικά).

Οι ερευνητές πίσω από τη νέα μελέτη ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για τη μορφολογία του μαστού -συγκεκριμένα για το μέγεθος και τη σφριγηλότητα- λόγω της διασύνδεσής του με τη γονιμότητα και την αναπαραγωγή.

Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Sexes, οι ερευνητές στρατολόγησαν 114 κυρίως Ισπανόφωνες, ετερόφυλες, ανύπαντρες και σε σχέση γυναίκες, από το Διεθνές Πανεπιστήμιο A&M του Τέξας, με μέσο όρο ηλικίας τα 24 έτη. Στις συμμετέχουσες παρουσιάστηκε μια σειρά από 12 εικόνες με γυναικεία στήθη διαφόρων μεγεθών (A-, B-, C- και D-cup) και επιπέδου χαλάρωσης (χωρίς χαλάρωση, μέτρια και μεγάλη χαλάρωση) και τους ζητήθηκε να αξιολογήσουν την πιθανότητα να τους επιτεθούν έμμεσα (κουτσομπολιά ή διάδοση φημών) ή άμεσα (λεκτικά με φωνές κλπ.).

Εκτός από τη βαθμολογία των εικόνων, οι συμμετέχουσες συμπλήρωσαν την Κλίμακα Ενδοσεξουαλικού Ανταγωνισμού, η οποία μετρά τη γενική τάση ενός ατόμου να ανταγωνίζεται άλλα άτομα του ίδιου φύλου.

Η μελέτη έδειξε ότι οι γυναίκες ήταν πιθανότερο να εκδηλώσουν λεκτική και έμμεση επιθετικότητα προς εκείνες με μεγάλο στήθος αρχικά με μέγεθος D-cup και στη συνέχεια με C-cup.

Αντίθετα, οι γυναίκες με στήθος A-cup και B-cup ήταν λιγότερο πιθανό να γίνουν στόχοι τέτοιων ανταγωνιστικών συμπεριφορών.

Αυτό δείχνει ότι τα μεγαλύτερα στήθη θεωρούνται από άλλες γυναίκες με μικρότερο στήθος, περισσότερα απειλητικά στο πλαίσιο του ανταγωνισμού προσέλκυσης συντρόφου.

Ωστόσο, έχει ενδιαφέρον ότι το επίπεδο της χαλάρωσης του στήθους δεν επηρέασε σημαντικά την πιθανότητα εκδήλωσης λεκτικής ή έμμεσης επιθετικότητας.

Αυτό υποδηλώνει ότι ενώ το μέγεθος είναι ένας κρίσιμος παράγοντας για την εκδήλωση επιθετικών συμπεριφορών, η σφριγηλότητα ή η χαλάρωση των μαστών είναι λιγότερο επιδραστική από αυτή την άποψη.

Τα αποτελέσματα της μελέτης ευθυγραμμίζονται με εξελικτικές θεωρίες που υποδηλώνουν ότι τα φυσικά χαρακτηριστικά που συνδέονται με τη γονιμότητα και την αναπαραγωγική αξία είναι βασικοί μοχλοί του ανταγωνισμού για την ανεύρεση συντρόφου.

Υπάρχουν όμως ορισμένοι περιορισμοί που πρέπει να σημειωθούν.

Το δείγμα ήταν κυρίως Ισπανόφωνο και προερχόταν από πανεπιστημιακό πληθυσμό, γεγονός που μπορεί να περιορίσει τη γενίκευση των ευρημάτων σε άλλες πολιτιστικές ή ηλικιακές ομάδες.

Επιπλέον, η μελέτη βασίστηκε σε ένα σχετικά μικρό σύνολο εικόνων που εστιάζουν αποκλειστικά στο μέγεθος του μαστού και στη χαλάρωση, παραλείποντας άλλους παράγοντες που δυνητικά επηρεάζουν, όπως τα προκλητικά ρούχα.

«Μελλοντικές μελέτες θα μπορούσαν να επεκτείνουν αυτά τα ευρήματα χρησιμοποιώντας ένα πιο ποικίλο δείγμα ή εφαρμόζοντας μια διαπολιτισμική σύγκριση», έγραψαν οι ερευνητές, σημειώνοντας περαιτέρω ότι «υπάρχουν διαπολιτισμικές παραλλαγές στις αντιλήψεις για το γυναικείο στήθος».