Οικονομία

Η ΓΓΔΕ αδειάζει το… υπουργείο Οικονομικών και επιμένει στo λάθος

Η ΓΓΔΕ αδειάζει το… υπουργείο Οικονομικών και επιμένει στo λάθος
Του Γιώργου Παλαιτσάκη Ενώ αρχικά ανακοινώθηκε διόρθωση του λάθους, τώρα επιμένουν ότι σωστά το πρόγραμμα εκκαθάρισης βγάζει φόρους της τάξης των 800 ευρώ σε δηλωθέντα εισοδήματα μόλις 1.500 ευρώ!

Προθέσεις για άδικη υπερφορολόγηση χιλιάδων οικονομικά αδύναμων πολιτών αποδίδει στο νομοθέτη του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ) η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, στην προσπάθειά της να δικαιολογήσει το λάθος των υπηρεσιών της, εξαιτίας του οποίου άνεργοι, φοιτητές και άλλοι υποαπασχολούμενοι πολίτες με πενιχρά ετήσια εισοδήματα καλούνται να πληρώσουν εξωπραγματικούς φόρους.

Ούτε λίγο ούτε πολύ, η ΓΓΔΕ με ανακοίνωσή της εμφανίζεται να υποστηρίζει ότι στις προθέσεις του νομοθέτη του ΚΦΕ ήταν η επιπλέον διαφορά εισοδήματος λόγω τεκμηρίων να φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες εάν το δηλωθέν εισόδημα προέρχεται είτε μόνο από ακίνητα είτε μόνο από περιστασιακή απασχόληση, ενώ εάν προέρχεται κι από τις δύο αυτές πηγές, η επιπλέον διαφορά εισοδήματος λόγω τεκμηρίων να φορολογείται με 26% από το πρώτο ευρώ και με προκαταβολή φόρου 75%, δηλαδή συνολικά με 45,5%!

Η ΓΓΔΕ, με την ανακοίνωσή της, επιβεβαιώνει απλώς αυτό που αποκάλυψε και το δημοσίευμα του dikaiologitika.gr ότι η επιπλέον διαφορά εισοδήματος λόγω τεκμηρίων φορολογείται από τις υπηρεσίες της βάσει της παραγράφου 1β του άρθρου 34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, σύμφωνα με την οποία αν το δηλωθέν εισόδημα προέρχεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του από μη μισθωτές πηγές, τότε η επιπλέον διαφορά λόγω τεκμηρίων φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματικές δραστηριότητες, δηλαδή με 26% από το πρώτο ευρώ και με προκαταβολή 75% επί του κύριου φόρου.

Αποσιωπά όμως το γεγονός ότι υπάρχει και η διάταξη της παραγράφου 35 του άρθρου 72 του ΚΦΕ που αναφέρει ότι αν το δηλωθέν εισόδημα προέρχεται από περιστασιακή απασχόληση τότε η επιπλέον διαφορά εισοδήματος λόγω τεκμηρίων φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. Δείχνει, δε, να αγνοεί ότι στις προθέσεις του νομοθέτη ήταν ότι σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει αποκτήσει καί εισόδημα από τόκους ή ακίνητα καί εισόδημα από περιστασιακή απασχόληση, τότε η επιπλέον διαφορά εισοδήματος λόγω τεκμηρίων πρέπει να φορολογείται και στην περίπτωση αυτή με την ευνοϊκή κλίμακα των μισθωτών, ώστε και σ’ αυτή την περίπτωση ο φορολογούμενος να μην επιβαρύνεται με υπέρογκο φόρο.

Σαφείς… προθέσεις
Ουσιαστικά, βάσει της ανακοίνωσης της ΓΓΔΕ, στις προθέσεις του νομοθέτη ήταν:
1) Εάν ένας φορολογούμενος απέκτησε το 2015 εισόδημα 5.500 ευρώ από περιστασιακή απασχόληση και το εισόδημά του βάσει τεκμηρίων διαβίωσης ήταν 8.500 ευρώ να μην πληρώσει καθόλου φόρο εισοδήματος, επειδή τόσο το δηλωθέν εισόδημα όσο και η προστιθέμενη διαφορά τεκμαρτού εισοδήματος των 3.000 ευρώ πρέπει να θεωρείται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και να φορολογείται με την κλίμακα φορολογίας των μισθωτών, στην οποία ισχύει αφορολόγητο όριο εισοδήματος 9.545 ευρώ (βάσει των διατάξεων της παραγράφου 35 του άρθρου 72 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος).

2) Εάν ένας φορολογούμενος απέκτησε το 2015 εισόδημα μόνο από ακίνητα ύψους 2.000 ευρώ και το συνολικό φορολογητέο εισόδημά του βάσει τεκμηρίων διαβίωσης ήταν 8.500 ευρώ να πληρώσει μόνο τον φόρο επί του εισοδήματος από ακίνητα, δηλαδή 11% επί των 2.000 ευρώ ή 220 ευρώ, ενώ για τη προστιθέμενη διαφορά εισοδήματος των 6.500 ευρώ που προκύπτει βάσει τεκμηρίων διαβίωσης (8.500 ευρώ – 2.000 ευρώ = 6.500 ευρώ) να μην πληρώσει καθόλου φόρο, λόγω χαρακτηρισμού της διαφοράς αυτής ως εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες και της υπαγωγής του στην κλίμακα φόρου των μισθωτών όπου ισχύει αφορολόγητο όριο 9.545 ευρώ (βάσει των διατάξεων της παραγράφου 1α του άρθρου 34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος).

3) Εάν ένας φορολογούμενος απέκτησε το 2015 εισόδημα μόνο από τόκους ύψους 3.000 ευρώ (μεγαλοκαταθέτης) και το συνολικό φορολογητέο εισόδημά του βάσει τεκμηρίων διαβίωσης ήταν 8.500 ευρώ να πληρώσει μόνο τον φόρο επί του εισοδήματος από τόκους, δηλαδή 10% επί των 3.000 ευρώ ή 300 ευρώ, ενώ για τη προστιθέμενη διαφορά εισοδήματος των 5.500 ευρώ που προκύπτει βάσει τεκμηρίων διαβίωσης (8.500 ευρώ – 3.000 ευρώ = 5.500 ευρώ) να μην πληρώσει καθόλου φόρο, λόγω χαρακτηρισμού της διαφοράς αυτής ως εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες και της υπαγωγής του στην κλίμακα φόρου των μισθωτών, όπου ισχύει αφορολόγητο όριο 9.545 ευρώ (βάσει των διατάξεων της παραγράφου 1α του άρθρου 34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος).

4) Εάν ένας φορολογούμενος απέκτησε το 2015 εισόδημα από ακίνητα 1.200 ευρώ κι από περιστασιακή απασχόληση 300 ευρώ και βαρύνεται μόνο με το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης των 3.000 ευρώ, να πληρώσει:
- φόρο 11% για το εισόδημα από ακίνητα, δηλαδή 132 ευρώ (1.200 ευρώ Χ 11% = 132 ευρώ)
- φόρο 0% για το εισόδημα από περιστασιακή απασχόληση των 300 ευρώ, επειδή θεωρείται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες
- φόρο 26% για την προστιθέμενη διαφορά τεκμαρτού εισοδήματος των 1.500 ευρώ (1.500 ευρώ = 3.000 ευρώ – 1.200 ευρώ – 300 ευρώ), δηλαδή 390 ευρώ (1.500 Χ 26% = 390 ευρώ) επειδή η διαφορά αυτή πρέπει να χαρακτηρίζεται, στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με τη ΓΓΔΕ, εισόδημα από επιχειρηματικές δραστηριότητες (βάσει της παραγράφου 1β του άρθρου 34 του ΚΦΕ ) και όχι εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες (βάσει συνδυασμού των διατάξεων της παραγράφου 1α του άρθρου 34 του ΚΦΕ και της παραγράφου 35 του άρθρου 72 του ΚΦΕ)!
- προκαταβολή φόρου 75% έναντι του επόμενου φορολογικού έτους υπολογιζόμενη επί του φόρου των 390 ευρώ, δηλαδή άλλα 292,50 ευρώ (επειδή το χαρακτηριζόμενο ως εισόδημα από επιχειρηματικές δραστηριότητες ποσό των 1.500 ευρώ βαρύνεται εκτός από φόρο εισοδήματος και με προκαταβολή)!
Συνολικά δηλαδή, σύμφωνα με τη ΓΓΔΕ στις προθέσεις του νομοθέτη ήταν ο φορολογούμενος με το εισόδημα των 1.200 ευρώ από ακίνητα και των 300 ευρώ από περιστασιακή απασχόληση να πληρώσει φόρο 814,50 ευρώ (132 ευρώ + 390 ευρώ + 292,50 ευρώ), οι δε άλλοι φορολογούμενοι των πιο πάνω παραδειγμάτων, οι οποίοι απέκτησαν πολύ μεγαλύτερα εισοδήματα από τον … άτυχο με τα ενοίκια των 1.200 ευρώ και την περιστασιακή απασχόληση των 300 ευρώ, είτε να μην πληρώσουν καθόλου φόρο είτε να πληρώσουν πολύ λιγότερα από 814,50 ευρώ!

Στην ουσία, δηλαδή, η ΓΓΔΕ αποδίδει στον νομοθέτη του ΚΦΕ, προθέσεις για μια τέτοια στρέβλωση! Κοιτάζοντας γραμμή-γραμμή τις παραγράφους του νόμου, δεν τις συνδυάζει και βγάζει το συμπέρασμα ότι όσοι έχουν πολύ χαμηλά εισοδήματα από ακίνητα και περιστασιακή απασχόληση ο νόμος λέει ότι πρέπει να υπερφορολογούνται ενώ όσοι έχουν πολύ χαμηλά εισοδήματα μόνο από ακίνητα ή μόνο από περιστασιακή απασχόληση πρέπει να φοροελαφρύνονται!

Στρεβλώσεις και αλαλούμ
Πέραν όμως της προσπάθειάς της να καλύψει την λανθασμένη ερμηνεία του νόμου που έκαναν οι υπηρεσίες της και πέρυσι και φέτος, η ΓΓΔΕ έρχεται και σε αντιπαράθεση με την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών από την οποία γνωστοποιήθηκε ότι το υπουργείο Οικονομικών θα προχωρήσει σε επανεκκαθάριση στις περιπτώσεις εκείνες των φορολογικών δηλώσεων που υποβλήθηκαν πριν ενσωματωθούν στο σύστημα εκκαθάρισης οι απαλλακτικές διατάξεις που αφορούν τους μισθωτούς με μπλοκάκι και άλλους φορολογούμενους με πολύ χαμηλά εισοδήματα.

Από το υπουργείο Οικονομικών αναφέρουν ότι στις δηλώσεις αυτές εμφανίστηκε αυξημένος φόρος γιατί υπήρξε καθυστέρηση στην εφαρμογή στο σύστημα TAXIS της διάταξης με την οποία οι μισθωτοί με μπλοκάκι θα φορολογούνται με βάση την κλίμακα των μισθωτών και όχι ως ελεύθεροι επαγγελματίες, όπως και φορολογούμενοι με πολύ χαμηλά εισοδήματα (ενοίκια κτλ).

Για τον λόγο αυτόν η αρχική εκκαθάριση των δηλώσεων τους έδειξε αυξημένο φόρο όπως και υποχρέωση προκαταβολής φόρου εισοδήματος καθώς φορολογήθηκαν με τις διατάξεις που ισχύουν για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών αποδίδουν το πρόβλημα αυτό σε λόγους καθυστέρησης στην εφαρμογή των διατάξεων και καθησυχάζουν τους φορολογούμενους ότι θα αποκατασταθεί με νέα εκκαθάριση που θα πραγματοποιηθεί.

Ας δούμε όμως την πλήρη ανακοίνωση της ΓΓΔΕ για να καταλάβουμε γιατί οι τεχνοκράτες και οι γραφειοκράτες που πάνε με το «γράμμα» του νόμου και δεν έχουν μάθει να εμβαθύνουν στις προθέσεις του νομοθέτη επιτρέπουν τελικά τέτοιες στρεβλώσεις στη φορολογική νομοθεσία:

«Με αφορμή αναφορές στα μέσα ενημέρωσης σχετικά με την εκκαθάριση δηλώσεων του φορολογικού έτους 2015, διευκρινίζουμε τα εξής:
Με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του ν.4172/2013(ΚΦΕ), όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν.4330/2015 και έχει εφαρμογή από το φορολογικό έτος 2014 και μετά, μεταξύ άλλων ορίζεται ότι:
Η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων (διαφορά μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος) φορολογείται με την κλίμακα των μισθωτών στην  περίπτωση, που ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από κεφάλαιο (ενοίκια, τόκοι, δικαιώματα, μερίσματα), ή/και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου (αγοραπωλησία μετοχών, χρεογράφων, αμοιβαίων, κλπ. – Άρθρο 42 Κ.Φ.Ε.) και το τεκμαρτό του εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των εννιά χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ. Δηλαδή, αν το εισόδημα προέρχεται μόνο από τις παραπάνω πηγές, τότε φορολογείται με την κλίμακα των μισθωτών.


Αντίθετα, στην περίπτωση, που ο φορολογούμενος έχει εισοδήματα και από μισθωτή εργασία, τα οποία είναι μικρότερα από το εισόδημα, που προκύπτει από τις παραπάνω πηγές (κεφαλαίου ή υπεραξίας μεταβίβασης κεφαλαίου), τότε η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων φορολογείται με την κλίμακα της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Συνεπώς, οι εκκαθαρίσεις γίνονται – όπως και πέρυσι – σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και δεν υπάρχει θέμα λανθασμένης εκκαθάρισης από το TAXIS».