Οικονομία

Παπαθανάσης για νέα αξιολόγηση Scope Ratings: Ενισχύει την αξιοπιστία της χώρας

Παπαθανάσης για νέα αξιολόγηση Scope Ratings: Ενισχύει την αξιοπιστία της χώρας Φωτογραφία: Eurokinissi
Η Scope Ratings διατήρησε την αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας BBB- για το ελληνικό αξιόχρεο, αναβαθμίζοντας τις προοπτικές σε θετικές από ουδέτερες.

Ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκος Παπαθανάσης, δήλωσε ότι η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τον οίκο Scope Ratings αποτελεί διεθνή αναγνώριση της συστηματικής και αποτελεσματικής οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Ο κ. Παπαθανάσης τόνισε ότι αυτή η εξέλιξη ενισχύει την αξιοπιστία της χώρας και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, η οποία παρουσιάζει συνεχώς μειούμενο δημόσιο χρέος, μείωση του κόστους δανεισμού για το κράτος και τις επιχειρήσεις, κάλυψη του επενδυτικού κενού που δημιούργησε η κρίση, στήριξη της επιχειρηματικότητας και δημιουργία νέων, καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Παρά την επιτυχία αυτή, ο κ. Παπαθανάσης δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεν εφησυχάζει και συνεχίζει την υλοποίηση των δεσμεύσεών της, εφαρμόζοντας απαρέγκλιτα το πρόγραμμά της και διοχετεύοντας κάθε διαθέσιμο ευρώ από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους για την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και τη μετατροπή της συλλογικής ευημερίας σε ατομική προκοπή για τους πολίτες.

Η Scope Ratings διατήρησε την αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας BBB- για το ελληνικό αξιόχρεο, αναβαθμίζοντας τις προοπτικές σε θετικές από ουδέτερες το βράδυ της Παρασκευής. Ο οίκος επισημαίνει ότι η αναβάθμιση των προοπτικών οφείλεται στη μείωση του χρέους, τη βελτίωση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος και το ευνοϊκό momentum των δομικών μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο, το υψηλό χρέος και η διατήρηση δομικών οικονομικών αδυναμιών παραμένουν οι βασικοί περιορισμοί για την οικονομία.

Η Scope υπογραμμίζει ότι αναμένει διατήρηση της πτωτικής τάσης στο χρέος γενικής κυβέρνησης τα επόμενα χρόνια. Η αναμενόμενη μείωση του χρέους, η οποία αποτέλεσε έναν από τους καταλύτες για την αναβάθμιση της Ελλάδας σε investment grade πέρυσι τον Αύγουστο, βασίζεται στην ευνοϊκή δυναμική του και την περαιτέρω μείωση του ελλείμματος στον προϋπολογισμό και στα ισχυρότερα του αναμενόμενου πρωτογενή πλεονάσματα. Επιπλέον, η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος, η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και οι ιδιωτικοποιήσεις συστημικών τραπεζών ενισχύουν την ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος. Τέλος, η υιοθέτηση δομικών μεταρρυθμίσεων και οι επενδύσεις, με τη στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης, ενισχύουν την ανθεκτικότητα και τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας.

Ο οίκος αναμένει ότι ο λόγος χρέους/ΑΕΠ θα υποχωρήσει στο 151,9% έως τα τέλη του 2024, πριν μειωθεί περαιτέρω στο 130,7% έως το 2029. Εάν η εκτίμηση επιβεβαιωθεί, θα πρόκειται για τον χαμηλότερο λόγο χρέους προς ΑΕΠ από την αρχή της ελληνικής κρίσης. Η εκτίμηση για το ελληνικό χρέος υποστηρίζεται από την εκτίμηση για συνέχιση της δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, καθώς η κυβέρνηση ενδέχεται να πιάσει ή να ξεπεράσει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% το 2024. Ο οίκος αναβάθμισε τις προβλέψεις του, αναμένοντας πλέον ότι η Αθήνα θα εμφανίσει πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ έως το 2027, έναντι προηγούμενης συντηρητικής εκτίμησης στο 1%. Στο μέτωπο της ανάπτυξης, ο οίκος προβλέπει άνοδο του ΑΕΠ κατά 2% φέτος, 1,8% το 2025 και μια μέση ανάπτυξη 1,4% από το 2026 έως το 2029.

Τα πτωτικά ρίσκα για το εν λόγω οικονομικό σενάριο περιλαμβάνουν πιθανή έντονη επιδείνωση της οικονομίας, αναπάντεχη επιστροφή σε χαμηλό πληθωρισμό, μεγάλη άνοδο στα επιτόκια δανεισμού και αξιοσημείωτη επιδείνωση στην εκτέλεση του προϋπολογισμού. Για παράδειγμα, σε ένα αντίξοο σενάριο δύο χρόνων ύφεσης το 2024-2025, το ελληνικό χρέος ενδέχεται να ανέλθει στο 172% του ΑΕΠ έως το 2025.