Οικονομία

Φορολογικές δηλώσεις 2024: Δηλώθηκαν εισοδήματα άνω των 100 δισ. ευρώ

Φορολογικές δηλώσεις 2024: Δηλώθηκαν εισοδήματα άνω των 100 δισ. ευρώ Φωτογραφία: unsplash
Μέχρι στιγμής, η ΑΑΔΕ έχει βεβαιώσει φόρους ύψους 4,37 δισ. ευρώ στους παραλήπτες των χρεωστικών εκκαθαριστικών και αναμένεται να ξεπεράσει τα 4,5 δισ. ευρώ με την ολοκλήρωση της διαδικασίας.

Για πρώτη φορά εφέτος, τα δηλωθέντα εισοδήματα στην Ελλάδα ξεπερνούν τα 100 δισ. ευρώ, με τους βεβαιωθέντες φόρους να ανέρχονται κοντά στα 4,5 δισ. ευρώ μέσω των εκκαθαριστικών των φυσικών προσώπων. Τα τελευταία δύο χρόνια, οι βεβαιωθέντες φόροι αυξήθηκαν κατά 1,2 δισ. ευρώ, με τη μεγαλύτερη αύξηση εισοδημάτων να καταγράφεται στους αυτοαπασχολούμενους λόγω των τεκμηρίων, με το πρόσθετο εισόδημά τους να υπολογίζεται σε περίπου 5 δισ. ευρώ.

Μέχρι στιγμής, η ΑΑΔΕ έχει βεβαιώσει φόρους ύψους 4,37 δισ. ευρώ στους παραλήπτες των χρεωστικών εκκαθαριστικών και αναμένεται να ξεπεράσει τα 4,5 δισ. ευρώ με την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Το 2023 οι βεβαιωμένοι φόροι ήταν 3,8 δισ. ευρώ, ενώ το 2022 ήταν 3,2 δισ. ευρώ, δείχνοντας μια αύξηση άνω του 1,2 δισ. ευρώ μέσα σε δύο χρόνια. Αυτή η αύξηση αποδίδεται στη μη προσαρμογή των κλιμακίων της φορολογικής κλίμακας, την καλύτερη χρήση της τεχνολογίας για τον εντοπισμό των εισοδημάτων και την ενεργοποίηση του τεκμαρτού τρόπου φορολόγησης των αυτοαπασχολούμενων.

Η υπεραπόδοση του φόρου εισοδήματος εφέτος εντοπίζεται κυρίως σε επίπεδο βεβαίωσης, ενώ το ζητούμενο είναι να καταγραφεί και σε επίπεδο είσπραξης. Ήδη, στο πρώτο πεντάμηνο του έτους, παρατηρείται σημαντική αύξηση στην παραγωγή πρόσθετου ληξιπρόθεσμου χρέους. Η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο αλλαγών στο νέο σύστημα φορολόγησης των αυτοαπασχολούμενων, ενώ οι αλλαγές στα τεκμήρια διαβίωσης δεν φαίνεται να είναι στις προτεραιότητές της για το επόμενο φορολογικό έτος.

Το υπουργείο Οικονομικών έχει πλέον τρεις κύριους στόχους, ήτοι τον εντοπισμό πιθανών αδικιών στο νέο σύστημα φορολόγησης των αυτοαπασχολούμενων, την παρακολούθηση της εισπραξιμότητας των φόρων για να αποφευχθεί η συσσώρευση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων, και την καταγραφή των αντιδράσεων της αγοράς μετά την παραλαβή των εκκαθαριστικών.