Opinions

Η ήττα του Κέντρου

Γιώργος Σιακαντάρης Γιώργος Σιακαντάρης
Η ήττα του Κέντρου Φωτογραφία: INTIME/ ΙΣΜΗΝΗ ΒΛΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ
Στη Γαλλία κατέρρευσε ως γυάλινος πύργος η θέση πως το Κέντρο δίνει τις νίκες, το ίδιο είχε καταλάβει και η Κλίντον το 2016, αλλά και στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ που κατέκτησε το Κέντρο είχε μόνο μια αναιμική άνοδο του 1%, την ίδια στιγμή που οι αντίπαλοί του απώλεσαν 17% της δύναμής τους.

Παραθέτω εδώ το διάλογο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με μια συνταξιούχο.

«Αυτά είναι τα λεφτά που έχω να ζήσω».
«Όσο αντέχουμε…», της απάντησε ο πρωθυπουργός .
«Ναι αλλά παιδιά πρέπει να γίνει κάτι», είπε εκείνη.
«Πόση σύνταξη παίρνεις;» την ρώτησε στρυμωγμένος.
«440 ευρώ» είπε εκείνη «και δίνω 300 ευρώ για ενοίκιο.»
«Αν είστε στο ενοίκιο δεν βγαίνει», είπε ως αμερόληπτος παρατηρητής ο πρωθυπουργός.
«Αυτή τη στιγμή πεινάω»,

«Σας στηρίζει η εκκλησία;» ρώτησε εκείνος
«Κανένας»… είπε εκείνη.
«Ευχαριστώ που ήρθατε», είπε εκείνος.

Τις ίδιες απαντήσεις θα μπορούσε να δώσει και ο τεχνοκράτης πρόεδρος της Γαλλίας, σύμφωνα με τον οποίο τα προβλήματα δεν είναι αριστερά ή δεξιά παρά μόνο προβλήματα. Εδώ υπάρχει η απάντηση γιατί ο «τεχνοκράτης» Μακρόν οδήγησε στην άνοδο της Λεπέν και γιατί στην Ελλάδα μάς σώζει τ’ ότι η ακροδεξιά του 18% δεν έχει ένα πρόσωπο ικανό την εκπροσωπήσει. Θα μπορούσα εδώ να τελειώσω ένα άρθρο με τίτλο «γιατί ανεβαίνει η ακροδεξιά». Δεν φτάνει όμως μόνο αυτό.

Αυτός ο διάλογος είναι χαρακτηριστικός για την εποχή που η πολιτική έχει γίνει μεταπολιτική και η δημοκρατία έχει γίνει μεταδημοκρατία. Μεταπολιτική είναι η στιγμή κατά την οποία η πολιτική μετατράπηκε σε απλό τεχνικό ζήτημα διαχείρισης πραγμάτων και όχι ανθρώπων. Ζήτημα το οποίο έχει μόνο ίδιες λύσεις με διαφορετικά μέσα. Απλώς τα πολιτικά κόμματα που κυβερνούν διαφέρουν ως προς τη φύση των τεχνικών μέσων που χρησιμοποιούν για την επίλυση των προβλημάτων. Έτσι σοσιαλδημοκράτες και κεντροδεξιοί συμφώνησαν πως όσο αφορά τον στόχο των «εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων» δεν υπάρχει διαφορά, διαφέρουν μόνο τα μέσα. Γι΄αυτό και σ’ αυτές τις μεταρρυθμίσεις δεν γίνεται κουβέντα για αύξηση των μέσων μισθών και αύξηση των εσόδων του κράτους. Αλλά γι’ αυτά μόνο το ΙΝΕ-ΓΣΣΕ μιλά (Έκθεση με τίτλο «Ελληνική Οικονομία και Απασχόληση «Παρατηρούμε ότι το 2023 το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ μειώθηκε στο 47,5% του ΑΕΠ από το 48,1% του 2022, ενώ σύμφωνα με τις προβλέψεις της AMECO αναμένεται περαιτέρω πτώση στο 47,1% μέχρι το 2025»). Όσον αφορά τη μεταδημοκρατία, εδώ όλοι ομονοούν πως η δημοκρατία δεν έχει να κάνει με το ζήτημα των ανισοτήτων, αλλά με τις τυπικές διαδικασίες. Σημασία έχει να τηρούνται αυτές οι διαδικασίες και από εκεί και πέρα οι ανισότητες είναι κάτι το φυσικό, όπως οι τυφώνες που όταν σχηματιστούν κανείς δεν μπορεί να αποτρέψει. Όσοι διαφωνούν με αυτά τα φαινόμενα, δεν μπορούν να καταλάβουν τη σημασία των πολιτικών της κατά την Σαντάλ Μουφ «συναίνεσης στο Κέντρο». Η «συναίνεση στο Κέντρο», η λογική πως δεν υπάρχει διάκριση της Αριστεράς από τη Δεξιά, η λογική πως οι κοινωνίες χωρίζονται σε «φίλους και εχθρούς της δημοκρατίας», σε «λαϊκιστές και αντιλαϊκιστές», χωρίς να γίνονται αναλύσεις των διαφορών ανάμεσα σε αυτά τα δίπολα, «ρίχνει νερό στον μύλο της ακροδεξιάς» (αποτελέσματα στη Γαλλία και όχι μόνο).

Στη Γαλλία κατέρρευσε ως γυάλινος πύργος η θέση πως το Κέντρο δίνει τις νίκες, το ίδιο είχε καταλάβει και η Κλίντον το 2016, αλλά και στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ που κατέκτησε το Κέντρο είχε μόνο μια αναιμική άνοδο του 1%, την ίδια στιγμή που οι αντίπαλοί του απώλεσαν 17% της δύναμής τους. Το Κέντρο δεν έφτανε στον Μακρόν για να εκλεγεί πρόεδρος στις προεδρικές εκλογές και γι’ αυτό ξέχασε τα «ούτε αριστερά ούτε δεξιά» και στράφηκε -λεκτικά- στην Αριστερά. Το Κέντρο του 20% των ψηφοφόρων δεν έφτασε στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ για να γίνει δεύτερη δύναμη, γιατί το 40% των αριστερών και κεντροαριστερών αδιαφόρησε γι’ αυτό.

Ποια είναι η λύση;

Μα φυσικά, μέσα στις νέες συνθήκες, η σοσιαλδημοκρατία, η Κεντροαριστερά να ξαναθέσουν στο επίκεντρο των πολιτικών τους τα ζητήματα των ανισοτήτων. Όχι όμως γενικά και αόριστα, διεκπεραιωτικά, όπως το κάνουν σήμερα, αλλά αναδεικνύοντας την προτεραιότητα της αναδιανομής και του Κράτους Πρόνοιας ως μοχλού ανάπτυξης και όχι ως νεοφιλελεύθερου διχτυού ασφαλείας και της παγκόσμιας προοδευτικής φορολογίας ως του μέσου για την επίτευξη αυτής της προτεραιότητας. Αυτό σημαίνει μια Κεντροαριστερά που θα είναι περισσότερο Αριστερά και λιγότερο Κέντρο και πολιτικές που ναι μεν θα συγκλίνουν στα κέντρα των κοινωνιών – με άλλα λόγια θα συνάπτουν μια συμμαχία των εργαζόμενων και των μεσαίων στρωμάτων με τα ασθενέστερα- αλλά δεν θα είναι «κεντρώες». Υπέρ του μεγάλου πλούτου δηλαδή. Πόσο θα χαιρόμουν, αν άκουγα τα παραπάνω από τους υποψηφίους του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και όχι κοινοτοπίες τού εμείς μπορούμε και οι άλλοι όχι, του εμείς είμαστε εδώ, οι άλλοι είναι αλλού, εμείς θέλουμε κόμμα, οι άλλοι συνιστώσα και ένα σωρό τέτοιες μεταπολιτικές δηλώσεις.

(Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι δρ Κοινωνιολογίας και συγγραφέας- Μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Τι δημοκρατίες θα υπάρχουν το 2050; Μεταδημοκρατία, μεταπολιτική, μετακόμματα», εκδόσεις Αλεξάνδρεια).